Μπροστά σε αδιέξοδο για την πρώτη κατοικία - Τα 6 θέματα που δεν... συζητούν οι θεσμοί

Οι συσκέψεις για το θέμα τόσο σε τεχνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο είναι διαδοχικές και αναμένεται να συνεχιστούν τις προσεχείς ημέρες. Όμως οι θεσμοί κρατούν ιδιαίτερα σκληρή στάση, και δεν δείχνουν σημάδια υποχώρησης. Το πλήρες αδιέξοδο στο οποίο οδηγούνται οι διαπραγματεύσεις για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, είναι ο μεγάλος πονοκέφαλος για την κυβέρνηση.

Όπως γράφει η Καθημερινή, οι θεσμοί και κυρίως η ΕΚΤ ζητούν δραστικό περιορισμό όλων των κριτηρίων επιλεξιμότητας, θεωρώντας ιδιαίτερα μεγάλο τον αριθμό των δανειοληπτών που ωφελούνται από το νέο πλαίσιο και ο οποίος σύμφωνα με τους αρχικούς υπολογισμούς φθάνει τις 180.000.

Θυμός γιατί έχουν αγνοηθεί

Η κυβέρνηση από την πλευρά της, έχοντας ήδη ανεβάσει πολύ ψηλά τον πήχυ, φοβάται το πολιτικό κόστος που θα είχε μια δραστική περικοπή των κριτηρίων και θα οδηγούσε εκτός προστασίας μεγάλο αριθμό δανειοληπτών, όπως ζητούν οι θεσμοί. Τραπεζικοί παράγοντες εκτιμούν ότι οι θεσμοί κρατούν σκληρή στάση εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο την ενόχλησή τους για το γεγονός ότι η κυβέρνηση τους αγνόησε σε άλλες αποφάσεις, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού και η διατήρηση του χαμηλού ΦΠΑ στα νησιά που δεν αποτελούν μέρος της αξιολόγησης.

Ο χρόνος πιέζει επικίνδυνα και ορόσημο είναι το επόμενο Euroworking Group στις 25 Μαρτίου, το οποίο θα πρέπει να δώσει το πράσινο φως για τη λήψη της απόφασης στο Eurogroup της 5ης Απριλίου.

Οι προσδοκίες που δημιουργήθηκαν από τις αρχικές εξαγγελίες κυβερνητικών στελεχών φαίνεται να συρρικνώνονται καθώς, όπως όλα δείχνουν, δύσκολα οι θεσμοί θα υποχωρήσουν, αν αναλογιστεί κανείς ότι έχουν συνδέσει τη συμφωνία υλοποίησης των μεταμνημονιακών προαπαιτουμένων και την αλλαγή του νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας με την καταβολή της δόσης του 1 δισ. ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων και το σχέδιο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.

Σύμφωνα με την άποψη των θεσμών το νέο πλαίσιο, έτσι όπως το έχει προτείνει η κυβέρνηση, προστατεύει όχι μόνον αδύναμες κατηγορίες δανειοληπτών αλλά και μεσαίες κατηγορίες. Επιπλέον, δεν βοηθάει στη δημιουργία κουλτούρας πληρωμών και υποθάλπει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές.

Στο επίκεντρο της διαφωνίας είναι:

• Η ένταξη των επιχειρηματικών χρεών που έχουν προσημείωση την πρώτη κατοικία. Οι θεσμοί θεωρούν ότι διευρύνει την περίμετρο των οφειλών που μπορούν να ρυθμιστούν, ενώ από την πλευρά της η κυβέρνηση προτάσσει ως επιχείρημα το γεγονός ότι στην Κύπρο αποδέχθηκαν την ένταξή τους σε αντίστοιχο πλαίσιο προστασίας που προέβλεπε και επιδότηση του Δημοσίου.

• Η αξία της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύεται, δηλαδή οι 250.000 ευρώ, με τους θεσμούς να ζητούν τη μείωση του ορίου στις 150.000 ευρώ ή ακόμα και στις 100.000 ευρώ.

• Ο χρόνος που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες οι οφειλές, δηλαδή η 31η Δεκεμβρίου του 2018, με τους θεσμούς να ζητούν η χρονική διάρκεια να μην ξεπερνά την 1η Οκτωβρίου του 2018.

• Το όριο για την ακίνητη περιουσία που μπορεί να έχει ο δανειολήπτης και το οποίο με βάση την αρχική κυβερνητική πρόταση ήταν οι 260.000 ευρώ και το όριο των 65.000 ευρώ που είχε οριστεί για τις καταθέσεις. Να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να έρθει σε συμβιβασμό, φέρεται να συναίνεσε στην περικοπή στο μισό των ορίων για την ακίνητη και την κινητή περιουσία που μπορεί να διαθέτει ο οφειλέτης, μείωση ωστόσο που δεν κρίθηκε ικανοποιητική, με τους θεσμούς να ζητούν η αξία της ακίνητης περιουσίας να μην ξεπερνά τις 100.000 ευρώ και το όριο των καταθέσεων τις 5.000 ευρώ.

• Η χρονική διάρκεια που θα λειτουργήσει η πλατφόρμα και η οποία, σύμφωνα με τους θεσμούς, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες.

• Η παράλληλη προστασία που μπορεί να επιτύχει κάποιος μέσω δικαστηρίου ακόμη και αν δεν αποδεχθεί τη ρύθμιση.