Κάποιος να σώσει την δημοσιογραφία

Της Κατερίνας Άτση

Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους: Όχι, τα  μεγαθήρια του Τύπου για τα οποία τόσα δάκρυα χύθηκαν, δεν τα έκλεισε η κυβέρνηση. Όλοι οι νοήμονες  το καταλαβαίνουν.

Και όσα δάκρυα κι αν χύθηκαν, από τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ  μόνο κροκοδείλια μπορεί να είναι.

Οι μέτοχοι-εκδότες  ήταν, που έκλεισαν τα καλύτερα «μαγαζιά». Και άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου παρασέρνοντας στην δίνη της καταστροφής έναν κλάδο, ένοχο αλλά  και αθώο του αίματος, συνάμα.

Ένοχοι, όσοι έκαναν δισκοπότηρο  την αλήθεια που φτιασιδώνεται, και στο τέλος παύει να είναι αλήθεια.

Αθώοι, οι Εργάτες. Αυτοί που δεν λοξοδρόμησαν -ίσως γιατί δεν είχαν το θράσος- από τον δρόμο των δασκάλων. Καραπαναγιώτης, Φυντανίδης, Πασσαλάρης…

Και να,οι πρώτοι αλώβητοι. Οι δεύτεροι, απλώς τελειωμένοι.

Εκεί κάπου ανέλαβε η κυβέρνηση.Εύκολος στόχος οι Εργάτες.Κι έριξε πάνω τους όλα τα αναθέματα του Τύπου

(Αυτό δεν κάνει η κυβέρνηση με όλους τους Εργάτες;)

Η μόνη διαφορά, ήταν πως οι άνθρωποι του Τύπου νόμιζαν πως διέφεραν…

Θα ήταν άδικο να οικτίρουμε την κακή μας την τύχη για την ανεργία, τα μεροκάματα της πείνας, και τα συσσίτια της Εκκλησίας.

Έχουμε όμως πολλούς άλλους λόγους για να «θρηνήσουμε».

Να θρηνήσουμε, γιατί μπαίνουμε στις δουλειές μας ανόρεκτοι και κακόκεφοι. Γιατί μας αποστράγγισαν από κάθε ικμάδα δημιουργικότητας. Γιατί έκαναν τον τόπο εργασίας μας εργοστάσιο μαζικής αναπαραγωγής πληροφοριών και όχι τόπο έμπνευσης. Γιατί μπλόκαραν όλους τους δρόμους της κριτικής, και μας έκαναν όμηρους της δικής τους «κριτικής» σκέψης.

‘Όχι. Τους ναούς του Τύπου  δεν τους έκλεισε η κυβέρνηση. Τους έκλεισαν οι μέτοχοι-εκδότες.

Αλλά και οι μεν και οι δε τώρα χασκογελάνε αυτάρεσκα. Ο καθένας για τους λόγους του. Και άσε τους «ρουφιάνους» να πορεύονται…