Πώς θα εκδίδονται οι συντάξεις fast track και οι «συντάξεις εμπιστοσύνης»-Τι προβλέπει η τροπολογία

Τo πλαίσιο της έκδοσης των συντάξεων fast track και των «συντάξεων εμπιστοσύνης», δηλαδή των βασικών ρυθμίσεων που εξήγγειλε ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης, περιγράφεται σε τροπολογία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή στο νομοσχέδιο «Δουλειές Ξανά».

Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, «με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, επιδιώκεται δραστική επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής συντάξεων, καθώς αντιμετωπίζονται οι καθυστερήσεις στην έκδοση συνταξιοδοτικών αποφάσεων που οφείλονται στην επαλήθευση των στοιχείων που είναι διαθέσιμα στο ηλεκτρονικό σύστημα του ΕΦΚΑ. Στόχος είναι να δοθεί τέλος στην ομηρία των ασφαλισμένων, που πολλές φορές αναγκάζονται να περιμένουν χρόνια για να λάβουν τη σύνταξή τους, για την οποία έχουν πληρώσει εισφορές, χωρίς να έχουν άλλους πόρους για τον βιοπορισμό τους, εκτός από την προκαταβολή σύνταξης».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, οι κυριότερες ρυθμίσεις της τροπολογίας είναι οι εξής:

«1. Ο ΕΦΚΑ εκδίδει πράξη απονομής κύριας σύνταξης (ή απορρίπτει τη σχετική αίτηση, αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις απονομής της), εντός προθεσμίας τριών μηνών. Στο διάστημα αυτό, δηλαδή, οι υπηρεσίες του ΕΦΚΑ θα πρέπει να ελέγξουν το ασφαλιστικό ιστορικό του αιτούντος και να αποφασίσουν, εάν δικαιούται σύνταξη και πόση.

2. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής, οι πράξεις απονομής της σύνταξης εκδίδονται, σύμφωνα με τα δεδομένα του ασφαλιστικού ιστορικού που είναι καταγεγραμμένα στο Πληροφοριακό Σύστημα ‘ΑΤΛΑΣ’ (ή άλλα πληροφοριακά συστήματα που διαθέτει ο ΕΦΚΑ) και των δηλώσεων και στοιχείων που έχουν υποβάλει οι ασφαλισμένοι μαζί με την αίτησή τους για συνταξιοδότηση, για να τεκμηριώσουν ότι έχουν περισσότερο ασφαλιστικό χρόνο από αυτόν που αναγνωρίζεται στο ηλεκτρονικό σύστημα. Ο επιπλέον χρόνος μπορεί να θεμελιώνεται και με βεβαιώσεις πιστοποιημένων επαγγελματιών, επομένως μπορεί να υπάρχει συνδυασμός του ασφαλιστικού ιστορικού που βρίσκεται στο σύστημα ‘ΑΤΛΑΣ’ (για τον ασφαλιστικό χρόνο που είναι καταγεγραμμένος εκεί) και της βεβαίωσης του πιστοποιημένου επαγγελματία για τον υπόλοιπο χρόνο.

Τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί δεν επαληθεύονται πριν από την έκδοση της πράξης απονομής σύνταξης, αλλά ελέγχονται εκ των υστέρων. Αυτή είναι η βασική φιλοσοφία της διαδικασίας ταχείας απονομής σύνταξης (fast track).

3. Ειδικά, για τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί, μέχρι τις 31 Μαρτίου 2022 και είναι εκκρεμείς μέχρι τη θέση σε ισχύ της διάταξης, η πράξη απονομής σύνταξης εκδίδεται στη βάση των στοιχείων που είναι καταγεγραμμένα στα πληροφοριακά συστήματα του e-ΕΦΚΑ και των δηλώσεων των ασφαλισμένων για την αναγνώριση χρόνου σύνταξης επιπλέον αυτού που προκύπτει από τα προαναφερθέντα συστήματα. Στην περίπτωση αυτή, οι δηλώσεις γίνονται δεκτές χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση παραστατικών που τις τεκμηριώνουν. Γι’ αυτό και η διαδικασία εδώ θα είναι ακόμη ταχύτερη και θα στηρίζεται στην εμπιστοσύνη του κράτους προς τον ασφαλισμένο (‘συντάξεις εμπιστοσύνης’). Και εδώ ο έλεγχος των προσκομιζόμενων στοιχείων και δικαιολογητικών θα γίνεται εκ των υστέρων. Μάλιστα, στην πράξη της απονομής σύνταξης θα αναφέρεται ότι οι ασφαλισμένοι είναι υποχρεωμένοι να διατηρήσουν φυσικά παραστατικά που τυχόν δεν έχουν προσκομίσει στον ΕΦΚΑ για 10 χρόνια, προκειμένου να μπορούν να προσκομιστούν κατά τη διάρκεια των ελέγχων.

4. Καθιερώνεται προθεσμία τριών μηνών για την έκδοση επικουρικής σύνταξης, η οποία ξεκινά με την έκδοση της κύριας σύνταξης, καθώς και προθεσμία έξι μηνών για τη χορήγηση εφάπαξ, με αφετηρία την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος.

5. Διευκρινίζεται ότι οι προθεσμίες αυτές, περιλαμβανομένης και της τρίμηνης προθεσμίας για την έκδοση κύριας σύνταξης, δεν ισχύουν για διεθνείς συντάξεις, δηλαδή για συντάξεις που εκδίδονται με τη συνδρομή και τη συμμετοχή ασφαλιστικών φορέων άλλων κρατών.

Πώς θα διενεργούνται οι έλεγχοι, μετά την έκδοση των συντάξεων

6. Οι πράξεις απονομής συντάξεων που εκδόθηκαν με ταχείες διαδικασίες ελέγχονται εντός τριών ετών από την έκδοσή τους και, σε κάθε περίπτωση, έως την πάροδο πέντε ετών από την έκδοση. Αν προκύψει ότι το ασφαλιστικό ιστορικό που λήφθηκε υπόψη για την έκδοσή τους ήταν λανθασμένο, οι πράξεις μεταρρυθμίζονται ή ανακαλούνται κατά περίπτωση. Τα αποτελέσματα του ελέγχου δεν μπορούν να οδηγήσουν σε καταλογισμούς εις βάρος του συνταξιούχου που εκτείνονται χρονικά πέραν της τριετίας.

7. Αν από τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι ο ασφαλιστικός χρόνος που ελήφθη υπόψη για την έκδοση της σύνταξης είναι μεγαλύτερος του πραγματικού χρόνου μέχρι δύο έτη, επιτρέπεται στον ασφαλισμένο να καλύψει τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές εντός ενός έτους, είτε με καταβολή, είτε με παρακράτηση από την καταβαλλόμενη σύνταξη, είτε με συνδυασμό των δύο τρόπων. Η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών γίνεται, είτε με την τρέχουσα αξία τους, είτε με τρόπο παρόμοιο με αυτόν της αναγνώρισης πλασματικού χρόνου. Εάν ασκηθεί αυτό το δικαίωμα, η πράξη απονομής σύνταξης διατηρεί την ισχύ της και δεν συντρέχει περίπτωση αναζήτησης αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων.

8. Ειδικά, οι δηλώσεις περί χρόνου ασφάλισης επιπλέον αυτού που προκύπτει από το Π.Σ. ‘ΑΤΛΑΣ’ που ελήφθησαν υπόψη, για να εκδοθούν πράξεις απονομής σύνταξης επί αιτημάτων που είχαν υποβληθεί έως τις 31 Μαρτίου 2022, χωρίς την προσκόμιση φυσικών παραστατικών που να τις θεμελιώνουν, ελέγχονται εντός προθεσμίας πέντε ετών, που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί τα 10 χρόνια. Στην περίπτωση των ‘συντάξεων εμπιστοσύνης’, ο έλεγχος είναι πιο αυστηρός και αντίστοιχος με την αυξημένη εμπιστοσύνη προς τον ασφαλισμένο. Στο πλαίσιο αυτό, αν ζητηθούν έγγραφα που τεκμηριώνουν τον επιπλέον ασφαλιστικό χρόνο και αυτά δεν προσκομιστούν από τον ασφαλισμένο, η καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται, μέχρι να ολοκληρωθεί ο έλεγχος και να ανακληθεί ή μεταρρυθμιστεί αναλόγως η πράξη απονομής σύνταξης.

9. Η αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών στον βαθμό που αυτές καταβλήθηκαν, βάσει δηλώσεων του ασφαλισμένου, για τις οποίες δεν υποβλήθηκε τεκμηρίωση (δεν συνοδεύονταν δηλαδή από δικαιολογητικά), ανατρέχει στην έκδοση της πράξης απονομής σύνταξης. Δεν υπάρχει, δηλαδή, ο χρονικός περιορισμός της τριετίας που ισχύει στις περιπτώσεις όπου η δήλωση του ασφαλισμένου για επιπλέον ασφαλιστικό χρόνο είχε τεκμηρίωση.

10. Διευκρινίζεται ότι οι περιορισμοί στον έλεγχο, το χρονικό σημείο αυτού και την αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, δεν ισχύουν για τις περιπτώσεις κατά την οποία η συνταξιοδοτική απόφαση εκδόθηκε, κατόπιν απατηλής συμπεριφοράς του ασφαλισμένου, αν δηλαδή αυτός υπέβαλε στοιχεία, γνωρίζοντας ότι ήταν πλαστά ή αναληθή. Επομένως, δεν μπορεί κάποιος να καταχραστεί την εμπιστοσύνη που του δείχνει το κράτος και, στη συνέχεια, να αποφύγει τον έλεγχο. Εννοείται ότι στις περιπτώσεις αυτές αναζητούνται και ποινικές ευθύνες, εάν υπάρχουν.

11. Προβλέπεται η σύνταξη ετήσιας απολογιστικής έκθεσης για τις περιπτώσεις ταχείας απονομής σύνταξης, στην οποία θα αποτυπώνεται το πλήθος και το αποτέλεσμα των ελέγχων και ο οικονομικός αντίκτυπος αυτών.

Οι υπόλοιπες ρυθμίσεις

12. Προβλέπεται ότι τα έγγραφα που τεκμηριώνουν επιπλέον ασφαλιστικό χρόνο, του οποίου την αναγνώριση ζητάει ο ασφαλισμένος, δεν είναι απαραίτητο να υποβάλλονται σε φυσική μορφή στον e-ΕΦΚΑ εντός 15 ημερών από την αίτηση συνταξιοδότησης, αλλά μπορούν να αναρτώνται ηλεκτρονικά κατά την ημερομηνία της αίτησης και να διατηρούνται από τον ασφαλισμένο για πέντε έτη, προκειμένου να επιδειχθούν σε περίπτωση ελέγχου. Εάν δεν επιδειχθούν κατά τον έλεγχο, η πράξη απονομής σύνταξης ανακαλείται ή μεταρρυθμίζεται, κατά περίπτωση.

13. Αναφορικά με τα στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη διαπίστωση του χρόνου ασφάλισης και την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής συντάξεων, προβλέπεται ως γενική αρχή ότι θα αξιοποιείται κάθε πρόσφορο στοιχείο ή έγγραφο για την απόδειξη της ασφαλιστέας ιδιότητας και τον ασφαλιστικό χρόνο του αιτούντος. Προσδιορίζονται επίσης τα έγγραφα και οι διαδικασίας που λαμβάνονται υπόψη κατά περίπτωση.

Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι:

– Αξιοποιούνται τα βιβλιάρια ασθενείας για την εξεύρεση του χρόνου ασφάλισης στο τέως ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

– Λαμβάνεται υπόψη κάθε έγγραφο δημόσιας υπηρεσίας, στην οποία είχε απασχοληθεί ο αιτών σύνταξη, με βάση τις διατάξεις της διαδοχικής σύνταξης, εφόσον προκύπτει από αυτό ο χρόνος υπηρεσίας, η ασφάλιση και η καταβολή των εισφορών.

– Αξιοποιείται ο χρόνος επικουρικής ασφάλισης στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για τη θεμελίωση χρόνου ασφάλισης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, όταν αυτή χορηγείται από το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων.

– Δίνεται δυνατότητα χρήσης στατιστικών μεθόδων για την επεξεργασία συγκρίσιμων στατιστικών στοιχείων, ώστε να γίνεται αναπροσαρμογή συντάξεων, όταν ελλείπουν διαθέσιμα στοιχεία σε ηλεκτρονική μορφή και εξουσιοδοτείται ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων να ρυθμίσει τις σχετικές προϋποθέσεις και λεπτομέρειες.

– Aνοίγει ο δρόμος για την αξιοποίηση, με στόχο την επιτάχυνση της απονομής συντάξεων, σύγχρονων μηχανογραφικών εργαλείων και, ιδίως, τεχνολογίας ρομποτικής αυτοματοποίησης διαδικασιών, (Robotic Process Automation-R.P.A.), καθώς και μεθόδων αυτοματοποιημένης ανάλυσης δεδομένων.

14. Τροποποιείται η ρύθμιση για τη διαδικασία υποβολής αιτήματος συνταξιοδότησης, ώστε να γίνεται αυτοματοποιημένος έλεγχος ύπαρξης οφειλών του ασφαλισμένου προς τον e-ΕΦΚΑ άνω του ορίου που αποκλείει τη συνταξιοδότηση και να παρέχεται δίμηνη προθεσμία εξόφλησης των οφειλών, προκειμένου ο ασφαλισμένος να έχει δικαίωμα συνταξιοδότησης. Επίσης, προβλέπεται ότι, σε περιπτώσεις που η σύνταξη συναρτάται με την αναπηρία του ασφαλισμένου, η έναρξη επεξεργασίας του αιτήματος γίνεται, αφού προσκομισθεί βεβαίωση από το αρμόδιο ΚΕΠΑ σχετικά με το ποσοστό αναπηρίας του αιτούντος.

15. Προβλέπονται δύο τρόποι με τους οποίους οι ασφαλισμένοι που είναι κοντά στα όρια για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος μπορούν να αναγνωρίσουν περισσότερο χρόνο ασφάλισης:

– Ο πρώτος τρόπος αφορά ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει τα 67 έτη της ηλικίας τους και χρειάζονται μέχρι 150 ημέρες ασφάλισης, για να θεμελιώσουν δικαίωμα πλήρους συνταξιοδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν αναγνωρίσει περισσότερα από πέντε πλασματικά έτη ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή αναγνωρίζουν μέχρι 150 ημέρες ασφάλισης, καταβάλλοντας τις εισφορές που αντιστοιχούν σε 150 ημέρες ασφάλισης, με βάση το ισχύον, κατά την αναγνώριση, ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη.

– Με τον δεύτερο τρόπο, παρέχεται το δικαίωμα ένταξης στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, χωρίς να γίνεται έλεγχος των προϋποθέσεων ικανότητας προς εργασία και για χρονικό διάστημα μέχρι τρία έτη, για όσους ζητούν να συνταξιοδοτηθούν και είχαν τουλάχιστον 500 ημέρες εργασίας εντός ημερολογιακής περιόδου πέντε ετών πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

15. Τέλος, συμπληρώνονται οι διατάξεις που αναγνωρίζουν ασφαλιστικό χρόνο, με βάση την αρχή της τυπικής ασφάλισης, προκειμένου να προβλεφθεί ρητώς ότι δεν μπορεί να επανελεγχθεί η ορθή ή μη υπαγωγή του ασφαλισμένου για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών από τον χρόνο του ελέγχου».

Δεύτερη τροπολογία

Τέλος, σημειώνεται ότι, με δεύτερη τροπολογία, που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο «Δουλειές Ξανά», προβλέπονται τα ακόλουθα:

Α) Ρυθμίζεται το ζήτημα της καταβολής της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα 2022 στους εργαζόμενους, των οποίων η σύμβαση εργασίας τίθεται σε αναστολή εντός του χρονικού διαστήματος 1 Ιανουαρίου-30 Απριλίου 2022, λόγω των έκτακτων μέτρων που λήφθηκαν για την προστασία των θέσεων εργασίας στις πληγείσες περιοχές από τις φυσικές καταστροφές που προκλήθηκαν από τις πυρκαγιές του Αυγούστου 2021.

Β) Αντιμετωπίζεται το ζήτημα της δυνατότητας λειτουργίας των φροντιστηρίων και των κέντρων ξένων γλωσσών κατά τις Κυριακές και ημέρες αργίας, για τη διεξαγωγή διαγωνισμάτων ή εξετάσεων των μαθητών.

Γ) Παρατείνονται οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου που έχουν συναφθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 207 του ν. 4820/2021. Με τις συμβάσεις αυτές καλύφθηκαν και θα συνεχίσουν να καλύπτονται τα κενά που δημιουργήθηκαν από την επιβολή του ειδικού διοικητικού μέτρου της αναστολής καθηκόντων σε εργαζόμενους φορέων του δημοσίου τομέα που δεν τήρησαν την υποχρέωση εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού COVID-19. Στόχος της είναι η διατήρηση της εύρυθμης λειτουργίας των προαναφερθέντων φορέων του δημοσίου τομέα και, ειδικότερα, των φορέων κοινωνικής πρόνοιας στους οποίους φιλοξενούνται οι κατ’ εξοχήν ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.