Του Παντελή Καψή
Στις επόμενες εκλογές ο ρόλος των μικρών κομμάτων θα είναι καθοριστικός. Με αρνητικό τρόπο όμως: αν δεν μπουν στην Βουλή όπως μοιάζει πιθανό από τις δημοσκοπήσεις, τότε θα γίνει πιο εύκολη η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος, δηλαδή κατά πάσα πιθανότητα της ΝΔ. Οι λόγοι αυτής της δημοσκοπικής καχεξίας των «μικρών» δεν είναι κοινοί στις περισσότερες περιπτώσεις, ωστόσο είναι εύκολα κατανοητοί.
Οι ΑΝΕΛ για παράδειγμα στήριξαν την προεκλογική τους καμπάνια το 2015 στην προοπτική να αποτελέσουν ένα δεξιό δεκανίκι στον ΣΥΡΙΖΑ. Αποτέλεσαν ταυτόχρονα μια αντιμνημονιακή εκδοχή για δυσαρεστημένους νεοδημοκράτες.Τίποτα από αυτά δεν ισχύει πλέον. Κι όσο αν το δημοψήφισμα στα Σκόπια αναπτέρωσε το ηθικό τους, θα δυσκολευτούν πολύ να βρουν έναν καλό λόγο για να πείσουν τους ψηφοφόρους να τους ξαναψηφίσουν.
Δεν αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα τα μικρά αριστερά κόμματα. Το αντίθετο. Η συστημική στροφή του ΣΥΡΙΖΑ αφήνει θεωρητικά χώρο για μια ριζοσπαστική εκδοχή της εκτός ΚΚΕ αριστεράς. Και πράγματι στις δημοσκοπήσεις το άθροισμα των κομμάτων αυτών θα ήταν αρκετό για να μπουν στη Βουλή. Μόνο που οι μεταξύ τους σχέσεις είναι τόσο κακές που η προοπτική της συνεργασίας δεν φαίνεται ρεαλιστική. Από τις αρχηγικές φιλοδοξίες των μεν ως τις δογματικές αγκυλώσεις των δε, οι μεταξύ τους διαφωνίες είναι υπέρ αρκετές για να εξαφανίσουν κάθε λύση πολιτικού ρεαλισμού. Δύσκολη ζωή για πριμαντόνες.
Για την Ένωση Κεντρώων πάλι κάθε πολιτική ανάλυση είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων. Έτσι κι αλλιώς δεν είχε ποτέ κάποιο διακριτό πολιτικό στίγμα, στηριζόταν στον αρχηγό της που για κάποιους τα έλεγε έξω από τα δόντια, χωρίς όμως να εκπροσωπεί κάτι. Ένα κόμμα με προδιαγεγραμμένη ημερομηνία λήξης.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει ίσως το Ποτάμι. Από την πρώτη ημέρα της ίδρυσης του ήταν και εξακολουθεί να είναι ταυτισμένο με τον Σταύρο Θεοδωράκη. Ήταν το ατού του κι έχει γίνει η αχίλλειος πτέρνα του: με τις συνεχείς μετακινήσεις του έχει τραυματίσει την προσωπική του αξιοπιστία. Κάποιοι πιστεύουν ότι δεν έχει πια καμία δυνατότητα ανάκαμψης. Πόσο μάλλον που πολλοί δικοί του ψηφοφόροι είναι πιθανό να προτιμήσουν να ψηφίσουν ΝΔ προκειμένου να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ.Το Ποτάμι ωστόσο έχει δύο πλεονεκτήματα που αν μπορέσει να τα αξιοποιήσει δεν αποκλείεται να διασωθεί.
Το πρώτο πλεονέκτημα είναι η δυνατότητα να εκφράσει έναν κεντρώο μη εθνικιστικό μεταρρυθμιστικό χώρο, oπου έχουν απογοητεύσει τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ. Καθοριστικό σε αυτό ήταν το μακεδονικό. Ο Σταύρος Θεοδωράκης ήταν ο μόνος στον χώρο της αντιπολίτευσης που είχε καθαρή θέση υπέρ της συμφωνίας των Πρεσπών. Από μόνο του αυτό δεν επαρκεί, ιδίως αν το μακεδονικό βγει τελικά από την προεκλογική ατζέντα. Αν καταφέρει ωστόσο να παρουσιάσει έναν συγκροτημένο μεταρρυθμιστικό λόγο πριν από τις εκλογές τότε θα μπορέσει ίσως να πείσει έναν ικανό αριθμό ψηφοφόρων ότι έχει λόγο ύπαρξης.
Το δεύτερο πλεονέκτημα έχει να κάνει με την συγκυρία και τις μετεκλογικές συνεργασίες. Στο ΠΑΣΟΚ το ζήτημα αυτό προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Έτσι το Ποτάμι μπορεί να διεκδικήσει τον ρόλο του αξιόπιστου εταίρου που θα αποτελεί ταυτόχρονα και αντίβαρο σε ακροδεξιές φωνές, αν μετά τις εκλογές η ΝΔ δεν πάρει την αυτοδυναμία. Τα «αν» είναι πολλά κι έτσι κι αλλιώς μπορεί να είναι αργά για οποιαδήποτε προσπάθεια εκλογικής επιβίωσης. Είναι όμως μία υπαρκτή πιθανότητα.