Οι δυο σημαίες του ΠΑΣΟΚ

Τι είναι άραγε το ΠΑΣΟΚ σήμερα; Παρακολουθώντας κανείς τις παρεμβάσεις μιας μεγάλης μερίδας των στελεχών του θα μπορούσε να συμπεράνει ότι είναι ένας «καλός» ΣΥΡΙΖΑ.
Καλός με την έννοια ότι δεν κατέφυγε ποτέ στα ψέματα και στη διχαστική ρητορική του κ. Τσίπρα, ιδίως όταν σήκωνε την ευθύνη για την αντιμετώπιση της κρίσης. Ποτέ δεν διανοήθηκε να συμμαχήσει με στοιχεία της άκρας δεξιάς ούτε μπήκε σε μια τέτοια πρωτοφανή προσπάθεια άλωσης των θεσμών. Και βέβαια δεν έπαιξε το μέλλον της χώρας κορώνα γράμματα για να ικανοποιήσει τις ιδεοληψίες των στελεχών του. Είναι ΣΥΡΙΖΑ όμως με την έννοια ότι απευθύνεται στα ίδια τμήματα των ψηφοφόρων, επιδιώκει τις ίδιες συμμαχίες, προσπαθεί να έχει την ίδια αντιδεξιά και αντι-νεοφιλελεύθερη ρητορική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γιώργος Παπανδρέου, σε άρθρο του ανήμερα της 3ης του Σεπτέμβρη, χαρακτήρισε «εθνική ανάγκη» την ήττα των ιδεών και των πρακτικών της συντήρησης.
Μια τέτοια προσέγγιση εκπλήσσει. Μετά από 4 χρόνια καταστροφικής πολιτικής από τον ΣΥΡΙΖΑ, πρώτη προτεραιότητα είναι η ήττα της συντήρησης; Από την άλλη πλευρά είναι ίσως κατανοητή στα πλαίσια του κομματικού ανταγωνισμού. Όταν διεκδικείς τον ίδιο χώρο δεν έχεις πολλά περιθώρια επιλογών. Πόσο μάλλον που αυτή η αντιδεξιά ρητορική, αντλεί από μια βαθειά παράδοση στο ΠΑΣΟΚ, στην πραγματικότητα ορίζει ιδεολογικά ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του, ιδίως όσων πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Με έναν χαρισματικό αρχηγό, να αντιπαρατεθεί σε προσωπικό επίπεδο με τον Τσίπρα, θα μπορούσε να είναι και επιτυχημένη. Με ένα μειονέκτημα: είναι δύσκολο να δει κανείς πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί σε βάθος χρόνου η συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως σωστά έχει επισημάνει ο Νίκος Μαραντζίδης, τέτοιο ιστορικό προηγούμενο, δύο κομμάτων δηλαδή στον χώρο της κεντροαριστεράς, δεν έχει υπάρξει.
Αυτή βέβαια δεν είναι η μοναδική παράδοση στο ΠΑΣΟΚ. Εξ ίσου ισχυρό ήταν ένα φιλελεύθερο μεταρρυθμιστικό ρεύμα. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθεί ότι στον καθορισμό της κυβερνητικής πολιτικής, αυτό το ρεύμα είχε το πάνω χέρι, ιδίως μετά το 1993. Όσο το ΠΑΣΟΚ ήταν κόμμα εξουσίας η συνύπαρξη αυτών των δύο ρευμάτων όχι μόνο δεν ήταν προβληματική, αντιθέτως ήταν επιθυμητή, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ιδεολογική και πολιτική του κυριαρχία. Όμως σήμερα, για πολλούς λόγους, το ρεύμα αυτό έχει υποχωρήσει.
Ένας είναι συγκυριακός. Δεν υπάρχουν τα στελέχη να το υποστηρίξουν καθώς τα περισσότερα που ήταν ταυτισμένα μαζί του, είτε έχουν αποχωρήσει είτε έχουν περιθωριοποιηθεί. Ένας δεύτερος λόγος είναι η πόλωση που έχει σπρώξει πολλά στελέχη να υιοθετήσουν την πεπατημένη του «όχι σε όλα», αλλά και έναν πολιτικό λόγο που αρκετές φορές θυμίζει την αντιμνημονιακή ρητορική. Ένας τρίτος λόγος είναι τα ανοίγματα του κ. Μητσοτάκη που ως πρόσφατα τουλάχιστον εύρισκαν ευήκοα ώτα σε αυτό τον χώρο. Και βέβαια ένας τέταρτος λόγος είναι οι επιλογές της ηγεσίας που κινούνται σε διαφορετική κατεύθυνση.
Η τραγωδία για το ΠΑΣΟΚ όμως είναι ότι αυτό ακριβώς το μεταρρυθμιστικό ρεύμα έχει καθαρό ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας διεκδίκησε τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ αντιγράφοντας, σε πολύ πιο ακραία εκδοχή, την αντιδεξιά, λαϊκιστική του ρητορική. Ακόμα και σήμερα, παρά την πιστή εφαρμογή των Μνημονίων, όχι μόνο δεν έχει προσαρμόσει την πολιτική του στις πραγματικές ανάγκες της χώρας, όχι μόνο δεν έχει κάνει μια μεταρρυθμιστική στροφή, αλλά αντίθετα μοιάζει να επιστρέφει στην ίδια επιχειρηματολογία που είχε πριν από τις εκλογές του 2015. Το να τον ανταγωνιστεί λοιπόν σε αυτό το γήπεδο το ΠΑΣΟΚ είναι μια μάχη χαμένη εκ των προτέρων.
Φυσικά αυτό μπορεί να το δει κανείς και διαφορετικά. Ναι, να ηττηθούν οι ιδέες της συντήρησης. Τι είναι στ’ αλήθεια όμως προοδευτικό σήμερα; Και τι πιο συντηρητικό από την επιστροφή σε έναν βερμπαλισμό που χρησίμευε μόνο στην προστασία ενός πελατειακού
κράτους.

 

Παντελής Καψής