Η Αστυνομία, η βία, η λογική του ΣΥΡΙΖΑ και η Δημοκρατία

«Κατήργησα την ομάδα Δέλτα γιατί ήταν οι μπαχαλάκηδες από την πλευρά του κράτους», δήλωσε χαρακτηριστικά σε εκπομπή του ANT1 ο πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη, στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Τόσκας.

Και η αίσθηση που προκάλεσε η δήλωση αυτή ήταν αυτονόητη: «Απίστευτο. Εργαζόμενοι μπαχαλάκηδες;» ήταν η απάντηση του γ.γ. του σωματείου ειδικών φρουρών. Αλλά και ο κάθε πολίτης αναρωτιέται: όταν κάτι δεν πάει καλά στην αστυνομία (κατά την άποψη μιας κυβέρνησης) καταργείται η αστυνομία ή διορθώνεται το πρόβλημα; Αποδυναμώνεται η δημόσια ασφάλεια, όπου έχει πρόβλημα ή ενισχύεται με καλύτερη διαχείρηση πόρων και ανθρώπων;

Η άποψη Τόσκα συνδέεται με τη φιλοσοφία περί κράτους και δημόσιας ειρήνης ενός συστήματος εξουσίας που καταδικάστηκε στις πρόσφατες εκλογές και για αυτές τις εμμονές του.

Είναι γνωστές σε όλους μας οι παθογένειες των σωμάτων ασφαλείας της χώρας, που είναι αποτέλεσμα «αξιοποίησής» τους από όλες τις κυβερνήσεις στο παρελθόν, σε λογικές που καλύπτουν ευρεία γκάμα συμπεριφοράς : από το αυταρχικό αντικομμουνιστικό μετεμφυλιακό κράτος έως τη χούντα των συνταγματαρχών και από τη σιδηρά μεταπολίτευση έως τον ατελή εκδημοκρατισμό τους μετά το 1981.

Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία υπέταξε, με τη σειρά της, τη δημόσια ασφάλεια στη λογική της ανακωχής της συντεταγμένης Πολιτείας με τις ποινικά κολάσιμες παραβατικές συμπεριφορές του κράτους των Εξαρχείων και των «περιχώρων» του. Στις ημέρες του κ. Τσίπρα, του κ. Βούτση του κ. Τόσκα και των συντρόφων τους, οι «αναρχικοί», οι «μπαχαλάκηδες» (Έλληνες και αλλοδαποί), η «ιερά συμμαχία» αριστεριστών και ποινικών και άλλοι περίεργοι αρουραίοι που λειτουργούν στο σκοτάδι και στα περιθώρια ανοχής της δημοκρατίας μας, αναδείχτηκαν σε «παράγοντες εξελίξεων». Η Δημοκρατία μας υποτάχτηκε στην ισοπέδωση αρχών, αξιών και εμμονών ανθρώπων του πολιτικού περιθώριου που είχαν ρόλους στην κυβέρνηση της «πρώτης φοράς». Και θεωρούσαν τις μολότωφ «πολιτικό» ακτιβισμό.

Και επί της ουσίας: Πρέπει να ανεχόμαστε τη βία της αστυνομίας, κατά την άσκηση των καθηκόντων της; Βεβαίως όχι. Και αυτό, όπου εμφανίζεται – κατά… συνήθεια ενός συστήματος καταστολής ή από μεμονομένη «ανθρώπινη πίεση» στα όσα τραβάνε καθημερινά νέοι, χαμηλά αμοιβόμενοι, ένστολοι εργαζόμενοι – πρέπει να αξιολογείται ανάλογα και να διορθώνεται αμέσως, όπως προβλέπεται από το νόμο και τους κανονισμούς των Σωμάτων.

Η Αστυνομία δεν πρέπει σε καμμία περίπτωση να υποβαθμίσει το ρόλο της. Και για να γίνει αυτό, απαιτείται διαρκής εκπαίδευση και αλλαγή νοοτροπίας με εντατικά «μαθήματα αγωγής του πολίτη». Η αστυνομία δεν πρέπει να απαντά στην ανομία και στη βία της αναρχίας (θυμηθείτε τους αδικοχαμένους νεκρούς της Marfin) με τη «βία του κράτους». Αυτό το ζήσαμε σε χαλεπούς καιρούς και, ευτυχώς, το καταδικάσαμε. Προσοχή τώρα:

«Αυτοί που δεν θυμούνται το παρελθόν είναι καταδικασμένοι να το επαναλαμβάνουν»*…

——–

 *George Santayana, Ισπανός φιλόσοφος