Οι τρεις εναλλακτικές αγορές πετρελαίου της Ρωσίας - Ποιες χώρες απορροφούν τα ρωσικά καύσιμα

Η Ρωσία στηρίζεται στην Τουρκία, την Ινδία και την Κίνα για την πώληση του πετρελαίου -και κατ’επέκταση τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία- πριν από την απαγόρευση της ΕΕ.

Οι τρεις αυτές χώρες είναι που βοήθησαν τη Μόσχα να διατηρήσει τις εξαγωγές αργού στον απόηχο της εισβολής της στην Ουκρανία, συμβάλλοντας έτσι στη συνέχιση του πολέμου και τώρα φαίνεται πως επανέρχονται στην αγορά βαρελιών από τη Ρωσία, με την Τουρκία να έχει, μάλιστα, πρωταγωνιστικό ρόλο.

Όπως αναφέρει το πρακτορείο Bloomberg, η αξιοσημείωτη αύξηση του όγκου του αργού σε δεξαμενόπλοια που δεν έχουν ακόμη προσδιορίσει τον τελικό τους προορισμό καθιστά πιο περίπλοκο το έργο της παρακολούθησης των εξαγωγών της Ρωσίας, αλλά τα περισσότερα από αυτά τα πλοία καταλήγουν στην Ινδία, με μικρότερο αριθμό να κατευθύνεται ανατολικότερα προς την Κίνα. Η προσθήκη αυτών των πλοίων στον υπολογισμό δείχνει μια σταθερή αύξηση της συνδυασμένης ροής ρωσικού αργού στην Τουρκία, την Κίνα και την Ινδία τις τελευταίες εβδομάδες.

Σχεδόν όλα τα δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν ρωσικό αργό και σηματοδοτούν ως τελικούς προορισμούς το Πορτ Σάιντ, το Γιβραλτάρ ή «για παραγγελίες» καταλήγουν τελικά σε μία από αυτές τις τρεις χώρες.

Οι ροές προς την Κίνα, την Ινδία και την Τουρκία κορυφώθηκαν τον Ιούνιο στα 2,2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Τις τέσσερις εβδομάδες έως τις 14 Οκτωβρίου ο αριθμός αυτός μειώθηκε κατά περίπου 350.000 βαρέλια την ημέρα. Ωστόσο, οι αποστολές προς την Τουρκία έχουν ανέλθει στο υψηλότερο επίπεδο για το έτος μέχρι στιγμής, ενώ ο αριθμός των δεξαμενόπλοιων που δεν έχουν ακόμη υποδείξει τελικούς προορισμούς είναι τώρα τόσο μεγάλος, αντίστοιχος με περισσότερα από 450.000 βαρέλια την ημέρα, που θα μπορούσε να πετύχει συνδυασμένες αποστολές σε αυτές οι τρεις χώρες σε νέα υψηλά επίπεδα μετά την εισβολή μόλις γίνουν εμφανείς οι πραγματικοί προορισμοί τους.

Εν τω μεταξύ, οι εμπορικοί οίκοι και τα διυλιστήρια αγωνίζονται να κάνουν κράτηση σε δεξαμενές αποθήκευσης στο Ρότερνταμ τους επόμενους μήνες, ενόψει των ανησυχιών για κρίση εφοδιασμού μετά την έναρξη ισχύος των κυρώσεων της ΕΕ.