Σε ποσό ρεκόρ ανέρχονται οι συνολικές αμυντικές δαπάνες όλων των κρατών-μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, φτάνοντας περίπου τα 270 δισεκ. ευρώ το 2023. Αυτό σημείωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, κατά την ομιλία του στην ετήσια διάσκεψη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (EDA).
«Πρέπει να κάνουμε την ευρωπαϊκή μας άμυνα ισχυρότερη», ανέφερε ο Σαρλ Μισέλ, τονίζοντας ότι τα κράτη-μέλη αύξησαν απότομα τις αμυντικές τους δαπάνες, ήδη πριν από την έναρξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία – ορισμένα περισσότερο από 12% σε ετήσια βάση. Το 2022 το ένα τέταρτο των συνολικών αμυντικών δαπανών – σχεδόν 60 δισεκατομμύρια ευρώ – διατέθηκε σε αμυντικές επενδύσεις και «αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να επενδύσουμε τουλάχιστον 600 δισ. ευρώ τα επόμενα 10 χρόνια και να κάνουμε σπουδαία πράγματα», είπε ο Σαρλ Μισέλ.
Μιλώντας για την Ουκρανία, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επισήμανε ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν παράσχει μια άνευ προηγουμένου στρατιωτική βοήθεια στη χώρα, ύψους 27 δισεκατομμυρίων ευρώ, μέσω της Ευρωπαϊκής Διευκόλυνσης για την Ειρήνη και της αποστολής στρατιωτικής βοήθειας της ΕΕ. «Αλλά πρέπει να κάνουμε περισσότερα. Περισσότεροι πύραυλοι, περισσότερα πυρομαχικά, περισσότερα συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας. Και πιο γρήγορα. Αυτή είναι μια υποχρέωση απέναντι στον ουκρανικό λαό και στους δικούς μας πολίτες. Προστατεύοντας την Ουκρανία, προστατεύουμε τον εαυτό μας. Η συνεχιζόμενη ισχυρή στρατιωτική μας υποστήριξη στέλνει επίσης ένα σαφές μήνυμα ότι παίρνουμε την ασφάλειά μας πιο σοβαρά από ποτέ», είπε ο Σαρλ Μισέλ.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υποστήριξε ότι η ΕΕ πρέπει να εργαστεί για μια πραγματική ενιαία αμυντική αγορά, με πιο αποτελεσματικό συντονισμό των αμυντικών δαπανών, με δημόσιες προμήθειες και κοινές αγορές και με σημαντική χρηματοδοτική ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας.
Ειδικότερα, ο Σαρλ Μισέλ δήλωσε ότι χρειάζεται να σπάσει το μοτίβο του κατακερματισμού της αγοράς της αμυντικής βιομηχανίας στην ΕΕ. Εξήγησε ότι από την πλευρά της ζήτησης, εφόσον οι αμυντικές εταιρείες της ΕΕ είναι δομημένες σύμφωνα με εθνικές γραμμές, η ζήτηση θα προέρχεται κυρίως από τις αντίστοιχες εθνικές τους κυβερνήσεις και «αυτό οδηγεί σε μια κλίμακα παραγωγής που δεν ταιριάζει με τη γεωπολιτική πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε». Γι’ αυτό πρέπει να ενθαρρύνουμε τα κράτη μέλη να συγκεντρώσουν κοινούς πόρους τους για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και διαλειτουργικότητα. Ως παράδειγμα, ο Σαρλ Μισέλ ανέφερε ότι ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη έχουν δεσμευτεί σε μια κοινή προσπάθεια για ένα μελλοντικό αεροπορικό σύστημα μάχης, ενώ άλλα έχουν συνεργαστεί με την Ιαπωνία σε ένα παγκόσμιο πρόγραμμα πολεμικής αεροπορίας για την ανάπτυξη μαχητικών έως το 2040. «Κατά την άποψή μου, ενοποιημένα έργα θα ήταν προτιμότερα στο μέλλον», είπε.
Από την πλευρά της προσφοράς, ο Σαρλ Μισέλ τόνισε ότι όλοι εξαρτόμαστε από κρίσιμες πρώτες ύλες και σπάνιες γαίες από τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας. Για παράδειγμα, είπε, η Κίνα παράγει το 70% του γραφίτη στον κόσμο, που χρησιμοποιείται στην αμυντική βιομηχανία για ελικόπτερα, υποβρύχια και πυροβολικό. «Μόνο η συντονισμένη ευρωπαϊκή δράση θα διασφαλίσει ότι θα έχουμε πρόσβαση σε κρίσιμες πρώτες ύλες για την αύξηση της εγχώριας στρατιωτικής παραγωγής- όπως και ο νόμος μας για τα τσιπ», είπε ο Σαρλ Μισέλ.