ΠτΔ: Η Ελλάδα έχει τη δύναμη να υπερασπιστεί την εδαφική κυριαρχία της

«Η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία κατοχυρώνει τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αναθεωρείται ούτε επικαιροποιείται και είναι απολύτως σαφής, δίχως να αφήνει ίχνος «γκρίζων ζωνών»: το μήνυμα αυτό στέλνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλος, στο μήνυμά του με την ευκαιρία της εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου. «Υπό τα δεδομένα αυτά -συνεχίζει- η Τουρκία πρέπει να κατανοήσει και να σεβασθεί ότι η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοούν την ευρωπαϊκή της προοπτική, πλην όμως έχουν και τη θέληση αλλά και τη δύναμη να υπερασπισθούν, αμέσως και αποτελεσματικώς, τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τους».

Παραλλήλως, στο μήνυμά του ο Πρόεδρος περιγράφει τους ελληνικούς όρους στο πρόβλημα με την ΠΓΔΜ, αλλά και τις προϋποθέσεις επίλυσης του Κυπριακού.

Εν κατακλείδι, ο κ. Παυλόπουλος θυμίζει και μια «αυταπόδεικτη αλήθεια», όπως λέει: «Όσες φορές εμείς, οι Έλληνες, πορευθήκαμε ενωμένοι μεγαλουργήσαμε. Ενώ ο διχασμός μας οδήγησε σε καταστροφές, που στοίχισαν ακόμη και κομμάτια του εθνικού μας κορμού».

Ολόκληρο το μήνυμα του Προέδρου της Δημοκρατίας για την 25η Μαρτίου έχει ως εξής:

«Εορτάζουμε, με τον αρμόζοντα σεβασμό και την δέουσα λαμπρότητα, την Εθνεγερσία του 1821, η οποία αποτέλεσε την “Ανάσταση” του γένους μας, καθώς οδήγησε στην κατάλυση της μακρόχρονης υποδούλωσης των προγόνων μας στον οθωμανικό ζυγό και στην δημιουργία του νεότερου ελληνικού κράτους. Τότε οι Έλληνες αναδείχθηκαν, όπως πάντοτε στην ηρωϊκή και μακραίωνη ιστορία τους, «και παρά δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και εν τοις δεινοίς ευέλπιδες». Έτσι αγνόησαν την αριθμητική υπεροχή των κατακτητών και επαναστάτησαν για ν’ ανακτήσουν την ελευθερία τους που αποτελεί, άλλωστε, όπως επανειλημμένως έχω τονίσει, υπαρξιακή αρχή και, άρα, τρόπο ζωής για το έθνος μας και το λαό μας.

Η ελληνική επανάσταση εκδηλώθηκε μέσα σ’ ένα αντίξοο διεθνές πολιτικό περιβάλλον, στο οποίο διακυβεύονταν κρίσιμα συμφέροντα των τότε μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Και τούτο διότι, αφενός οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ήταν σύμφωνες όσον αφορά την αρχή της νομιμότητας της απόλυτης μοναρχίας, η οποία όμως είχε κλονισθεί από το 1820 με τις εξεγέρσεις της Νότιας Αμερικής εναντίον της Ισπανίας, τις φιλελεύθερες και εθνικές επαναστάσεις του Πεδεμοντίου και της Νεάπολης, καθώς και τον φιλελεύθερο ξεσηκωμό της Ισπανίας εναντίον του απολυταρχισμού των Βουρβώνων. Και, αφετέρου, οι δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας διαφωνούσαν μεταξύ τους για το «Ανατολικό ζήτημα», δοθέντος ότι ο κύριος σκοπός της Αυστρίας και της Αγγλίας ήταν να αναστείλουν την ανησυχητική προώθηση της Ρωσίας προς τα Βαλκάνια και τον Εύξεινο Πόντο. Η Ελληνική Επανάσταση, όπως ήταν αναμενόμενο, αρχικώς καταδικάσθηκε από την Ιερά Συμμαχία. Όμως, η εμβληματική επιτυχία της Εθνεγερσίας μας από το 1821 ως το 1824, η εντυπωσιακή ανθεκτικότητά της στις εμφανισθείσες δυσχέρειες από το 1825 ως το 1827, αλλά και το απαράμιλλο κίνημα του φιλελληνισμού που εμφανίστηκε στην Ευρώπη, εμπνέοντας ορισμένα από τα πιο εκλεκτά της τέκνα να σταθούν αλληλέγγυα στον αγώνα των Ελλήνων για την ελευθερία -προσφέροντας μάλιστα τις περιουσίες τους και ενίοτε την ίδια την ζωή τους για την ευόδωση αυτού του αγώνα- είχαν ως αποτέλεσμα την συγκρότηση από την Ρωσία, την Αγγλία και την Γαλλία της Τριπλής Συμμαχίας, τον Ιούλιο του 1827. Ακολούθησε η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, στις 20 Οκτωβρίου 1827, όπου καταστράφηκε ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, γεγονός που σηματοδότησε την τελειωτική νικηφόρα έκβαση του μοναδικού, ως προς τον επιδειχθέντα ηρωϊσμό, ξεσηκωμού των προγόνων μας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Στην σημερινή εποχή η Ελλάδα είναι δύναμη προαγωγής και ανάπτυξης πολιτισμού και δημοκρατίας, αλλά και δύναμη υπεράσπισης της ειρήνης και της ασφάλειας στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, η οποία σέβεται εμπράκτως και με απόλυτη συνέπεια το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο στο σύνολό του. Έτσι, επιδιώκει τη φιλία και τη συνεργασία με όλους της τους γείτονες, ενώ παράλληλα φιλοδοξεί, ως αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης, να συμμετάσχει ενεργά στην ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, μέσω της οικοδόμησης μιας ομοσπονδιακού τύπου Ευρώπης, υπό όρους αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και σεβασμού του κράτους δικαίου και, κατ’ εξοχήν, του κοινωνικού κράτους δικαίου.

Οι βασικές αυτές αρχές, που διέπουν με σταθερότητα και συνέπεια την διεθνή συμπεριφορά της χώρας μας έναντι πάντων, εξειδικεύονται ως εξής στις επιμέρους σχέσεις μας με τις γειτονικές μας χώρες:

Α. Ως προς την Τουρκία: Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας. Όμως, οι σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Τουρκία, όπως επίσης και η ευρωπαϊκή της προοπτική -την οποία εμείς, οι Έλληνες, ευνοούμε- εξαρτάται από τον πλήρη σεβασμό του συνόλου του διεθνούς και του ευρωπαϊκού Δικαίου. Ιδιαιτέρως δε από τον πλήρη σεβασμό της Συνθήκης της Λωζάνης, της Συνθήκης των Παρισίων του 1947 και του Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο δεσμεύει την Τουρκία με την μορφή γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, εφαρμοζόμενων εν συνόλω και όχι επιλεκτικώς. Επιπλέον, η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία κατοχυρώνει τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αναθεωρείται ούτε επικαιροποιείται και είναι απολύτως σαφής, δίχως να αφήνει ίχνος «γκρίζων ζωνών». Υπό τα δεδομένα αυτά η Τουρκία πρέπει να κατανοήσει και να σεβασθεί ότι η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοούν την ευρωπαϊκή της προοπτική, πλην όμως έχουν και τη θέληση αλλά και τη δύναμη να υπερασπισθούν, αμέσως και αποτελεσματικώς, τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τους.

Β. Ως προς την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας: Στηρίζουμε την πορεία ένταξης της φίλης ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τούτο όμως, για λόγους σεβασμού της ιστορίας, του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου, προϋποθέτει προηγούμενη λύση ως προς το όνομά της, η οποία θα εμπεριέχει τις απαραίτητες εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού. Κατόπιν τούτου ένας τρόπος υπάρχει για να προχωρήσει η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ: Πρώτον, προηγούμενη αναθεώρηση, προς αυτή την κατεύθυνση, του Συντάγματός της, κάτι το οποίο σηματοδοτεί και τον σεβασμό που η Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ επιδεικνύουν απέναντι στην έννομη τάξη της και στο κράτος δικαίου εν γένει. Και, δεύτερον, συμφωνία που θα εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού που προανέφερα.

Επίσης, αποτελεί διαρκές χρέος μας να μην λησμονούμε την Κύπρο. Για την Μεγαλόνησο, η οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την τραγωδία της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής εδαφών της, πρέπει να διασφαλισθεί λύση δίκαιη και βιώσιμη, πλήρως σύμφωνη με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο, πρωτογενές και παράγωγο. Λύση η οποία θα διασφαλίσει, οριστικώς και αμετακλήτως, μεταξύ άλλων, ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης με ενιαία διεθνή προσωπικότητα και πλήρη κυριαρχία, απαλλαγμένο από στρατεύματα κατοχής και εγγυήσεις τρίτων, που αντιτίθενται άλλωστε πλήρως στην κατά το ευρωπαϊκό κεκτημένο έννοια της κυριαρχίας.

Με την ευκαιρία της εθνικής μας εορτής της 25ης Μαρτίου έχω χρέος να επισημάνω ότι κατά την ιστορική πορεία του λαού μας και του έθνους μας επιβεβαιώθηκε, μεταξύ άλλων, η ακόλουθη αυταπόδεικτη αλήθεια: Όσες φορές εμείς, οι Έλληνες, πορευθήκαμε ενωμένοι μεγαλουργήσαμε. Ενώ ο διχασμός μας οδήγησε σε καταστροφές, που στοίχισαν ακόμη και κομμάτια του εθνικού μας κορμού. «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές», συμπύκνωσε αποφθεγματικώς ο εθνικός μας ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός. Και η αρχή αυτή οφείλει να αποτελεί γνώμονα των προσωπικών και συλλογικών ενεργειών μας, εφεξής και ες αεί. Η πρόσφατη πολύπλευρη κρίση της κοινωνίας μας και της οικονομίας μας παρέχει αφορμή για πολλαπλά συμπεράσματα. Αναλογιζόμενοι τα σφάλματά μας αλλά και διδασκόμενοι από αυτά, οφείλουμε να εργασθούμε, παρά τις όποιες απολύτως θεμιτές στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος πολιτικές μας διαφορές, για την οικοδόμηση μιας καλύτερης Ελλάδας, για χάρη των επόμενων γενεών. Πρέπει να εργασθούμε συστηματικά προς αυτή την κατεύθυνση, με αυτογνωσία και αυτοπεποίθηση αλλά και ανυπόκριτη διάθεση για συλλογική δημιουργία υπέρ του εθνικού και του δημόσιου συμφέροντος. Μόνον έτσι θα αποδείξουμε ότι δεν είμαστε μόνο κληρονόμοι ενός λαμπρού και πανανθρώπινης αξίας παρελθόντος, αλλά και άξιοι συνεχιστές του, ικανοί να εγγυηθούμε στον λαό μας και το έθνος μας το μέλλον που οφείλουμε να διεκδικήσουμε στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής μας οικογένειας και της διεθνούς κοινότητας εν γένει.

ΑΠΕ-ΜΠΕ