«Πολεμικό» κλίμα μετά το τελεσίγραφο στο Eurogroup - «Οι δημοκρατίες δεν εκβιάζουν και δεν εκβιάζονται» διαμηνύει η κυβέρνηση

Σε τεντωμένο σχοινί βαδίζουν πλέον Αθήνα και Βρυξέλλες μετά το ηχηρότατο ναυάγιο της συνεδρίασης του Eurogroup, η οποία όχι μόνο δεν κατέληξε σε κάποιου είδους συμφωνία (κάτι που ήταν μάλλον αναμενόμενο) αλλά ούτε καν σε μια πρώτη συναίνεση ως προς το πλαίσιο του όποιου επόμενου βήματος στη διαπραγμάτευση. Ενδεικτική του κλίματος είναι ανάρτηση του γερμανικού περιοδικού Spiegel  στο διαδίκτυο, όπου γίνεται λόγος για πολύ βαρύ κλίμα και «κήρυξη πολέμου» 18 χωρών στην Ελλάδα και κοινή απόφαση για πολύ σκληρή γραμμή απέναντι στην κυβέρνηση.

Συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος του Eurogroup παρουσίασε μέσα στη συνεδρίαση ένα κείμενο το οποίο, όπως προκύπτει, είναι πολύ πιο σκληρό και απαιτητικό απέναντι στην ελληνική πλευρά καθώς όχι μόνο θέτει ως προϋπόθεση την κατάθεση αιτήματος για εξάμηνη παράταση του υφιστάμενου προγράμματος προκειμένου στο πλαίσιό του να συνεχιστούν οι διαβουλεύσεις για μια νέα συμφωνία αλλά και την επιτυχή ολοκλήρωσή του καθώς και τον περιορισμό να μην προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση, κατά το χρονικό αυτό διάστημα, σε καμία μονομερή απόφαση που θα θέτει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και χωρίς την σύμφωνη γνώμη των εταίρων. Παράλληλα θέτει τα βασικά ζητήματα, όπου εικαζόταν ούτως ή άλλως ότι υπάρχουν διαφωνίες, κάνοντας αναφορά σε συνέχιση στενής συνεργασίας «ειδικά στο πεδίο της φορολογικής πολιτικής, των ιδιωτικοποιήσεων, των μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας, τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τις συντάξεις».

Εξίσου …σαφείς ήταν και οι δηλώσεις που ακολούθησαν από τον Γερούν Ντάισελμπλουμ ο οποίος πρακτικά είπε ότι πλέον η επόμενη κίνηση βρίσκεται στην πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης η οποία ή θα αποδεχτεί το συγκεκριμένο πλαίσιο και διαδικασία ή όχι, αφήνοντας ανοιχτό το αν θα γίνει νέα συνεδρίαση του Eurogroup για το ζήτημα εντός της εβδομάδας ή όχι. Σε ηπιότερο τόνο και οι δηλώσεις του Πιερ Μοσκοβισί, του Επιτρόπου Οικονομικών, ο οποίος απλώς επέλεξε ηπιότερο ύφος.

Για το ναυάγιο είχε προϊδεάσει non paper που κυκλοφόρησε η ελληνική κυβέρνηση λίγο πριν την επίσημη λήξη της συνεδρίασης στο οποίο έκανε λόγο για «απαράδεκτο» κείμενο που δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτό. Λίγο αργότερα, ο Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης έδινε και μια άλλη διάσταση στο θρίλερ που εκτυλίσσεται καθώς, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, έκανε λόγο για απόσυρση, λίγα λεπτά πριν την έναρξη της συνεδρίασης, ενός πρώτου κειμένου που είχε παρουσιάσει ο Πιερ Μοσκοβισί, το οποίο δήλωσε ότι «ήταν έτοιμος να υπογράψει». Όπως τόνισε το κείμενο αναγνώριζε την ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα, έκανε λόγο για μια τετράμηνη παράταση της δανειακής συμφωνίας, ανέφερε ότι αντικείμενο της διαπραγμάτευσης αυτούς τους τέσσερις μήνες θα ήταν μια τελική συμφωνία και ότι η Κομισιόν θα παρείχε τεχνική βοήθεια προς την Ελλάδα. Ο Υπουργός Οικονομικών, αφού επανέλαβε με πολλούς τρόπους, ότι η ελληνική πλευρά είναι διατεθειμένη να κάνει πολλά για την επίτευξη συμφωνίας και ότι μάλιστα πρότεινε η ίδια σειρά όρων και προϋποθέσεων στο κείμενο που παρουσίασε ο Μοσκοβισί προκειμένου να καλλιεργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης, υπογράμμισε ότι δεν μπορεί να υπογράψει κείμενο που θα ζητά παράταση και ολοκλήρωση ενός προγράμματος που έχει αποτύχει και που η Αθήνα θεωρεί ότι «είναι μέρος του προβλήματος και όχι μέρος της λύσης». Επίσης, τόνισε ότι στο κείμενο που τελικά παρουσίασε ο κ. Ντάισελμπλουμ γίνεται λόγος για την ύπαρξη κάποιας «ευελιξίας» που θα μπορούσε να αξιοποιήσει η Αθήνα στο πλαίσιο του υφιστάμενου προγράμματος (σε αυτήν αναφέρθηκε στις δηλώσεις του όντως και ο Πρόεδρος του Eurogroup) το περιεχόμενο της οποίας και τα όριά της, όμως, δεν διευκρινίστηκαν παρά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις που υπέβαλλε η ελληνική πλευρά.

Την ύπαρξη του κειμένου το οποίο επικαλέστηκε ο Γ. Βαρουφάκης και η ελληνική κυβέρνηση σε νέο non paper καθώς και τις σημαντικές διαφορές που έχει από αυτό που τελικά κατατέθηκε στη συνεδρίαση επιβεβαιώνει ο δημοσιογράφος Πολ Μέισον στο Channel 4 ο οποίος και το δίνει στη δημοσιότητα. Όντως, το κείμενο αυτό έχει σημαντικές διαφορές, καθώς κάνει λόγο για παράταση της δανειακής σύμβασης – και όχι του προγράμματος-, ενώ μιλά για «κοινά αποδεκτές παραμέτρους» στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ενώ στο θέμα των δημοσιονομικών πλεονασμάτων, δεν υπάρχουν αναφορές στην προηγούμενη συμφωνία (του 2012) που προβλέπει εξωπραγματικά πλεονάσματα. Επίσης, κάνει ρητά λόγο για ενδιάμεση συμφωνία, καθώς και για δεσμεύσεις εκ μέρους της ελληνικής πλευράς να μην λάβει μονομερώς μέτρα που θα είχαν καθαρή δυσμενή επίπτωση στον προϋπολογισμό. Νωρίτερα, το πρακτορείο Reuters ανέφερε ότι ο κ. Μοσκοβισί «είχε συμβάλλει με ιδέες» στη συζήτηση με τον Έλληνα Πρωθυπουργό.  Επίσης, ο αρμόδιος συντάκτης των Financial Times  Πήτερ Σπήγκελ, ανήρτησε στο twitter ότι δεν υπήρχε προσχέδιο κανονικό αλλά υπήρχε μια δήλωση αρχών που είχε συμφωνηθεί και από τις δύο πλευρές. Σε επόμενη ανάρτησή του, μάλιστα, υποστηρίζει ότι στη συγκεκριμένη δήλωση αρχών η Ελλάδα συμφωνούσε να διατηρήσει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα σε σε αντάλλαγμα για ένα νέο πρόγραμμα. Άλλα σημεία του σχεδίου περιλάμβαναν αποπληρωμή των πιστωτών, να μην υπάρξει υπαναχώρηση στις μεταρρυθμίσεις και να τηρηθεί η δέσμευση του Eurogroup για το χρέος το Νοέμβριο του 2012.

Τη δική του άποψη για την κατάσταση που διαμορφώθηκε εξέφρασε με άρθρο του στους New York Times ο Αμερικανός οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν υπό τον χαρακτηριστικό τίτλο «Athenae Delenda Est» (κατά το η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί). «Είναι εκπληκτικό και δεν το λέω με την καλή έννοια», γράφει ο οικονομολόγος επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στην εξής  φράση του κειμένου που παρουσίασε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ:  «Oι ελληνικές αρχές δεσμεύτηκαν να εξασφαλίσουν τα κατάλληλα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα και την χρηματοδότηση προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα ρου χρέους, βάσει των στόχων που συμφωνήθηκαν στην ανακοίνωση του Eurogroup το Νοέμβριο του 2012. Επιπλέον ενδεχόμενα νέα μέτρα πρέπει να χρηματοδοτηθούν και να μην θέτουν σε κίνδυνο την χρηματοπιστωτική σταθερότητα». Εκτιμά ότι ακόμη και αν σε επίπεδο λέξεων και διατυπώσεων είχαν γίνει άλλες επιλογές, η συγκεκριμένη πρόταση σημαίνει ότι οι πιστωτές δεν έχουν κάνει βήμα πίσω και αρνούνται να ακούσουν το παραμικρό από ελληνικής πλευράς αλλά και να διευκολύνουν την όποια κατάσταση.

Ο Κρούγκμαν σημειώνει ότι «είναι πιθανό να είναι απλά ανόητοι και να μην καταλαβαίνουν ότι η Ελλάδα του 2015 δεν είναι σαν την Ιρλανδία του 2010 και αυτού του τύπου οι εκβιασμοί δεν θα έχουν αποτέλεσμα». Και εκτιμά ότι ίσως οι πιστωτές έχουν αποφασίσει να οδηγήσουν την Ελλάδα στο γκρεμό για να δημιουργήσουν ένα παράδειγμα: «Από το να της δώσουν περισσότερο χώρο, προτιμούν να δουν την Ελλάδα να οδηγείται σε χρεοκοπία και πιθανότατα εκτός ευρώ, ώστε η οικονομική της κατάρρευση να αποτελέσει μάθημα και σε όποιον άλλο σκέφτεται να ζητήσει οικονομική ανακούφιση. Πρόκειται για την πρακτική της «Καρχηδόνιας ειρήνης» που επέρχεται μέσω της συνολικής καταστροφής του εχθρού, με τον ίδιο τρόπο που η Γαλλία προσπάθησε να επιβληθεί στη Γερμανία μετά το Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο».  Αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας θα είναι απρόβλεπτες όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρωζώνη, ο Κρούγκμαν καταλήγει λέγοντας ότι «η έλλειψη σοφίας είναι εκπληκτική και τρομακτική».

Όπως και να έχει ο πολιτικός χρόνος πλέον συμπυκνώνεται εκπληκτικά και η αντίστροφη μέτρηση για το τελεσίγραφο της Παρασκευής, ουσιαστικά, που έθεσε ο Γ. Ντάισελμπλουμ έχει ήδη αρχίσει. Αυτό που μένει ν’ αποδειχτεί είναι αν ισχύει αυτό που πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν, επικαλούμενοι την εμπειρία πολλών σκληρών διαπραγματεύσεων, ότι πριν από την επίτευξη κάποιας συμφωνίας οι τόνοι ανεβαίνουν ιδιαίτερα. Το ζήτημα είναι ποιο είναι αυτό το «μέσον» στο οποίο οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να φτάσουν «περπατώντας η κάθε μία από τη δική της πλευρά ως αφετηρία», όπως είπε ο Γ. Βαρουφάκης, και κατά πόσο αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε λίγα 24ωρα.