Περιορισμοί και στην πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης - Λιγότεροι θεατές, πλήρως εμβολιασμένοι και με τεστ
Με αυστηρούς περιορισμούς θα πραγματοποιηθεί και η πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τους διοργανωτές, οι θεατές θα περιοριστούν στους 1.000, οι οποίοι θα είναι εμβολιασμένοι ή ιαθέντες και, επιπλέον, θα έχουν υποβληθεί σε μοριακό διαγνωστικό τεστ για κορωνοϊό, το πολύ εντός 48 ωρών από τη συναυλία. Οι θεατές υποχρεούνται να φορούν προστατευτική μάσκα τύπου FFP2 καθ΄όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στο κτίριο του Μεγάρου Φίλων της Μουσικής στη Βιέννη.
Οι περιορισμοί αναμένεται να επηρεάσουν περίπου 700 άτομα, τα οποία είχαν ήδη προμηθευτεί εισιτήρια αξίας περίπου 800 ευρώ το καθένα, ενώ με τους ίδιους περιορισμούς θα πραγματοποιηθούν και οι άλλες δύο παραδοσιακές συναυλίες, η γενική πρόβα της Πρωτοχρονιάτικης Συναυλίας στις 30 Δεκεμβρίου και η Συναυλία της Παραμονής της Πρωτοχρονιάς, στις 31 Δεκεμβρίου.
Ο Πρόεδρος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης Ντάνιελ Φροσάουερ χαρακτήρισε τα νέα μέτρα «ιδιαίτερη υλικοτεχνική πρόκληση, η οποία απαιτεί υψηλό βαθμό κατανόησης και προθυμίας προσαρμογής από όλους», εξέφρασε ωστόσο την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι, έστω με περιορισμούς, η Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία μπορεί να δοθεί και πάλι παρουσία κοινού. Όπως διευκρίνισε, για όσους είχαν εισιτήριο και θα μείνουν εκτός αίθουσας, θα εξασφαλιστούν αυτομάτως θέσεις στις Συναυλίες της επόμενης χρονιάς. Πέρυσι, λόγω των περιοριστικών μέτρων που ίσχυαν την ίδια περίοδο, η Συναυλία είχε πραγματοποιηθεί χωρίς κοινό.
Την πιο διάσημη συναυλία στον κόσμο, η οποία μεταδίδεται απευθείας από την «χρυσοποίκιλτη αίθουσα» του Μεγάρου Φίλων της Μουσικής σε περισσότερες από 90 χώρες, θα διευθύνει την 1η Ιανουαρίου του 2022 για τρίτη φορά ο φημισμένος μαέστρος Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ, με έργα των Γιόζεφ Στράους, Γιόχαν Στράους, Γιόζεφ Χελμεσμπέργκερ, Εδουάρδου Στράους και Καρλ Μίχαελ Τσίρερ. Το διάσημο Μέγαρο Μουσικής της Βιέννης ανηγέρθη με δωρεά του ελληνικής καταγωγής επιχειρηματία και μαικήνα των τεχνών, Νικολάου Δούμπα, μεταξύ 1863 και 1870.