Τουρκία: Παγιδευμένη στα διλήμματα- Οι ΗΠΑ πιέζουν για αποστολή s-400 στην Ουκρανία

Μετά τις κυρώσεις κατά της Μόσχας, η αμερικανική κυβέρνηση βάζει στο παιχνίδι και την Άγκυρα, προκειμένου να σταματήσει η εισβολή – Ζητούν να στείλουν στους Ουκρανούς τα ρωσικά S-400 με αντάλλαγμα F-35 – Η τουρκική πλευρά καλείται τώρα  να διαλέξει ξεκάθαρα «στρατόπεδο»

Τον πλήρη έλεγχο των κινήσεων επιχειρούν να ανακτήσουν οι ΗΠΑ, τρεις βδομάδες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, σφίγγοντας όλο και περισσότερο τον «κλοιό» γύρω από χώρες που επέδειξαν αμφίσημη στάση απέναντι στην επεκτατική τακτική της Μόσχας.

Μετά τη δίωρη βιντεοκλήση που είχαν την Παρασκευή ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν με τον Κινέζο ομολογό του, Σι Τζιπίνγκ, στη διάρκεια της οποίας ο ένοικος του Λευκού Οίκου άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο κυρώσεων κατά του Πεκίνου σε περίπτωση στρατιωτικής συνδρομής στη Ρωσία, συνέχεια στην αμερικανική στρατηγική της διεθνούς απομόνωσης της Μόσχας, δόθηκε χθες με την Τουρκία.

Καθαρή στάση

Η λογική της αποκοπής της Ρωσίας από κάθε δυνητική πηγή στρατιωτικής, οικονομικής ή άλλης βοήθειας, η οποία διέπει όλες τις τελευταίες κινήσεις των ΗΠΑ, έχει διττό στόχο: αφενός να πλήξει καίρια τον πληθυσμό της Ρωσίας, προκαλώντας κύματα εσωτερικής δυσαρέσκειας και αφετέρου να πολλαπλασιάσει τον αντίκτυπο από το οικονομικό πλήγμα που θα προκαλέσουν στην Μόσχα οι μέχρι τώρα κυρώσεις της Δύσης, δημιουργώντας συνθήκες «ασφυξίας» στη χώρα.

Επιπλέον, η εντεινόμενη πίεση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού προς εκείνα τα κράτη που πρόταξαν την «πολιτική των ίσων αποστάσεων» αποκρυσταλλώνει το τοπίο για την Ουάσιγκτον αναφορικά με τους πραγματικούς συμμάχους της, σε μια συγκυρία αναγκαστικής -λόγω της ρωσικής εισβολής- επικαιροποίησης των διεθνών συμμαχιών.

Η προσφορά των ΗΠΑ

Με αυτά τα δεδομένα, δημοσίευμα των New York Times θέλει την Άγκυρα να έχει δεχθεί πρόταση από τις Ηνωμένες Πολιτείες να στείλει στην Ουκρανία ως αεράμυνα συστοιχίες των ρωσικών αντιαεροπορικών/αντιπυραυλικών συστημάτων S-400 που η γειτονική χώρα έχει στην κατοχή της. Ως αντάλλαγμα, στο «τραπέζι» μπαίνει η προοπτική η Τουρκία να επιστρέψει στο πρόγραμμα των F-35, από το οποίο είχε εκδιωχθεί ακριβώς επειδή είχε προχωρήσει στην αγορά των ρωσικών S-400.

Την παραπάνω πληροφορία έφερε στο φως ο δημοσιογράφος Ντέιβιντ Σάνγκερ, ο οποίος υποστηρίζει ότι η σχετική πρόταση έχει ήδη κοινοποιηθεί από τους Αμερικανούς προς την τουρκική πλευρά, η οποία όμως δεν έχει κάνει κάποιο σχόλιο σχετικά (μέχρι τώρα), ούτε έχει δώσει κάποια απάντηση. «Η πρόταση να προμηθεύσει η Τουρκία την Ουκρανία με ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα S-400 θα έλεγχε επίσης τι είναι διατεθειμένος να δεχτεί ο κ. Πούτιν από το ΝΑΤΟ — και πόσο διατεθειμένος είναι ένας σύμμαχος του ΝΑΤΟ που τα τελευταία χρόνια φαινόταν συχνά να χτίζει γέφυρες προς τη Μόσχα να επαναλάβει τη δέσμευσή του στη συμμαχία και την υποστήριξη της Ουκρανίας», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι New York Times.

Ο αγγελιοφόρος

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «η ιδέα προέκυψε όταν η Γουέντι Ρ. Σέρμαν, αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών, επισκέφθηκε την Τουρκία πριν από δύο εβδομάδες. Η Σέρμαν αρνήθηκε να μιλήσει για τις συζητήσεις της». Άλλος ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες γνώριζαν ότι η πρόταση θα εξόργιζε τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Η Ουκρανία χρησιμοποιεί ήδη τουρκικής κατασκευής drones, αλλά η Τουρκία ανησυχεί ότι η παροχή των αντιαεροπορικών συστημάτων θα μπορούσε να καταστήσει τη χώρα στόχο της οργής της Ρωσίας».

«Ταυτόχρονα, η ανοδική πορεία της Τουρκίας θα μπορούσε να είναι σημαντική», αναφέρεται στο ίδιο άρθρο. Παράλληλα, στο ίδιο δημοσίευμα υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση Τραμπ εκδίωξε την Τουρκία από το πρόγραμμα μαχητικών F-35 – στο οποίο ήταν ταυτόχρονα αγοραστής και κατασκευαστής εξαρτημάτων για τα προηγμένα αεροσκάφη – μετά την αγορά των S-400. «Μια συμφωνία για την αποστολή των αντιαεροπορικών συστημάτων στην Ουκρανία θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για την επανένταξη στο πρόγραμμα F-35», επισημαίνει η εφημερίδα. Τέλος, οι New York Times αναφέρουν ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρνήθηκε να σχολιάσει, όπως και η τουρκική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον.

Την ίδια ώρα, ο ενεργός ρόλος της κ. Σέρμαν στην υπόθεση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία προκύπτει και από την τποθέτησή της για τη συνομιλία μεταξύ των Προέδρων των ΗΠΑ και της Κίνας αντίστοιχα, καθώς η ίδια έχει υποστηρίξει ότι το Πεκίνο θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει την επιρροή που έχει και να καλέσει τον Ρώσο Πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν να τερματίσει την εισβολή του στην Ουκρανία.

Εκτός της παρότρυνσης προς την Κίνα, η κ. Σέρμαν αποτελεί σταθερά «αγγελιοφόρο» της Ουάσιγκτον προς την Άγκυρα για το ζήτημα των S-400, έχοντας καταθέσει άλλη πρόταση για τον «παροπλισμό» τους στην Τουρκία, τον Μάϊο του 2021. Σε επίσκεψή της εκείνη την περίοδο στη γειτονική χώρα, η Υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε γνωστοποιήσει πως «υποβάλλαμε εναλλακτικές στην Τουρκία» για τους S-400, οι οποίοι έφεραν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις σε…πολικές θερμοκρασίες το προηγούμενο διάστημα.

Τα αιτήματα Ερντογάν

Η ατμόσφαιρα μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας θερμάνθηκε μερικώς μετά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν οι δύο Πρόεδροι προ δέκα ημερών, με τον Τούρκο Πρόεδρο να θέτει, κατά πληροφορίες, ζήτημα επανεξέτασης των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας στον αμυντικό τομέα. Ο Ταγίπ Ερντογάν φέρεται να δήλωσε στον Αμερικανό ομόλογό του, Τζο Μπάιντεν πως ο ρόλος της Τουρκίας στην προσπάθεια να συνεχιστεί ο διάλογος μεταξύ Μόσχας και Κιέβου είναι σημαντικός, προκειμένου να αποτραπεί η κλιμάκωση της κρίσης.

Στο ίδιο πλαίσιο, υπογράμμισε ακόμη πως η τριμερής συνάντηση Λαβρόφ-Κουλέμπα-Τσαβούσογλου στην Αττάλεια, υπήρξε μία διπλωματική επιτυχία, αφού η Τουρκία προβάλλει σταθερά τον μεσολαβητικό της ρόλο στην περίπτωση της ουκρανικής κρίσης, κρατώντας μέχρι σήμερα όλες τις εμπόλεμες πλευρές ικανοποιημένες.

Από πλευράς του, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ χαιρέτισε τις προσπάθειες της Τουρκίας να στηρίξει τη διπλωματική επίλυση της κρίσης, ενώ στη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας τους, που διήρκεσε περίπου μία ώρα, οι δύο ηγέτες εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη συνεχιζόμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και επαναβεβαίωσαν την υποστήριξή τους στο Κίεβο, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου.

«Άδικες» κυρώσεις

Σύμφωνα με την Τουρκική Προεδρία, ο κ. Ερντογάν τόνισε στον Αμερικανό ομόλογο του πως έχει έρθει η ώρα να αρθούν όλες οι «άδικες» κυρώσεις σε βάρος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι η Τουρκία επιθυμεί να αγοράσει 40 νέα μαχητικά αεροσκάφη F-16 και να εκσυγχρονίσει αυτά που έχει ήδη, το συντομότερο δυνατόν. Η Άγκυρα, άλλωστε, σχεδίαζε αρχικά να αποκτήσει περισσότερα από 100 μαχητικά F-35, που κατασκευάζει η Lockheed Martin, αλλά οι ΗΠΑ απέκλεισαν την Τουρκία από το πρόγραμμα το 2019, αφότου απέκτησε τα ρωσικά αντιπυραυλικά συστήματα S-400. Η Τουρκία χαρακτήρισε τότε άδικη την απόφαση και αξίωσε αποζημίωση για την πληρωμή 1,4 δισ. δολαρίων. Επιπλέον, πριν από μερικούς μήνες είχε γίνει γνωστό ότι η Άγκυρα υπέβαλε αίτημα στην Ουάσιγκτον για την αγορά 40 αεροσκαφών F-16 και εξοπλισμού για τον εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών της. Η απόκτηση των ρωσικών S-400 όμως έφερε ισχυρές αμερικανικές κυρώσεις στην Τουρκία. Τον Δεκέμβριο του 2020 η Ουάσιγκτον επέβαλε κυρώσεις στη Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκίας, τον επικεφαλής της Ισμαήλ Ντεμίρ και άλλους τρεις αξιωματούχους.

Τα διλήμματα της Άγκυρας

Η τελευταία πρόταση από πλευράς της Ουάσινγκτον, ωστόσο, δοκιμάζει ισχυρά την μέχρι πρότινος στρατηγική επιλογή της Τουρκίας, δηλαδή να επενδύσει πολιτικά στο διαμεσολαβητικό της ρόλο, διατηρώντας έτσι το προνόμιο να «παίζει» και με τους δύο «παίκτες» του πολέμου, παρά την αμήχανη αρχικά στάση της απέναντι στη διαχείριση των στενών του Βοσπόρου. Η νέα πρόταση, όμως, από πλευράς της κ. Σέρμαν στενεύει σημαντικά τα περιθώρια ελιγμών για την Τουρκική πλευρά, η οποία θα κληθεί να διαλέξει καθαρά «στρατόπεδο». Και αυτό γιατί:

Σε περίπτωση που η Άγκυρα δεχθεί την πρόταση των ΗΠΑ, εκτιμάται ότι οι ιδιαίτερα στενές σχέσεις που διατηρεί με τη Ρωσία θα κλονιστούν σοβαρά, καθώς οι S-400, δηλαδή τα αντιαεροπορικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς, αποτελούν φόβητρο για τις ΝΑΤΟϊκές αντιαεροπορικές δυνάμεις, καθώς δεν γνωρίζουν ακόμη τα πλήρη χαρακτηριστικά και τις δυνατότητές τους, ώστε να αναπτύξουν αντίμετρα.

Επίσης, σε μια τέτοια περίπτωση, το Κρεμλίνο δεν αποκλείεται να ευθυγραμμίσει πλήρως την Τουρκία με τη Δύση σε επίπεδο συμμαχιών, σε μια στιγμή που η Άγκυρα επιθυμεί να εκμεταλλευθεί οικονομικά και εμπορικά την αποχώρηση των δυτικών εταιριών από το έδαφος της Ρωσίας, ξεδιπλώνοντας σχέδιο οικονομικού επεκτατισμού, ώστε να τοποθετηθεί από προνομιακή θέση σε μια τεράστια αγορά, μέσα από τουρκικές αλυσίδες και προϊόντα.

Παράλληλα, η Τουρκία θα απωλέσει και τα πλεονεκτήματα στο διεθνή ανταγωνισμό, τα οποία ανέπτυξε με την έναρξη της ρωσικής εισβολής, καθώς ρωσικά αεροσκάφη «βαφτίζονται» τουρκικά, για να αποφύγουν τον σκόπελο των κυρώσεων, την ώρα που εκατοντάδες Ρώσοι πολίτες ανοίγουν λογαριασμούς σε τουρκικές τράπεζες (συμβεβλημένες με το σύστημα Mir), για τον ίδιο σκοπό.

Ακόμη, μια όξυνση στις σχέσεις Ρωσίας -Τουρκίας θα είχε ευθύ αντίκτυπο στο τεράστιο τουριστικό ρεύμα Ρώσων που κατευθύνεται τα τελευταία χρόνια μαζικά προς τη γειτονική χώρα, ενώ προβλήματα μπορεί να υπάρξουν και στο ενεργειακό πεδίο, αφού η Άγκυρα προμηθεύεται πετρέλαιο και φυσικό αέριο από την Μόσχα.

Αντίθετα, αν η Τουρκία παραχωρήσει τα αντιαεροπορικά συστήματα στο Κίεβο, αναβαθμίζει σε υψηλό επίπεδο το ρόλο της στην νέα μέρα που ανατέλλει για τη Βορειοατλαντική Συμμαχία και ιδίως την Νοτιοανατολική της πτέρυγα, όταν έχει ήδη εξοπλίσει και εκπαιδεύσει (στην Κεσάνη) Ουκρανούς για τη χρήση drones τουρκικής κατασκευής.

Επίσης, η συμπαράταξη της Άγκυρας με τη Δύση πιθανά να οδηγήσει και σε εξομάλυνση την παραπαίουσα τουρκική οικονομία, καθώς η συνεχιζόμενη υποτίμηση της λίρας, το ρεκόρ πληθωρισμού, το κύμα ακρίβειας σε βασικά είδη διατροφής και η έκρηξη των τιμών των ενοικίων, προκαλούν σφοδρές αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, αντανακλώντας στη δημοφιλία του Τούρκου Προέδρου.