Επί τάπητος τίθεται το θέμα της περικοπής των συντάξεων χηρείας, ώστε, οι όποιες αλλαγές να ενσωματωθούν στο σχέδιο νόμου, που θα φέρει τις επόμενες ημέρες στη Βουλή η κυβέρνηση.
Πρόκειται για φλέγον ζήτημα που αφορά δυνητικά εκατοντάδες χιλιάδες δικαιούχους συντάξεων για θανάτους μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, τον Μάιο του 2016. Ηδη, ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος έχει αφήσει να εννοηθεί ότι θα υπάρξει τουλάχιστον μετάθεση της χρονικής έναρξης της σχετικής διάταξης που προβλέπει την περικοπή της σύνταξης χηρείας για δικαιούχους ηλικίας 52-55 ετών.
Μάλιστα, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Καθημερινης», η αναβολή του μέτρου θα περιλαμβάνει «ρήτρα ανεργίας». Στην πράξη, θα επιδιωχθεί το «πάγωμα» της διάταξης για όσο χρονικό διάστημα το ποσοστό ανεργίας παραμένει άνω του 10%.
Τι ισχύει σήμερα
Βάσει του νόμου Κατρούγκαλου, οι επιζώντες σύζυγοι που τη στιγμή του θανάτου ήταν πάνω από 55 ετών δικαιούνται τη σύνταξη διά βίου. Οσοι ήταν κάτω από 55 αλλά έχουν ανήλικα παιδιά ή παιδιά σπουδαστές δικαιούνται να λαμβάνουν τη σύνταξη χωρίς διακοπή έως ότου τα παιδιά κλείσουν τα 18 ή τα 24 έτη αντιστοίχως και σε κάθε περίπτωση για τουλάχιστον μια 3ετία. Αντιθέτως, όσοι χήρες/χήροι ήταν τη στιγμή του θανάτου κάτω των 55 ετών και δεν έχουν ανήλικα παιδιά δικαιούνται σύνταξη χηρείας για μια 3ετία.
Μετά την 3ετία, εάν δεν έχουν συμπληρώσει τα 55 έτη, η σύνταξή τους πρέπει να διακοπεί και να επαναχορηγηθεί όταν γίνουν 67. Αυτή την περικοπή εξετάζεται να μεταθέσει το υπουργείο. Δεδομένου ότι η ρύθμιση του νόμου Κατρούγκαλου τέθηκε πρώτη φορά σε ισχύ για θανάτους που επήλθαν από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά, η επίμαχη τριετία συμπληρώνεται για πρώτη φορά τον Μάιο του 2019.
Ελάχιστο πλαφόν
Να σημειωθεί ότι, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, έως και τον Αύγουστο του 2018 είχαν απονεμηθεί 67.000 συντάξεις χηρείας με το νέο σύστημα, ενώ εκκρεμούσαν τότε 21.000 αιτήσεις. Με παρέμβαση του υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά τον νόμο Κατρούγκαλου, τέθηκε μάλιστα ελάχιστο πλαφόν στο ποσό των συντάξεων χηρείας στα 360 ευρώ, καθώς υπήρχαν πολλές περιπτώσεις που η τελική παροχή ήταν πολύ χαμηλή. Εντός του Μαρτίου αναμένεται, τέλος, η υπογραφή σειράς υπουργικών αποφάσεων με νέες κατηγορίες ασφαλισμένων με οφειλές που μπορούν να διαγραφούν λόγω «εύλογης αμφιβολίας».