Η πρώτη καταδίκη για τα «κλεμμένα μωρά» του Φράνκο

Είναι η πρώτη περίπτωση που έφτασε στη Δικαιοσύνη. Παρά τις -τουλάχιστον-2000  προσφυγές οι αρχές της Ισπανίας επέμεναν να αγνοούν την υπόθεση των «κλεμμένων μωρών», ένα σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων που χώρισε μητέρες από τα παιδιά τους, την περίοδο της δικατατορίας του Φράνκο, αλλά και μετά, κατά τα χρόνια της Δημοκρατίας. Χθες,  δικαστήριο της Μαδρίτης, έκρινε έναν 85χρονο πρώην γυναικολόγο,ως ένοχο για όλες τις κατηγορίες που τον βάρυναν ( απαγωγή και πώληση μωρού) αλλά τον απάλλαξε από τις κατηγορίες  λόγω παραγραφής των ποινικών του αδικημάτων.

Το δικαστήριο απεφάνθη πως ο 85χρονος Εντουάρντο Βέλα είναι ένοχος για το έγκλημα της απαγωγής ενός παιδιού, για ψεύτικο τοκετό και για πλαστογράφηση επίσημων εγγράφων, αλλά οι κατηγορίες εις βάρος του παραγράφηκαν μετά την ενηλικίωση του μωρού, το 1987.

Κατά του Βέλα προσέφυγε η Ινές Μαδριγάλ, 49χρονη υπάλληλος των σιδηροδρόμων, κατηγορώντας τον ότι τη χώρισε από τη βιολογική της μητέρα και ότι πλαστογράφησε το πιστοποιητικό γέννησής της τον Ιούνιο του 1969, για να τη δώσει σε μια γυναίκα που ήταν στείρα.

Οι «ακατάλληλες» μητέρες

Ο Βέλα είναι ο πρώτος άνθρωπος που δικάζεται στο πλαίσιο της υπόθεσης των «κλεμμένων μωρών», δεκαετίες αφότου ξέσπασε το σκάνδαλο αυτό με τα νεογέννητα που αξιωματούχοι έπαιρναν από τις «ακατάλληλες» μητέρες τους –συχνά κομμουνίστριες ή αριστερές– για να τα εμπιστευθούν σε θετές οικογένειες υπό το καθεστώς του Φράνκο.

Ο γιατρός αυτός, ο οποίος είχε από καιρό καταγγελθεί από τον Τύπο και ενώσεις, κάθισε στο εδώλιο του κατηγορουμένου χάρη στη μαρτυρία της μητέρας της Ινές Μαδριγάλ, της Ινές Πέρεθ, η οποία έχει πλέον πεθάνει.

Αυτή η τελευταία, η οποία δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδί, αφηγήθηκε πώς ο γιατρός Βέλα της είχε προτείνει να της δώσει ένα μωρό. Της είχε ζητήσει να προσποιηθεί πως ήταν έγκυος και μετά την είχε δηλώσει ως τη βιολογική μητέρα του νεογέννητου.

Ενώπιον του ανακριτή, ο γιατρός είχε παραδεχθεί το 2013, πως είχε υπογράψει «χωρίς να κοιτάξει» τον ιατρικό φάκελο, που αναφέρει πως είχε παρευρεθεί στον τοκετό.

Οι περιπτώσεις όπως αυτή μπορεί να ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες, σύμφωνα με τις ενώσεις που μάχονται για να πέσει φως σε αυτό το λαθρεμπόριο που άρχισε υπό τη δικτατορία του Φρανθίσκο Φράνκο (1939-1975), συχνά με τη συνέργεια της Καθολικής Εκκλησίας.

Δηλώνονταν νεκρά

Τα παιδιά αποσπώνταν μετά τον τοκετό, δηλώνονταν νεκρά χωρίς να δοθεί κάποια απόδειξη γι’ αυτό στους γονείς τους και υιοθετούνταν από στείρα ζευγάρια, κατά προτίμηση προσκείμενα στο «εθνικο-καθολικό» καθεστώς.

Μετά τον εμφύλιο πόλεμο (1936-1939), ο στόχος ήταν να τιμωρηθούν αντιπολιτευόμενες γυναίκες που κατηγορούνταν ότι μετέδιδαν το «κόκκινο γονίδιο» του μαρξισμού, σύμφωνα με τη Σολεδάδ Λούκε, πρόεδρο της ένωσης «Ολα τα κλεμμένα παιδιά είναι και δικά μου παιδιά». Επειτα, από τη δεκαετία του 1950 και μετά, έγιναν περισσότερο στόχοι τα παιδιά που γεννιούνταν εκτός γάμου ή σε φτωχές ή πολυμελείς οικογένειες.

Το λαθρεμπόριο αυτό συνεχίστηκε στη δημοκρατία, τουλάχιστον έως το 1987, για λόγους «σχεδόν καθαρά οικονομικούς», σύμφωνα με την ίδια. Ομως, παρά την έκταση του σκανδάλου, το οποίο καταγγέλθηκε για πρώτη φορά στον Τύπο το 1982, καμιά από τις περισσότερες από 2.000 προσφυγές που κατατέθηκαν, σύμφωνα με τις ενώσεις, δεν έφθασε στα δικαστήρια.