ΣτΕ: Εκτός Υπερταμείου ΕΥΔΑΠ - ΕΥΑΘ

Αντισυνταγματική κρίνει η Ολομέλεια του Συμβούλιο της Επικρατείας την ένταξη των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο, γεγονός που ανατρέπει όλα τα μέχρι σήμερα δεδομένα για τις δύο εταιρείες.

Πρόκειται για απόφαση, η οποία εκτιμάται ότι φέρνει αλυσιδωτές επιπτώσεις ακόμη και στις διοικήσεις των δύο επιχειρήσεων.

Η προσφυγή στο Ανώτατο Ακυρωτικό δικαστήριο, είχε γίνει από τα σωματεία εργαζομένων και είναι η δεύτερη φορά που το ΣτΕ υπεραμύνεται του δημόσιου αγαθού του νερού. Η πρώτη απόφαση είχε εκδοθεί το 2014 και ήταν εκείνη που ανέτρεψε την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ.

Το σκεπτικό του δικαστηρίου είναι ότι οι δύο κρατικές εταιρείες ύδρευσης πρέπει να διατηρήσουν το ιδιοκτησιακό και πραγματικό έλεγχο των επιχειρήσεων τους, προκειμένου να αποφευχθούν σημαντικές ανατιμήσεις στη χρήση του νερού και για να διασφαλιστεί η κρατική εγγύηση της ποιοτικής, ασφαλούς, συνεχούς, αδιάλειπτης και καθολικής πρόσβασης σε αυτές.

Η ολομέλεια του ΣτΕ ουσιαστικά ευθυγραμμίζεται με την αντίστοιχη του Δ’ Τμήματος του ΣτΕ, η οποία είχε εκδοθεί το καλοκαίρι του 2020 και έκρινε αντισυνταγματική την μεταφορά του 50% των μετοχών των δύο κρατικών εταιρειών στην ΕΕΣΥΠ. Λόγω όμως της σπουδαιότητας του θέματος αποφασίστηκε τότε να μεταφερθεί το θέμα στην κρίση της Ολομέλειας.

Να σημειωθεί ότι το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ με νεώτερη απόφαση (92/2022) που δημοσιεύθηκε στις 18 Γενάρη αποφαίνεται και κατά της ΚΥΑ τιμολόγησης νερού, εναντίον της οποίας είχαν επίσης προσφύγει τα ίδια σωματεία εργαζομένων. Και πάλι λόγω της σοβαρότητας του θέματος, η υπόθεση είχε παραπεμφθεί για να εκδικαστεί σε νέα δίκη, στην μείζονα σύνθεση του ΣτΕ, στις 10 του ερχόμενου Μάη.

Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορεί να τιμολογείται με αυστηρά οικονομικά κριτήρια και χωρίς εκτίμηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων.

Τον Μάιο του 2017, εκδόθηκε η ΚΥΑ τιμολόγησης νερού η οποία ουσιαστικά, λογιστικοποιεί τις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης, με τους εργαζόμενους να αναφέρουν ότι ανοίγει την πόρτα σε ιδιώτες για την διαχείριση του νερού, ενώ εισάγει την «ανάκτηση κόστους» όπου οι πολίτες πλέον θα χρηματοδοτούν τις επενδύσεις του κάθε ιδιώτη εξασφαλίζοντας του σίγουρο κέρδος. «Ότι περίπου συμβαίνει στα διόδια του ΣΔΙΤ της Αττικής Οδού και των Εθνικών δρόμων» αναφέρουν.

Τα δικαστήριο επικαλείται την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι «Το ύδωρ δεν είναι εμπορικό προϊόν όπως όλα τα άλλα, αλλά αποτελεί κληρονομιά που πρέπει να προστατεύεται και να τυγχάνει της κατάλληλης μεταχείρισης», καθώς και ότι «η ύδρευση συνιστά υπηρεσία κοινής ωφέλειας».