Συμβιβασμός πριν την αυλαία για την Μέρκελ - Άρση βέτο από Ουγγαρία & Πολωνία - Επεκτείνει την αγορά Ομολόγων η Λαγκάρντ
Αποσύρουν το βέτο τους για το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ουγγαρία και η Πολωνία και ο εν λόγω συμβιβασμός, που “ενορχηστρώθηκε” από την Γερμανία θα τεθεί επί τάπητος στη Σύνοδο Κορυφής των ηγετών του μπλοκ την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, όπου πιθανότατα θα εγκρίνουν τη συμφωνία, σημειώνει το Bloomberg, επικαλούμενο αξιωματούχο με γνώση των διαπραγματεύσεων.
Σε αντάλλαγμα οι δύο χώρες θα λάβουν την αναβολή της διαδικασίας κυρώσεων που θα μπορούσε να τους στερήσει την πρόσβασή τους στα κεφάλαια που θα διαθέσει το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ο κατευνασμός του Όρμπαν και του Ερντογάν
Αυτή η προσέγγιση, για παράδειγμα, της καταλογίζεται στην υπόθεση του βέτο Ουγγαρίας και Πολωνίας στο Ταμείο Ανάκαμψης, που ήρθη τελικά.
Και το Bloomberg επισημαίνει ότι επί χρόνια η Μέρκελ δεν έδινε σημασία στην παραβατικότητα χωρών όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία. Αναγκάστηκε να ασχοληθεί μαζί της όταν η παραβατικότητα του Όρμπαν απείλησε έναν προϋπολογισμό 1,8 τρισεκατομμυρίων ευρώ, με άγνωστο ακόμη τι θα κοστίσει αυτό στην Ευρώπη – είτε σε χρήμα, είτε σε εκπτώσεις στο κράτος δικαίου.
Με τον ίδιο τρόπο, η Μέρκελ παρακάμπτει, ή δεν θέλει να δει, επί χρόνια την παραβατικότητα και την επιθετικότητα της Τουρκίας.
Είτε ελέω προσφυγικού, είτε προς χάριν των συμφερόντων των γερμανικών επιχειρήσεων, όλοι οι οιωνοί δείχνουν πως η πολιτική κατευνασμού του Ερντογάν θα σφραγίσει και αυτή την σύνοδο κορυφής – την τελευταία σύνοδο με γερμανική προεδρία επί ηγεσίας Μέρκελ.
Το “ταμείο” της ηγεσίας Μέρκελ
Σε εννιά μήνες, το επόμενο φθινόπωρο, η Ανγκελα Μέρκελ θα αποχωρήσει και από την γερμανική καγκελαρία, και από την ευρωπαϊκή ηγεσία. Θα μπορεί, ίσως, να υποστηρίζει ότι έστω και μέσα από τους μεγάλους συμβιβασμούς κληροδοτεί μια Ευρώπη ενωμένη, που την τελευταία δεκαετία πέρασε διά πυρός και σιδήρου, χωρίς να υποστεί στρατηγικά ρήγματα.
Ωστόσο, όπως έγραψε στους Financial Times και ο Γκίντεον Ραχμάν, όσο σημαντικές είναι οι συμφωνίες που προκύπτουν μέσα από συμβιβασμούς, αλλά τόσο σημαντικές είναι ενίοτε και οι επιπτώσεις των κακών συμβιβασμών – επιπτώσεις, που μπορεί να διαρκέσουν για δεκαετίες.
Η Κριστίν Λαγκάρντ, επεκτείνει την αγορά Ομολόγων
Παράλληλα, στη Φρανκφούρτη το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αναμένεται να ανακοινώσει τις αποφάσεις του για «ενίσχυση» του προγράμματος στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Πρόκειται για μια κρίσιμη συνεδρίαση για τα αποτελέσματα της οποίας είχε προϊδεάσει από τον Οκτώβριο η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ.
Η κα Λαγκάρντ είχε ανακοινώσει τότε ότι στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου θα ανακοινωθούν οι νέες εκτιμήσεις της τράπεζας για την πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης μετά και το δεύτερο κύμα της πανδημίας. Παράλληλα, είχε αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο για επέκταση του προγράμματος αγοράς ομολόγων (PEPP), στο οποίο συμμετέχουν και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν ανήκει στην επενδυτική βαθμίδα.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να ανακοινώσει την επέκταση του προγράμματος (PEPP), για ακόμα 6 μήνες με ταυτόχρονη αύξηση, εκτός απροόπτου, και του ποσού από τα 1,35 τρισ. ευρώ που ανέρχεται σήμερα, πιθανόν στα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τον Απρίλιο που ξεκίνησε το συγκεκριμένο πρόγραμμα έως το τέλος Νοεμβρίου, η ΕΚΤ έχει προχωρήσει στην αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων ύψους 16,3 δισ. ευρώ. Με βάση το ποσοστό κατανομής που διαθέτει η Ελλάδα, η ΕΚΤ μπορεί μάλιστα, να προχωρήσει στην αγορά κρατικών ομολόγων αξίας περίπου 27 δισεκατομμύρια ευρώ.