Δύο καλά νέα για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας καταφθάνουν τις τελευταίες μέρες σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη.
Το πρώτο αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης το δεύτερο τρίμηνο εφέτος ο οποίος, σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, εμφανίζει σαφείς τάσεις επιτάχυνσης σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο (0,3%). Το δεύτερο αφορά στην πορεία του πληθωρισμού ο οποίος παρά το γεγονός ότι παρέμεινε στάσιμος τον Απρίλιο στο 2,4%, εντούτοις εκτιμάται ότι παραμένει σε πτωτική τροχιά, σύμφωνα με τους στόχους που έχει θέσει η ΕΚΤ. Πρόκειται για εξέλιξη που ενισχύει την προοπτική μείωσης των επιτοκίων όχι μόνο τον Ιούνιο αλλά ενδεχομένως και τον Ιούλιο εφόσον βεβαίως επιβεβαιωθεί το επόμενο διάστημα η τάση αυτή.
Τούτων δοθέντων, η ευρωζώνη δείχνει να ξεπερνά τη φάση “τεχνητής ύφεσης” στην οποία είχε περιέλθει τα δύο προηγούμενα τρίμηνα. Και μάλιστα σε συνθήκες υποχώρησης του πληθωρισμού, γεγονός που ανοίγει τον δρόμο για μείωση των επιτοκίων τους επόμενους μήνες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος, της κατανάλωσης και των επενδύσεων.
Η ελληνική ανάπτυξη
Αυτό το θετικό περιβάλλον διασφαλίζει ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει ισχυρή με βάση τις προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας εφέτος και τα επόμενα χρόνια, επισημαίνουν οικονομικοί παράγοντες με γνώση των διεργασιών που συντελούνται σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη.
Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατατέθηκε στην Κομισιόν στα μέσα της εβδομάδας προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα 2,5% εφέτος και 2,6% το 2025. Οι προβλέψεις αυτές στηρίζονται στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης σε ετήσια βάση κατά 1,6% τη διετία 2024-2025, κυρίως λόγω της αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος, από την αύξηση των μισθών και την υποχώρηση του πληθωρισμού. Σε αντίθετη τροχιά θα κινηθεί η δημόσια κατανάλωση, όπου ο ρυθμός αύξησής της θα διαμορφωθεί σε χαμηλά επίπεδα εφέτος (0,7%) και σε αρνητικά επίπεδα το 2025 (-2,5%). Σημαντικότερη, ωστόσο, συγκριτικά με την ιδιωτική κατανάλωση θα είναι η συμβολή στην ανάπτυξη των ιδιωτικών επενδύσεων. Σύμφωνα με το πρόγραμμα ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αναμένεται να αυξηθεί κατά 9,1% το 2024 και κατά 14,4% το 2025 ως αποτέλεσμα της απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, της μείωσης των επιτοκίων αλλά και του ευνοϊκότερου περιβάλλοντος που δημιουργεί για την ελληνική οικονομία η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Έτσι, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα αυξηθούν στο 17% το 2025, από 14% το 2023, περιορίζοντας με τον τρόπο αυτόν τη διαφορά από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (22% το 2023)
Οι δημοσιονομικές προβλέψεις
Σε ό,τι αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού το πρόγραμμα προβλέπει ότι θα διαμορφωθεί στο 2,1% του ΑΕΠ εφέτος και το 2025, αντίστοιχα, ενώ το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης σε 1,2% του ΑΕΠ εφέτος και 0,9% του ΑΕΠ το 2025. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να περιοριστεί στο 146,3% του ΑΕΠ το 2025 από 152,7% του ΑΕΠ εφέτος και 161,9% του ΑΕΠ πέρυσι.