Η Ρώμη της κρίσης, η ρώμη του πολιτισμού

Η Ρώμη ετοιμάζεται για τη μεγάλη γιορτή καταμεσής του χειμώνα πατώντας σε μια παράδοση αιώνων. Οι άνθρωποί της, οι επισκέπτες της γίνονται μάρτυρες ενός θεάματος που φτάνει από παλιά.

Τότε στους δρόμους της πόλης οι λιτανείες, οι παρελάσεις με τα λάβαρα, οι ακροβάτες, οι ηθοποιοί, οι τραγουδιστές, οι αναμμένοι πυρσοί στα περίοπτα σημεία… Κάθε συντεχνία, κάθε θρησκευτική συσσωμάτωση, κάθε εθνική κοινότητα έβγαινε από τις καθιερωμένες θέσεις της, από τις εκκλησίες και τα μαγαζιά, από τα σπίτια και τα παλάτια, και σε δημόσια ιλαρία γιόρταζε τα Χριστούγεννα, γιόρταζε για τον προστάτη άγιο της, για τη νίκη πάνω στους άπιστους, για το παραμικρό γεγονός που έβγαινε από τα στενά όρια της ιδιωτικότητας.

Σήμερα στην κεντρική οδό της αγοράς οι άνθρωποι βαδίζουν μόνοι, ζευγάρια, σπάνια τρεις ή τέσσερις μαζί, υπογραμμίζοντας μια πενιχρή ατομικότητα στις καταναλωτικές στιγμές της, αδύναμη να αντιτάξει στην κρίση μια κραυγαλέα έκφραση της μαζικής συλλογικότητας, όπως παλιά. Η κεντρική οδός δεν θυμίζει πια τους δρόμους, που γέμιζε άλλοτε ο λαός της Ρώμης και η μόνη ζωντανή συλλογική έκφραση βρίσκεται απόκεντρα από τις αρχαίες αγορές και τη σύγχρονη αγωνία, στην πλατεία του Μπερνίνι. Εκεί άνθρωποι κάθε γης και κάθε ζωής στριμώχνονται να γεμίσουν το σακούλι του σπορέα. Ο λόγος του γίνεται φάρμακο, αλλά ο φλοιός που δίνει σχήμα στον πόνο τους δεν σπάει.

Κι όμως κάτι είναι ίδιο, όπως παλιά.

Σήμερα στην κεντρική οδό της αγοράς κρέμονται οι 145 σημαίες των κρατών, που συμμετέχουν στην Έκθεση του Μιλάνου. Φτιαγμένες από λαμπιόνια τελευταίας τεχνολογίας χωρίς πτυχώσεις ή κάτι άλλο που να θυμίζει τους νεκρούς της κάθε πατρίδας. Μια καλοσιδερωμένη παράταξη του κόσμου πάνω από τα κεφάλια μας. Και μέσα στο μεγάλο μουσείο της πόλης η ίδια εκτατικότητα στο χρόνο αντιγραμμένη. Εδώ το πλήθος είναι μέγα και δεν επιδεικνύεται. Το βλέμμα του με ένταση άφατη θύει στην τέχνη. Ο αυχένας του σπάει να φτάσει ως τις λεπτομέρειες ψηλά. Η φωνή του ατίθαση μαθαίνει να γίνεται ψίθυρος. Ταξιδεύουμε ως τα χαμένα κέντρα της πολιτικής ζωής, ως τις αληθινές πηγές της ύπαρξης.

Η Ρώμη για μια ακόμη φορά ως η αιώνια πόλη. Η Ρώμη για μια ακόμη φορά ως η εγκατάμειξη του διαχρονικά τοπικού με το διαδοχικά οικουμενικό. Η Ρώμη βρίσκει τον τρόπο να υπαινιχθεί τη νέα συλλογικότητα που θα ανατείλει στην ήπειρό μας.

Θα ξεπηδήσει ασπαίρουσα και θα υψωθεί πάνω από τη σχισματική ηθικότητα του Βορρά, την εκλεκτική ανάγνωση κάθε ψυχρού πλατωνισμού και τις περιχαρακώσεις της νέας τεχνοκρατίας.

Πολύχρωμη σαν τις σημαίες των ανθρώπων, πολυκεντρική σαν τις καρδιές τους θα προσφέρει απλόχερα στην κοινωνική ζωή την πρόκληση για μια διαρκώς νέα σύνθεση. Θα αφήνει πίσω της κάθε έτοιμη αλήθεια. Θα σπεύδει μόνο σε εκείνη την αλήθεια, που διαρκώς επινοούμε να ζήσουμε. Ο φόβος του θανάτου δεν θα είναι πράξη, δεν θα είναι μελέτη, δεν θα είναι καν συστατικό της ομορφιάς, αλλά μια σκοτεινή κατακόμβη, ενώ η ζωή κάθε χρόνο τέτοια εποχή σε τέτοιους τόπους ξαναμαθαίνει να αντικρίζει πάμφωτη το πρόσωπό της.