Κομισιόν: Σχέδιο 300 δισ. για ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία – Κοινή αγορά αερίου, LNG και υδρογόνου

Αύξηση εισαγωγών μη ρωσικού φυσικού αερίου. Ταχύτερη ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και εξοικονόμηση ενέργειας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτοί είναι οι βασικοί άξονες του σχεδίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που χαράζει την οδό διαφυγής από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, με σκοπό τα 27 κράτη – μέλη της ΕΕ να απεξαρτηθούν από τη Ρωσία μέχρι το 2027, επιταχύνοντας την πράσινη μετάβαση.

Το φιλόδοξο σχέδιο των 300 δισεκατομμυρίων ευρώ που παρουσίασε η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν βασίζεται σε τρεις άξονες: Στην εισαγωγή περισσότερου μη ρωσικού φυσικού αερίου, στην ταχύτερη ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην μεγαλύτερη προσπάθεια για εξοικονόμηση ενέργειας σε δημόσια κτήρια, επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Από τα 300 αυτά δισ. ευρώ, περίπου τα 10 θα χρηματοδοτήσουν υποδομές φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) για να σταματήσουν οι εισαγωγές από τη Ρωσία. Τα υπόλοιπα θα χρησιμοποιηθούν για να χρηματοδοτήσουν στην επιτάχυνση της μετάβασης στην καθαρή ενέργεια.

Υγροποιημένο φυσικό αέριο από χώρες εκτός της Ρωσίας

Σύμφωνα με τις προτάσεις της Επιτροπής, θα απαιτηθούν 300 δισ. ευρώ σε πρόσθετες επενδύσεις, τις οποίες η ΕΕ σκοπεύει να τις υποστηρίξει αποδεσμευοντας περισσότερα κεφάλαια για την ενεργειακή μετάβαση από το ταμείο ανάκαμψης του COVID-19. Στον τομέα του φυσικού αερίου, η Ρωσία παρείχε περίπου το 45 % των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ το 2021. Τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό αυτό ανέρχεται κατά μέσο όρο σε περίπου 40 %. Οι άλλοι κύριοι προμηθευτές φυσικού αερίου στην ΕΕ ήταν η Νορβηγία (23 %), η Αλγερία (12 %), οι Ηνωμένες Πολιτείες (6 %) και το Κατάρ (5 %). Το 2022 η εισαγωγές φυσικού αερίου στην ΕΕ έπεσαν στο μόλις 22%. Η Κομισιόν προτείνει στα κράτη – μέλη να εξετάσουν τις δυνατότητες αύξησης των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου από χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Νιγηρία, καθώς και οι υποδομές που χρειάζονται για να απεξαρτηθούν ταχύτατα από τα ρωσικά καύσιμα.

Η ζήτηση φυσικού αερίου στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί κατά περίπου ένα τρίτο έως το 2030 σύμφωνα με τους στόχους για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και οι προτάσεις της Κομισιόν αναφέρουν τους στόχους για παραγωγή 10 εκατομμυρίων τόνων ανανεώσιμου υδρογόνου έως το 2030 και εισαγωγή άλλων 10 εκατομμυρίων τόνων για τις ανάγκες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος φον ντερ Λάιεν «οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ συμφώνησαν να δημιουργήσουν μια πλατφόρμα για την κοινή αγορά φυσικού αερίου, υγροποιημενου φυσικού αερίου και υδρογόνου».

«Γνωρίζουμε ότι όταν η Ευρώπη ενεργεί από κοινού έχει μεγαλύτερη επιρροή. Οι ηγέτες των κυβερνήσεων της ΕΕ των 27 συμφώνησαν να δημιουργήσουν μια πλατφόρμα για την κοινή αγορά αερίου, LNG και υδρογόνου. Ως μέρος του σχεδίου μας REPowerEU, προτείνουμε μια επιχειρησιακή πορεία προς τα εμπρός, με κοινό μηχανισμό προμηθειών και κοινή προσέγγιση στις προμηθεύτριες χώρες. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να εξασφαλίσουμε την εισαγωγή ενέργειας που χρειαζόμαστε χωρίς ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών-μελών μας» υπογράμμισε η Πρόεδρος της Επιτροπής.

 

 

Οι βασικοί πυλώνες του «REPowerEU»

Εξοικονόμηση ενέργειας

Η Επιτροπή προτείνει μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, προκειμένου να «προετοιμαστούμε για τις πιθανές προκλήσεις του επόμενου χειμώνα», επισημαίνοντας ότι «είναι ο ταχύτερος και φθηνότερος τρόπος αντιμετώπισης της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης και μείωσης των λογαριασμών». Συγκεκριμένα, η Επιτροπή προτείνει να αυξηθεί από 9% σε 13% ο στόχος ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο της δέσμης «Fit for 55» της νομοθεσίας για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Σύμφωνα με την Επιτροπή, οι βραχυπρόθεσμες αλλαγές συμπεριφοράς για εξοικονόμηση ενέργειας (που περιγράφονται αναλυτικά σε άλλο έγγραφο) θα μπορούσαν να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου και πετρελαίου κατά 5%. Παράλληλα, συστήνεται στα κράτη-μέλη να ξεκινήσουν ειδικές επικοινωνιακές εκστρατείες με στόχο τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία. Τα κράτη-μέλη ενθαρρύνονται επίσης να χρησιμοποιούν φορολογικά κίνητρα για την εξοικονόμηση ενέργειας, όπως μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ για ενεργειακά αποδοτικά συστήματα θέρμανσης, μόνωση κτιρίων, συσκευές και προϊόντα.

Διαφοροποίηση προμηθειών και κοινός μηχανισμός αγορών

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι εδώ και αρκετούς μήνες η ΕΕ έχει εξασφαλίσει επίπεδα ρεκόρ εισαγωγών LNG και φυσικού αερίου μέσω αγωγών, από διεθνείς εταίρους. Η νεοσυσταθείσα Ενεργειακή Πλατφόρμα της ΕΕ, που υποστηρίζεται από περιφερειακές ομάδες εργασίας, θα επιτρέψει εθελοντικές κοινές αγορές φυσικού αερίου, LNG και υδρογόνου. Ως επόμενο βήμα, και επαναλαμβάνοντας τη φιλοδοξία του κοινού προγράμματος αγοράς εμβολίων, η Επιτροπή θα εξετάσει την ανάπτυξη ενός «κοινού μηχανισμού αγορών» που θα διαπραγματεύεται και θα συνάπτει συμβάσεις για αγορές αερίου για λογαριασμό των συμμετεχόντων κρατών-μελών.

 

Επιπλέον, η Επιτροπή, θα διευκολύνει την ενεργειακή διαφοροποίηση και την οικοδόμηση μακροπρόθεσμων συνεργασιών με προμηθευτές, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας για το υδρογόνο ή άλλες πράσινες τεχνολογίες. Δίνεται προτεραιότητα στη δέσμευση της ΕΕ για την παγκόσμια πράσινη και δίκαιη ενεργειακή μετάβαση, την αύξηση της εξοικονόμησης ενέργειας και της αποδοτικότητας για τη μείωση της πίεσης στις τιμές, την τόνωση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του υδρογόνου και την ενίσχυση της ενεργειακής διπλωματίας. Στη Μεσόγειο και τη Βόρεια Θάλασσα θα αναπτυχθούν μεγάλοι διάδρομοι υδρογόνου. Ενόψει της επιθετικότητας της Ρωσίας, η ΕΕ θα υποστηρίξει την Ουκρανία, τη Μολδαβία, τα Δυτικά Βαλκάνια και τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, καθώς και τους πιο ευάλωτους εταίρους της. «Με την Ουκρανία θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε μαζί για να διασφαλίσουμε την ασφάλεια του εφοδιασμού και έναν λειτουργικό ενεργειακό τομέα, ανοίγοντας παράλληλα το δρόμο για το μελλοντικό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας και ανανεώσιμων πηγών υδρογόνου, καθώς και για την ανοικοδόμηση του ενεργειακού συστήματος στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας REPowerUkraine», τονίζει η Επιτροπή.

Επιτάχυνση ανάπτυξης ΑΠΕ

«Μια μαζική κλιμάκωση και επιτάχυνση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τη βιομηχανία, τα κτίρια και τις μεταφορές θα επιταχύνει την ανεξαρτησία μας, θα δώσει ώθηση στην πράσινη μετάβαση και θα μειώσει τις τιμές με την πάροδο του χρόνου», τονίζει η Επιτροπή, η οποία προτείνει να αυξηθεί ο βασικός στόχος του 2030 για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από 40% σε 45% στο πλαίσιο του πακέτου «Fit for 55».

Παράλληλα, η Επιτροπή παρουσιάζει μια στρατηγική της ΕΕ για την ηλιακή ενέργεια, με διπλασιασμό της ηλιακής φωτοβολταϊκής ισχύος έως το 2025 και εγκατάσταση 600 GW έως το 2030, καθώς και την πρωτοβουλία «Solar Rooftop Initiative» με σταδιακή νομική υποχρέωση εγκατάστασης ηλιακών συλλεκτών σε νέα δημόσια και εμπορικά κτίρια και νέα κτίρια κατοικιών. Επίσης, προτείνονται μέτρα για την ενσωμάτωση της γεωθερμικής και της ηλιακής θερμικής ενέργειας σε εκσυγχρονισμένα συστήματα αστικής και κοινόχρηστης θέρμανσης, καθώς και μία σύσταση της Επιτροπής για την αντιμετώπιση της αργής και πολύπλοκης αδειοδότησης για μεγάλα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και μια τροποποίηση της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για την αναγνώρισή τους, ως «υπέρτατο δημόσιο συμφέρον».

Η Επιτροπή προτείνει στόχο 10 εκατ. τόνων εγχώριας παραγωγής ανανεώσιμων πηγών υδρογόνου και 10 εκατομμυρίων τόνων εισαγωγών έως το 2030, για την αντικατάσταση του φυσικού αερίου, του άνθρακα και του πετρελαίου σε βιομηχανίες και τομείς μεταφορών. Για να επιταχυνθεί η αγορά υδρογόνου, θα πρέπει να συμφωνηθούν από τους συννομοθέτες, επιμέρους στόχοι σε συγκεκριμένους τομείς. Η Επιτροπή δημοσιεύει επίσης δύο κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τον ορισμό και την παραγωγή του ανανεώσιμου υδρογόνου για να διασφαλίσει ότι η παραγωγή οδηγεί σε καθαρή απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Για να επιταχυνθούν τα έργα υδρογόνου, διατίθεται πρόσθετη χρηματοδότηση 200 εκατομμυρίων ευρώ για έρευνα.

Σχέδιο δράσης για βιομεθάνιο

Καθορίζονται νέα εργαλεία, όπως μια νέα Βιομηχανική Συμμαχία Biomethane και οικονομικά κίνητρα για την αύξηση της παραγωγής βιομεθανίου στα 35 bcm έως το 2030, μεταξύ άλλων μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η αντικατάσταση του άνθρακα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στις βιομηχανικές διεργασίες θα μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και θα ενισχύσει την ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα. Η εξοικονόμηση ενέργειας, η απόδοση, η υποκατάσταση καυσίμου, ο ηλεκτρισμός και η βελτιωμένη απορρόφηση ανανεώσιμων πηγών υδρογόνου, βιοαερίου και βιομεθανίου από τη βιομηχανία θα μπορούσαν να εξοικονομήσουν έως και 35 bcm φυσικού αερίου έως το 2030, πέραν αυτών που προβλέπονται στο Fit for 55 προτάσεις.

Επενδύσεις

Η επίτευξη των στόχων REPowerEU απαιτεί πρόσθετες επενδύσεις 210 δισεκατομμυρίων ευρώ ως το 2027. Ήδη, είναι διαθέσιμα 225 δισεκατομμύρια ευρώ σε δάνεια στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Η Επιτροπή ενέκρινε σήμερα νομοθεσία και οδηγίες προς τα κράτη μέλη σχετικά με τον τρόπο τροποποίησης και συμπλήρωσης των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης (RRP), στο πλαίσιο του REPowerEU. Επιπλέον, η Επιτροπή προτείνει να αυξηθούν οι πόροι του RRF με 20 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιχορηγήσεις από την πώληση δικαιωμάτων του συστήματος εμπορίας εκπομπών της ΕΕ (ETS) που βρίσκονται επί του παρόντος στο Αποθεματικό Σταθερότητας της Αγοράς και που θα δημοπρατηθούν με τρόπο που δεν διαταράσσει την αγορά.

Στο πλαίσιο του τρέχοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ), η πολιτική συνοχής θα υποστηρίξει ήδη έργα απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές και πράσινης μετάβασης με έως και 100 δισεκατομμύρια ευρώ επενδύοντας σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υδρογόνο και υποδομές. Επιπλέον 26,9 δισ. ευρώ από τα ταμεία συνοχής θα μπορούσαν να διατεθούν σε εθελοντικές μεταφορές στο RRF και άλλα 7,5 δις. ευρώ από την Κοινή Αγροτική Πολιτική μέσω εθελοντικών μεταφορών στο RRF. Η Επιτροπή θα διπλασιάσει τη διαθέσιμη χρηματοδότηση για την πρόσκληση μεγάλης κλίμακας του 2022 του Ταμείου Καινοτομίας αυτό το φθινόπωρο σε περίπου 3 δις ευρώ. Απαιτείται, επίσης, περιορισμένη πρόσθετη υποδομή φυσικού αερίου, η οποία εκτιμάται σε επενδύσεις περίπου 10 δισ. ευρώ.