Η Γερμανία και η Γαλλία προειδοποιούν ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε τεράστιες επενδύσεις για να ανταγωνιστούν τις αμερικανικές και κινεζικές εταιρείες, καθώς οι χώρες αυτές «πρασινίζουν» τις οικονομίες τους με επιδοτήσεις.
Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν συναντήθηκαν την Κυριακή στο Παρίσι για να συζητήσουν πώς θα πρέπει να ανταποκριθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση στον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού, του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος περιλαμβάνει περίπου 500 δισ. δολάρια σε νέες δαπάνες και φορολογικές ελαφρύνσεις για μια δεκαετία προς όφελος των αμερικανικών εταιρειών.
Η ΕΕ υποστηρίζει ότι ο νόμος, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ φέτος, δεν συμμορφώνεται με τους διεθνείς κανόνες ανταγωνισμού και θα δελεάσει αθέμιτα τις εταιρείες να μεταφέρουν τις επενδύσεις τους από την Ευρώπη στις ΗΠΑ.
Οι ηγέτες του μπλοκ θα συναντηθούν τον επόμενο μήνα για να συζητήσουν τις επιλογές τους, μία από τις οποίες είναι να υποβάλουν καταγγελία στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
«Το πρώτο πράγμα είναι να διασφαλίσουμε ότι εμείς ως Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αντιμετωπιζόμαστε χειρότερα από ό,τι οι άμεσοι γείτονες, όπως ο Καναδάς και το Μεξικό, για παράδειγμα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό» είπε ο Σολτς σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Μακρόν στο παλάτι των Ηλυσίων, προσθέτοντας ότι οι ΗΠΑ έχουν δείξει «μεγάλη κατανόηση» σε αυτό το σημείο. «Αυτή τη στιγμή είμαι αρκετά σίγουρος ότι θα καταλήξουμε στην απαραίτητη συνεννόηση κατά το πρώτο μέρος του έτους».
Στη μάχη των επιδοτήσεων η Ευρώπη για να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ
Ο νόμος των ΗΠΑ θα επιδοτεί την ενέργεια του μέλλοντος, από το υδρογόνο μέχρι τις μπαταρίες, την αιολική και την ηλιακή, και θα έχει ως στόχο να κάνει τη βιομηχανία αυτοδύναμη και να διασφαλίσει ότι η χώρα δεν εξαρτάται από την Κίνα ή άλλα έθνη, αναφέρει το πρακτορείο Bloomberg.
Η Γερμανία και η Γαλλία προέτρεψαν τις ΗΠΑ να τροποποιήσουν τη νομοθεσία για να δώσουν στις ευρωπαϊκές εταιρείες μεγαλύτερη ευελιξία, ώστε να επωφεληθούν από τις πιστώσεις που προσφέρονται. Ωστόσο, οι αξιωματούχοι στην ΕΕ είναι όλο και πιο δύσπιστοι ότι η Ουάσιγκτον θα κάνει ουσιαστικές αλλαγές και έχουν αρχίσει να σχεδιάζουν τρόπους για την προστασία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Η απάντηση της ΕΕ πιθανότατα θα περιλαμβάνει την παροχή στα κράτη-μέλη μεγαλύτερου περιθωρίου για επενδύσεις στις δικές τους εταιρείες και θα ανακατευθύνει τα υπάρχοντα χρήματα της ΕΕ σε εταιρείες που έχουν ανάγκη. Η συζήτηση θα αφορά, επίσης, πόσο εκτεταμένο θα είναι οποιοδήποτε σχέδιο και, κυρίως, εάν θα περιλαμβάνει νέα χρήματα.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, προτείνει πολλά βήματα για την ενίσχυση των οικονομιών του μπλοκ, συμπεριλαμβανομένου ενός νέου προγράμματος ομολόγων για την εξομάλυνση των διαφορετικών οικονομικών καταστάσεων των κρατών-μελών της ΕΕ.
Ένας διάδοχος των κοινωνικών ομολόγων του προγράμματος SURE θα επέτρεπε στις κυβερνήσεις που έχουν περιορισμένα μετρητά να κάνουν περισσότερες πράσινες επενδύσεις, είπε ο Μισέλ σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt», που δημοσιεύθηκε την Κυριακή.
Ως μέρος μιας ώθησης για απεξάρτηση από τις ρωσικές πηγές ενέργειας, ο Μακρόν είπε ότι ένας σχεδιασμένος υποθαλάσσιος αγωγός που συνδέει τη Βαρκελώνη με τη Μασσαλία και προορίζεται να μεταφέρει υδρογόνο θα επεκταθεί για να συμπεριλάβει τη Γερμανία. Το έργο, γνωστό ως BarMar ή H2Med, στοχεύει να συνδέσει την Πορτογαλία και την Ισπανία με τη Γαλλία, για να μεταφέρει περίπου το 10% των αναγκών της ΕΕ σε υδρογόνο έως το 2030.
«Δίκοπο μαχαίρι» η ευρωπαϊκή αντίδραση στις «πράσινες» επιδοτήσεις
Ο νόμος των ΗΠΑ για το κλίμα και η εξελισσόμενη ευρωπαϊκή αντίδραση πυροδότησε φόβους για επιδοτήσεις ως αντίποινα και έναν νέο προστατευτισμό, που θα διασπάσει την παγκόσμια οικονομία και θα ανεβάσει τις τιμές για τους καταναλωτές. Αλλά ο Σολτς είπε ότι δεν πιστεύει ότι οι «πράσινες» επιδοτήσεις θα πυροδοτήσουν έναν εμπορικό πόλεμο μεταξύ των συμμάχων στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Η επικεφαλής ανταγωνισμού της ΕΕ, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, έχει προειδοποιήσει ότι η υπερβολική εθνική υποστήριξη για τις εταιρείες θα μπορούσε να πλήξει τις μικρότερες και φτωχότερες χώρες, οι οποίες έχουν μικρότερες δημοσιονομικές ικανότητες.
Η Γερμανία και η Γαλλία, οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, έχουν ωφεληθεί περισσότερο αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο εκτελεστικός βραχίονας του μπλοκ, χαλάρωσε τους ισχύοντες κανόνες για να βοηθήσει τις εταιρείες να αντιμετωπίσουν το υψηλό ενεργειακό κόστος.
Έξι χώρες -Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Πολωνία και Σουηδία- έχουν ήδη προτρέψει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιδείξει μεγάλη προσοχή όταν αλλάζει το πλαίσιο προσωρινών κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επίσης, έχουν προειδοποιήσει για τον κίνδυνο κατακερματισμού της εσωτερικής αγοράς, για επιβλαβείς αγώνες επιδοτήσεων και ασθενέστερη περιφερειακή ανάπτυξη.