Σε 5,45 δισ. ευρώ υπολογίζεται ο υφεσιακός αντίκτυπος των δημοσιονομικών μέτρων της περιόδου 2016-2018, σύμφωνα με ειδική μελέτη της Eurobank που εξετάζει τις προβλέψεις και τις επιπτώσεις του προσχεδίου του νέου προϋπολογισμού. Όπως υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι της Eurobank, η ύφεση που θα προκαλέσουν τα δημοσιονομικά «δεν θεωρείται αμελητέα, δεδομένης της υποτονικής δραστηριότητας που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία στην τρέχουσα συγκυρία». Ειδικότερα, από τη μελέτη της τράπεζας προκύπτει ότι τα δημοσιονομικά μέτρα θα προκαλέσουν αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ κατά:
• 1,75 δισ. ευρώ (0,7% του ΑΕΠ) το 2016.
• 1,81 δισ. ευρώ (1,6% του ΑΕΠ) το 2017.
• 1,89 δισ. ευρώ (0,7% του ΑΕΠ) το 2018.
Συνολικά, η υφεσιακή επίπτωση των μέτρων ανέρχεται στα 5,45 δισ. ευρώ ή 3% του ΑΕΠ την τριετία 2016-2018. Πάντως, οι αναλυτές της τράπεζας υποστηρίζουν πως ο εκτιμώμενος υφεσιακός αντίκτυπος των νέων μέτρων θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από τη συνεχή αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου μέσω της χρηματοδότησης που παρέχεται από το νέο πρόγραμμα οικονομικής στήριξης της χώρας. Οπως είναι γνωστό, το υφιστάμενο πρόγραμμα προβλέπει συνολικό ποσό χρηματοδότησης ύψους 7 δισ. ευρώ μέχρι τον Ιούνιο 2017 για την εκκαθάριση των εν λόγω οφειλών, ενώ σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, άνω του 1 δισ. ευρώ έχει ήδη χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό. Πέραν αυτών, η Eurobank λαμβάνοντας υπόψη όλες τις τελευταίες εξελίξεις θεωρεί πως η εκτίμηση του προσχεδίου του νέου προϋπολογισμού για πρωτογενές πλεόνασμα 0,6% του ΑΕΠ το 2016 είναι «απόλυτα ρεαλιστική». Επίσης, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,8% του ΑΕΠ το 2017 θεωρείται επίσης εφικτός κατά την τράπεζα, υπό την προϋπόθεση σημαντικής ανάκαμψης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το επόμενο διάστημα. Αυτό που αμφισβητεί η τράπεζα είναι η επιτευξιμότητα των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2018 και μετά. Δηλαδή, η επίτευξη ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.