Γερμανοί Βουλευτές: «Η ελληνική πρόταση είναι ένα καλό σημείο εκκίνησης για εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις»

Θετική ανταπόκριση από μια μερίδα Γερμανών Βουλευτών λαμβάνειν η πρόταση που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση ώστε να υπάρξει μια συμφωνία με τους πιστωτές της Αθήνας. Οι Πράσινοι καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) – δηλαδή τους τρεις θεσμούς- να αποδεχθούν την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης ως βάση για περαιτέρω συζητήσεις.

Η επικεφαλής των Πρασίνων Ζιμόνε Πέτερ δήλωσε στην εφημερίδα Tagesspiegel ότι «ο κ. Τσίπρας υπέβαλε μια ισορροπημένη πρόταση» και πρόσθεσε ότι σε αυτή την κρίσιμη φάση των διαπραγματεύσεων δεν θα πρέπει να υπάρχει «καμία αυθόρμητη άρνηση ή μια ρητορική της “ύστατης προσφοράς”».

Παράλληλα επεσήμανε ότι αυτό ισχύει κυρίως για τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει να εμφανίζεται έτοιμη για διαπραγματεύσεις την ώρα που οι πιστωτές της Ελλάδας αρνούνται να διαπραγματευτούν με βάση την ελληνική πρόταση. Οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να διεξαχθούν βάσει του εγγράφου που κατάρτισαν το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη Δευτέρα από κοινού με τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, υπογράμμισε η κ. Ζιμόνε Πέτερ.

Παρόλα αυτά η κ. Πέτερ ξεκαθάρισε ότι η ελληνική πρόταση είναι «μια καλή βάση» για συμφωνία ενώ από την πλευρά του ο Αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Σοσιαλιστών (SPD) Κάρστεν Σνάιντερ δήλωσε στην Tagesspiegel ότι η πρόταση της Αθήνας μπορεί να είναι «μόνο η αρχή».

«Μόλις η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόσει επιτέλους πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές, θα έχει κερδίσει την υποστήριξή μας. Όμως οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι δεν θα πληρώσουν το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ» σημείωσε με νόημα. Ο Γιάκομπ φον Βαϊζέκερ, Ευρωβουλευτής του SPD, σχολίασε ότι «είναι καλό το γεγονός ότι τώρα η κυβέρνηση στην Αθήνα και οι πιστωτές έχουν ανταλλάξει ουσιαστικά έγγραφα». Από την πλευρά του ο Ευρωβουλευτής των Σοσιαλιστών, Ούντο Μπούλμαν, επεσήμανε ότι η ελληνική πρόταση είναι «ένα καλό σημείο εκκίνησης για εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις» και πρόσθεσε ότι πρέπει να βρεθεί μια λύση, «ώστε τελικά να δοθεί το μήνυμα της οικονομικής ανάπτυξης».