Ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων προτείνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης (φώτος)

Την πρότασή του για ένα σύγχρονο ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων, ανέπτυξε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο συνέδριο της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος.

To ασφαλιστικό μας σύστημα δεν έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει το βασικό πρόβλημα παρά τις μεταρρυθμίσεις και τους εξορθολογισμούς και τις περικοπές των τελευταίων χρόνων, είπε ο κ. Μητσοτάκης και προσέθεσε ότι το σημερινό αδιέξοδο σύστημα πρέπει να αντικατασταθεί από ένα σύγχρονο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό σύστημα τριών πυλώνων που θα αντλεί από την εμπειρία άλλων χωρών, όπως οι σκανδιναβικές χώρες.

-Ο πρώτος πυλώνας θα είναι κρατικός, υποχρεωτικός με βάση το αναδιανεμητικό σύστημα.
-Ο δεύτερος πυλώνας θα είναι επίσης υποχρεωτικός, αλλά με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα και ο ασφαλισμένος θα μπορεί να επιλέξει είτε κρατικό είτε ιδιωτικό φορέα.
-Ο τρίτος πυλώνας θα είναι ιδιωτικός, προαιρετικός με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα.

Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι η ελληνική αγορά είναι υποασφαλισμένη και συμπλήρωσε ότι στο πρόγραμμά του θα υπάρξει συνολικά μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.

Στη συνέχεια ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας αμφισβήτησε το αφήγημα της κυβέρνησης για καθαρή έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018: «Τον Αύγουστο ολοκληρώνεται ένα αχρείαστο μνημόνιο. Σήμερα τέσσερα χρόνια μετά αγωνιζόμαστε να φθάσουμε εκεί που είμαστε το 2014, αλλά τώρα είμαστε φτωχότεροι αφού μειώθηκε το διαθέσιμο εισόδημα και περισσότερο χρεωμένοι, τόσο ως Δημόσιο όσο και ως φυσικά και νομικά πρόσωπα. Κάπως έτσι πάμε να βγούμε από το μνημόνιο χωρίς να συζητάμε πως θα είναι η επόμενη ημέρα. Η κυβέρνηση λέει ότι θα είναι καθαρή έξοδος με χρηματοδότηση από τις αγορές. Είναι μία προσέγγιση που εξυπηρετεί το κομματικό αφήγημα αλλά όχι τα συμφέροντα της χώρας για 3 λόγους:

1ον . Τα περί εξόδου από το Μνημόνιο είναι νέο μεγάλο ψέμα της Κυβέρνησης. Γιατί το λέω αυτό; Διότι το τέταρτο Μνημόνιο έχει ουσιαστικά ήδη υπογραφεί από την στιγμή που η σημερινή Κυβέρνηση έχει αναλάβει δεσμεύσεις που πηγαίνουν πέρα από τον Αύγουστο του 2018, καθοριστική ημερομηνία λήξης του τρίτου προγράμματος. Σας θυμίζω ότι, σε 10 μήνες από τώρα, την 1/1/2019 θα υπάρξει νέα ήδη νομοθετημένη περικοπή συντάξεων που θα φτάσει και το 18%. Περικοπή που είναι πολύ πιθανό να εφαρμοστεί ταυτόχρονα με τη μείωση του αφορολογήτου ορίου στα 5.600 ευρώ. Το οποίο απλούστατα σημαίνει ότι το 2020 -ενδεχομένως και το 2019- θα πληρώνουν φόρο ακόμα και οι εργαζόμενοι που έχουν μηνιαίο εισόδημα 500 ευρώ. Είναι αυτοί τους οποίους η Κυβέρνηση υποτίθεται ότι προστατεύει.

2ον. Το κόστος δανεισμού ανεβαίνει, καθώς υποκαθίσταται ένας φθηνός δανεισμός από τον ESM, με ακριβό δανεισμό από τις αγορές. Η έκδοση του επταετούς ομολόγου, πριν από λίγες εβδομάδες, μας δείχνει τι ενδεχομένως πρόκειται να συμβεί στο μέλλον. Θέλω να σας θυμίσω ότι η Ελλάδα δανείζεται από τον ESM με επιτόκιο περίπου 0,9%, αλλά δανείστηκε από τις αγορές με επιτόκιο 3,5%. Ακολούθως -για λόγους που νομίζω ότι είναι λίγο πολύ γνωστοί σε όλους σας και έχουν φυσικά να κάνουν και με το τοξικό κλίμα της εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης- οι αποδόσεις αυτού του ομολόγου ανέβηκαν αμέσως πάνω από το 4%. Προσέξτε: η Ελλάδα φυσικά και θα πρέπει να δανείζεται, όπως όλες οι κανονικές χώρες. Αλλά θα πρέπει να δανείζεται με ένα λογικό κόστος δανεισμού. Αυτήν τη στιγμή δανειζόμαστε πολύ ακριβά για να φτιάξουμε έναν «κουμπαρά». Αυτό το λεγόμενο cash buffer. Ο κουμπαράς όμως αυτός υπάρχει ήδη. Είναι τα αδιάθετα υπόλοιπα ύψους περίπου 25 δις ευρώ, από το 3ο Μνημόνιο. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν -ενώ έχουμε υπογράψει μια δανειακή σύμβαση, που ακόμα είναι σε ισχύ μέχρι τον Αύγουστο του 2018- να παίρνουμε από τη μια νέα, πρόσθετα, μέτρα για μετά τη λήξη του προγράμματος και από την άλλη να μην αξιοποιούμε πλήρως τα χρηματοδοτικά εργαλεία του 3ου προγράμματος; Η κυβερνητική θέση σε αυτό το ζήτημα είναι εθνικά απαράδεκτη, αλλά και οικονομικά ασύμφορη για τη χώρα.

3ον. Η Ελλάδα, δυστυχώς, όπως είδατε, παραμένει ευάλωτη στις αναταράξεις των αγορών. Εξαιτίας της σημερινής Κυβέρνησης έχουμε δεσμευθεί σε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του Α.Ε.Π. τουλάχιστον μέχρι το 2022. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι έχουν παρθεί συνολικά μέτρα ύψους σχεδόν 15 δις ευρώ τα οποία κατά την άποψή μου βασίζονται σε ένα λάθος μείγμα πολιτικής, με υπερφορολόγηση και με εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές. Και όλα αυτά από μια Κυβέρνηση η οποία φαίνεται να έχει αλλεργία στις πραγματικά διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Όλα αυτά βάζουν φρένο στην οικονομική δυναμική την οποία μπορεί να έχει η χώρα μας. Θέλω να σας θυμίζω ότι είμαστε σήμερα η μόνη χώρα της Ευρώπης, η μόνη χώρα της Ευρωζώνης, στην οποία ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2017 παρέμεινε αναιμικός. Ήμασταν η μόνη χώρα το 2017, όπου ο ρυθμός ανάπτυξης αναθεωρήθηκε προς τα κάτω, ενώ για όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναθεωρήθηκε προς το καλύτερο. Και δυστυχώς, αυτός ο αναιμικός ρυθμός ανάπτυξης, σε όλα τα μοντέλα ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους, είναι ο βασικός παράγοντας που διατηρεί το δημόσιο χρέος της Ελλάδας σε πολύ υψηλά επίπεδα σε σχέση με το Α.Ε.Π. για τις επόμενες δεκαετίες.

Επομένως, οποιοδήποτε φτέρνισμα των αγορών, σε αυτές τις συνθήκες, μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε πνευμονία για την Ελλάδα, η οποία όσο δεν αποκτά ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική, τόσο θα είναι ευάλωτη σε πιέσεις. Και, αντί να μιλήσουμε για αυτά τα ζητήματα, αντί να πούμε ανοιχτά την αλήθεια στον ελληνικό λαό, η Κυβέρνηση προτιμά να διχάζει τους πολίτες, να ανακαλύπτει σκάνδαλα και να κυλά την πολιτική ζωή της χώρας στη λάσπη. Είναι αυτά τα ψέματα και ο πολιτικός καιροσκοπισμός τον οποίο πρέπει να αφήσουμε πίσω μας. Γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι αυτά δεν μας αξίζουν. Αξίζουμε καλύτερα. Και μπορούμε καλύτερα. Το σημερινό μείγμα πολιτικής είναι ένα μείγμα αποτυχημένο. Και εσείς το ξέρετε καλύτερα από τον οποιονδήποτε. Διότι το βλέπετε κάθε μέρα στη δουλειά σας”.

Ο κ. Μητσοτάκης δεσμεύτηκε ότι θα αλλάξει το μείγμα της οικονομικής πολιτικής και θα το «πετύχουμε με ένα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων που θα είναι δικό μας και δεν θα μας το έχει επιβάλλει κανείς». «Θα περιλαμβάνει μία σειρά από κοστολογημένες μεταρρυθμίσεις για να πάρει μπροστά η οικονομία. Μείωση των φορολογικών και των ασφαλιστικών εισφορών μέσα σε ένα σχέδιο αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής και με σχέδια φοροκινήτρων. Πρέπει να διαμορφώσουμε μία σειρά φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις. Αυτή η μείωση εντάσσεται σε ένα συνολικό σχέδιο μείωσης της παραοικονομίας που το 2016 έφθασε στο 21% του ΑΕΠ», εξήγησε και προσέθεσε: «Το σχέδιό μας θα παρουσιαστεί πριν τις εκλογές και η δική μας συμφωνία θα είναι συμφωνία αλήθειας».