Σε απαιτητική παρτίδα σκάκι για υψηλού επιπέδου παίκτες εξελίσσεται η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από ρωσικό φυσικό αέριο, καθώς οι περισσότερες χώρες συντάσσουν ήδη εναλλακτικά σχέδια για την αντιμετώπιση του ψυχρού, κατά όπως όλα δείχνουν, ευρωπαϊκού χειμώνα.
Μία από τις βασικές πρωταγωνίστριες του πολιτικού θρίλερ, δηλαδή η Μόσχα, γνωστοποίησε χθες ότι δεν προτίθεται να προμηθεύει με πετρέλαιο τις χώρες που θα αποφασίσουν να βάλουν πλαφόν στην τιμή του πετρελαίου, προσθέτοντας ένα ακόμη εμπόδιο στην κούρσα μετ’ εμποδίων που ήδη «τρέχει» για την εξασφάλιση των απαραίτητων αποθεμάτων για τις χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, τους επόμενους μήνες.
Σύμφωνα με τη διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, η πρόταση των χωρών της ομάδας της G7, που αποσκοπεί στην αφαίρεση των ενεργειακών εσόδων από την Ρωσία σε μια προσπάθεια να περιορίσει τις επιλογές της Μόσχας να χρηματοδοτήσει την στρατιωτική της εκστρατεία στην Ουκρανία, θα οδηγήσει επίσης σε αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου.
«Όπως αντιλαμβάνομαι, δεν θα προμηθεύουμε με πετρέλαιο εκείνες τις χώρες οι οποίες θα επιβάλουν ένα τέτοιο πλαφόν και το πετρέλαιο μας και τα πετρελαϊκά μας προϊόντα θα ανακατευθυνθούν στις χώρες που είναι έτοιμες να συνεργασθούν μαζί μας» δήλωσε η Ναμπιούλινα, κλείνοντας την στρόφιγγα για τα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Υπενθυμίζεται ότι στο σχέδιο που προβλέπει την επιβολή πλαφόν, και το οποίο έθεσε επί τάπητος πρώτη η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γιέλεν, περιέγραφε πως θα μπορούσε αυτό να οριστεί στο ήμισυ της ρωσικής τιμής αγοράς, προκαλώντας ήδη την αντανακλαστική αντίδραση της Μόσχας.
Στο «σκωτζέζικο ντους», στο οποίο υποβάλλει τις ευρωπαϊκές χώρες όλο το τελευταίο διάστημα η Ρωσία, βασική μεταβλητή αποτελεί η προμήθεια φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1, αφού καλύπτει το 1/3 των ευρωπαϊκών αναγκών, ο οποίος κατέγραψε χθες (δεύτερη ημέρα μετά την επανεκκίνησή του) σταθερή ροή, σε αντίθεση με τον αγωγό που κατευθύνεται προς τα ανατολικά, στον αγωγό Γιαμάλ-Ευρώπη, δηλαδή προς την Πολωνία από τη Γερμανία.
Συγκεκριμένα, στη σελίδα της Nord Stream AG η ροή του φυσικού αερίου καταγράφηκε στα 29.191.527 kWh ανά ώρα (08:00 και 09:00 το πρωί ώρα Ελλάδας) σε σύγκριση με τα επίπεδα των 29.000.000 kWh ανά ώρα την προηγούμενη ημέρα.
Παρ’ όλα αυτά, η επανεκκίνηση του αγωγού Nord Stream 1 έπειτα από εργασίες συντήρησης περίπου δέκα ημερών συνοδεύτηκε από ροή φυσικού αερίου το επίπεδο του 40% της συνολικής ικανότητάς του, με την Μόσχα να παραμένει σταθερή στη δοκιμασία της ιδίως εναντίον της Γερμανίας, αλλά και της Ευρώπης συνολικά, τις οποίες εξαναγκάζει στο «μαρτύριο της σταγόνες», αναφορικά με τις ποσότητες φυσικού αερίου που καταφθάνουν από τη Ρωσία.
Επιπλέον, η Gazprom ανακοίνωσε ότι η παροχή ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω Ουκρανίας, από το συνοριακό πέρασμα της Σούντζα, ανερχόταν χθες σε 41,9 εκατομμύρια κυβικά μέτρα ημερησίως, ποσότητα ελαφρώς μειωμένη από τα 42,2 εκατομμύρια κυβικά μέτρα την προηγούμενη ημέρα. Ως αιτία της μειωμένης ροής προβάλλει κατά το ρωσικό ενεργειακό κολοσσό η έλλειψη τουρμπίνας που είχε αποσταλεί προς επισκευή, με τη Gazprom να ισχυρίζεται πως δεν έχει λάβει από τη Siemens Energy τα απαραίτητα έγγραφα που να επιβεβαιώνουν ότι η εν λόγω τουρμπίνα εξαιρείται από τις κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Καναδά.
Μάλιστα, η Gazprom έσπευσε χθες να διευκρινίσει ότι η τρέχουσα σύμβαση με την εταιρεία Siemens Energy δεν προβλέπει κάποιες πρόσθετες δεσμεύσεις για τη Ρωσία, προκειμένου να επιστρέψει η τουρμπίνα για τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 1, αποσείοντας από πάνω της την όποια ευθύνη για την καθυστέρηση τόσο του χρόνου, όσο και της ροής του φυσικού αερίου επί ευρωπαϊκού εδάφους.
Το παιχνίδι των εντυπώσεων μεταξύ Μόσχας – ΕΕ συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό και εξαιτίας του γεγονότος ότι η Ρωσία επιθυμεί να κεφαλαιοποιήσει ρόλο υπερδύναμης στο ενεργειακό πεδίο την επαύριον του πολέμου στην Ουκρανία μέσω του ελέγχου της στρόφιγγας των αγωγών, απαντώντας έτσι στις αιτιάσεις της Δύσης περί αναλγησίας και αισχροκέρδειας με φόντο τα ρωσικά, διαθέσιμα ορυκτά καύσιμα.
Έκτακτες λύσεις – Η Γερμανία «σώζει» την Uniper
Πάντως, όσο η κατάσταση παραμένει αμφίρροπη στο μέτωπο της Ουκρανίας, αθροίζονται και νέες συνέπειες για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ενώ οι πρώτοι σοβαροί τριγμοί έχουν ήδη καταγραφεί και στο οικονομικό πεδίο, αναγκάζοντας τις εθνικές κυβερνήσεις της ΕΕ, σε έκτακτες λύσεις. Υπό αυτό το πρίσμα, μετά τη γαλλική EDF, πακέτο διάσωσης ύψους 15 δισ. ευρώ ενεργοποίησε χθες η γερμανική κυβέρνηση για τον ενεργειακό κολοσσό Uniper, δηλαδή τον μεγαλύτερο εισαγωγέα φυσικού αερίου της Γερμανίας, που βρέθηκε στα όρια της χρεοκοπίας, λόγω της πρωτοφανούς αστάθειας στην ενεργειακή αγορά.
Σημειωτέον ότι η Uniper υπήρξε η πρώτη στη Γερμανία που έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τους αυξανόμενους λογαριασμούς ενέργειας, ενώ υπέβαλε αίτηση διάσωσης για κρατική στήριξη νωρίτερα αυτό το μήνα.
Σύμφωνα με το Reuters, η Uniper έλαβε χθες 15 δισ. ευρώ σε εγγυήσεις και μετοχές στο πλαίσιο της διάσωσής της από τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία αποκτά πλέον ποσοστό 30% της Uniper. Αναφορικά με τη φινλανδική μητρική της Uniper, Fortum, αυτή θα κατέχει στο εξής το 56% στη γερμανική εταιρεία, από περίπου 80% που ήταν μέχρι πρότινος.
Στα επιπλέον μέτρα που προβλέπονται για τον ενεργειακό κολοσσό εντάσσονται μια αύξηση της διευκόλυνσης πιστωτικής γραμμής της Uniper από την κρατική τράπεζα KfW της Γερμανίας στα 9 δισ. ευρώ και υποχρεωτικοί μετατρέψιμοι τίτλοι ύψους 7,7 δισ. Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι το πακέτο διάσωσης αντιπροσωπεύει περισσότερο από τέσσερις φορές την τρέχουσα αγοραία αξία της εταιρείας.
Σχολιάζοντας το «deal της χρονιάς», «ζούμε μια άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση που απαιτεί ισχυρά μέτρα», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Fortum, Μάρκους Ραουράμο, προσθέτοντας ότι η συμφωνία αντικατοπτρίζει τα συμφέροντα όλων των μερών. «Μας οδηγούσε η επείγουσα ανάγκη και η ανάγκη να προστατεύσουμε την ασφάλεια εφοδιασμού της Ευρώπης σε περίοδο πολέμου», όπως είπε.
Παράλληλα, η Uniper, η Fortum και η γερμανική κυβέρνηση θα εργαστούν για μια μακροπρόθεσμα σταθερή λύση για τη μεταρρύθμιση της αρχιτεκτονικής των συμβάσεων χονδρικής πώλησης φυσικού αερίου της εταιρείας, η οποία έχει εκθέσει τον όμιλο σε ζημίες δισεκατομμυρίων στον απόηχο της πτώσης των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου.
Μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας, οι μετοχές της εταιρείας κινήθηκαν ανοδικά έως και 11%, παρότι η μετοχή της Uniper έχει υποχωρήσει περισσότερο από 70% φέτος, αποτιμώντας την εταιρεία σε περίπου τέσσερα δισ. ευρώ.
Το «όχι» Ισπανίας, Πορτογαλίας, Πολωνίας και Ελλάδας
Παρά την εξαίρεση της Uniper, τα πράγματα είναι αυτήν την ώρα εξαιρετικά περιορισμένα σε επίπεδο ελιγμών από πλευράς της ΕΕ, με την Κομισιόν να αφουγκράζεται τώρα τις παρατηρήσεις και τις ενστάσεις στο σχέδιο που πρότεινε για την περικοπή κατά 15% της κατανάλωσης φυσικού αερίου. Στις αντιστάσεις που προβάλλει μερίδα ευρωπαϊκών κρατών, αναδεικνύεται η ανάγκη για επιμέρους αλλαγές, καθώς Ισπανία, Πορτογαλία, Πολωνία και Ελλάδα έχουν εκφράσει ήδη ανοιχτά τη διαφωνία τους με τις οριζόντιες περικοπές για την εξοικονόμηση ενέργειας.
Στον αντίποδα, συνεργασίες πέραν των ευρωπαϊκών εδαφών αναζητά αντισταθμιστικά η ηγεσία της ΕΕ, προκειμένου να αναπτύξει μακροπρόθεσμες ενεργειακές υποδομές, αλλά και να βρει ικανά αποθέματα να καλύψουν τις ανάγκες του φετινού χειμώνα.
Στην κατεύθυνση αυτή, συνεργασία με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ είχε η επικεφαλής της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοινώνοντας το διπλασιασμό της παράδοσης φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν στην ΕΕ σε λίγα χρόνια.
Αναζητώντας το χαμένο φυσικό αέριο, επίσκεψη στις αρχές της εβδομάδας πραγματοποίησε στην Αλγερία και ο Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος υπέγραψε συμφωνία με την πρόεδρο της Αλγερίας, Αμπντελματζίντ Τεμπούν, ανάγοντας την Αλγερία σε κορυφαίο προμηθευτή φυσικού αερίου της Ιταλίας.