«Το κεκτημένο της τηλεργασίας», γενική κατεύθυνση για έως 70% των εργαζομένων

Tηλεδιάσκεψη υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με κοινωνικούς εταίρους και στελέχη του υπουργείου Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων, με αντικείμενο την υγιεινή και την ασφάλεια στην εργασία, πραγματοποιήθηκε αργά το βράδυ της Δευτέρας.

Κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης εξετάστηκαν θέματα όπως η τήρηση και οι προοπτικές βελτίωσης των μέτρων προστασίας της υγείας των εργαζόμενων, οι οποίοι επιστρέφουν στις δουλειές τους στο πλαίσιο της σταδιακής επανεκκίνησης της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ ο πρωθυπουργός επανέλαβε ότι η αποκατάσταση της κανονικότητας στην οικονομική ζωή της χώρας, με τη σταδιακή χαλάρωση των αυστηρών μέτρων του lockdown «δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει εις βάρος της δημόσιας υγείας και πρωτίστως της υγείας των εργαζομένων, οι οποίοι επιστρέφουν στους χώρους εργασίας υπό νέες συνθήκες όμως πια».

«Στην παλιά κανονικότητα είναι περίπου βέβαιο, ότι δεν θα ξαναγυρίσουμε ποτέ»

Ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για μια “νέα κανονικότητα” λέγοντας πως «στην παλιά κανονικότητα είναι περίπου βέβαιο, ότι δεν θα ξαναγυρίσουμε ποτέ».

Ο κ.Μητσοτάκης τόνισε επίσης ότι άπαντες είναι υποχρεωμένοι να προσαρμοστούν σε άλλες διαδικασίες, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί πως η μεγάλη πρόοδος η οποία έχει γίνει στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού θα συνεχίζεται.

Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση θέλει να κρατήσει «το κεκτημένο της τηλεργασίας», διότι -όπως είπε- «αποδείξαμε αυτούς τους μήνες ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι με τους οποίους μπορούμε να εργαζόμαστε και να είμαστε παραγωγικοί.

Αλλά για εκεί που είναι προφανώς απαραίτητη -και αυτή είναι, μην κοροϊδευόμαστε, η μεγάλη πλειοψηφία- η φυσική παρουσία των εργαζομένων, πρέπει να πάμε σε νέα πρωτόκολλα, σε νέες συνθήκες, εξειδικευμένες ανά χώρο εργασίας».

Παραδέχθηκε ότι η χρήση της μάσκας μερικές φορές μπορεί να είναι άβολη και δυσάρεστη, αλλά «είναι όμως αναγκαία για μία σειρά από κατηγορίες εργαζομένων, τις οποίες μας υποδεικνύουν πάντα ειδικοί», σημειώνοντας ότι σε αυτήν την προσπάθεια η κυβέρνηση ακούει τους ειδικούς, συμβουλεύεται τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας και μέσω του ΣΕΠΕ ελέγχει «σε ποιο βαθμό -και εδώ απαιτούμε απόλυτη συμμόρφωση, δεν θέλουμε να κάνουμε εκπτώσεις, ούτε και θα είμαστε επιεικείς- οι εργοδότες συμμορφώνονται με τις υποδείξεις, τις πολύ συγκεκριμένες, τις οποίες έχει κάνει η Πολιτεία».

Τέλος ο κ.Μητσοτάκης επισήμανε, ότι ορισμένοι κανόνες που έχουν τεθεί από την κυβέρνηση για την αποφυγή συνωστισμού στα καταστήματα και τη χρήση μάσκας όπου είναι απαραίτητο βρίσκονται στον “πυρήνα” της νέας κανονικότητας, υπενθυμίζοντας ότι «η κυβέρνηση ανέλαβε πολύ γρήγορα πρωτοβουλίες για την προστασία εργαζόμενων και επιχειρήσεων».

Στην τηλεδιάσκεψη έλαβαν μέρος οι πρόεδροι της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος, της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς, της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας και του Ινστιτούτου για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία Ρένα Μπαρδάνη, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ αρμόδιος για το Συντονισμό του Κυβερνητικού Έργου Άκης Σκέρτσος και η γενική γραμματέας Εργασίας Άννα Στρατινάκη.

Στο πλαίσιο της κυβερνητικής πρόθεσης για διατήρηση των θέσεων εργασίας, η κυβέρνηση έχει δώσει ως γενική κατεύθυνση τη χρήση τηλεργασίας για έως 70% των υπαλλήλων σε επιχειρήσεις που μπορούν να λειτουργήσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, διατηρεί σε ισχύ την άδεια ειδικού σκοπού για τη διευκόλυνση εργαζόμενων γονέων, και έχει επιτρέψει μερική αναστολή εργασίας για έως το 60% του προσωπικού, ώστε να δοθεί περιθώριο χρόνου στις επιχειρήσεις που χρειάζεται να ορθοποδήσουν μετά από εβδομάδες απραξίας.

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τις οποίες επικαλείται το ΑΠΕ – ΜΠΕ,  ο πρωθυπουργός δεσμεύτηκε «για την περαιτέρω αναβάθμιση του ρόλου του γιατρού εργασίας, απελευθερώνοντας το πλαίσιο λειτουργίας ώστε περισσότερες επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες σε χαμηλότερο κόστος» καθώς και ότι «οι έλεγχοι του ΣΕΠΕ θα ενταθούν περισσότερο το επόμενο διάστημα, ώστε να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των νέων κανόνων που έχει θέσει το υπουργείο Εργασίας δια των οδηγιών προς τις επιχειρήσεις».

Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης επισημάνθηκε η σημασία ενός καταλόγου γενικών κανόνων όπως και η ανάγκη τακτικής ενημέρωσης των επιχειρήσεων, ενώ συζητήθηκε η διαμόρφωση εξειδικευμένων πρωτοκόλλων, αναφορικά με ορισμένους τομείς.