Η Άγκυρα κάνει λόγο για αναξιοπιστία της ελληνικής Δικαιοσύνης λόγω Κουφοντίνα 

Οι αντιδράσεις για την τρίτη άδεια του Δημήτρη Κουφοντίνα, δεν περιορίζονται στο εσωτερικό.

Μετά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σειρά είχε η Τουρκία, η οποία καταδίκασε το γεγονός με ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας.

Μάλιστα, στην ανακοίνωσή του, επισημαίνει ότι η τρίτη άδεια στον εκτελεστή της «17 Νοέμβρη» ενισχύει τις αμφιβολίες της Αγκυρας για τη λειτουργία του δικαστικού συστήματος στην Ελλάδα.

Η ανακοίνωση κάνει λόγο για «ανοχή σε έναν αιμοδιψή τρομοκράτη» και καλεί τις ελληνικές αρχές «που δείχνουν αδυναμία στη μάχη κατά της τρομοκρατίας να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους για την τιμωρία των τρομοκρατών».

Eπιπλέον, γίνεται ξεκάθαρα λόγος περί αμφιβολίας της Τουρκίας για την αξιοπιστία της δικαστικής λειτουργίας στην Ελλάδα.

Ακολουθεί το κείμενο της ανακοίνωσης: 

«Οι ελληνικές αρχές επέτρεψαν για τρίτη φορά να βγει από τη φυλακή με διήμερη άδεια το μέλος της τρομοκρατικής οργάνωσης “17 Νοέμβρη”, Δημήτρης Κουφοντίνας.

Αυτό το άτομο, που έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, γιατί ήταν ο δράστης της δολοφονίας του ακόλουθου Τύπου της πρεσβείας μας στην Αθήνα, Τσετίν Γκιοργκιού, (1991) και της απόπειρας δολοφονίας του γενικού γραμματέα στην πρεσβεία μας στην Αθήνα, Ντενίζ Μπολούκμπασί, (1991), καθώς επίσης και εκ των δραστών της δολοφονίας του γενικού γραμματέα της πρεσβείας μας στην Αθήνα, Χαλούκ Σιπαχίογλου, (1994).

Καταδικάζουμε απερίφραστα το γεγονός ο Κουφοντίνας, ο οποίος έχει κάνει χρήση του δικαιώματος άδειας άλλες δύο φορές, να απολαμβάνει το δικαίωμα άδειας για τρίτη φορά. Το γεγονός αυτό  ενισχύει τις αμφιβολίες μας για τον τρόπο λειτουργίας του δικαστικού συστήματος στην Ελλάδα.

Τέτοια ανοχή σε έναν αιμοδιψή τρομοκράτη είναι ασέβεια απέναντι στη μνήμη των ηρώων διπλωματών μας και τις οικογένειές τους. Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μία τέτοια ρύθμιση που ευνοεί έναν τρομοκράτη, ο οποίος αφαίρεσε τη ζωή διπλωματών μας, που εκπροσωπούσαν επάξια τη χώρα μας στο εξωτερικό.

Καλούμε τις ελληνικές αρχές, ο οποίες με τις ενέργειές τους δείχνουν αδυναμία απέναντι στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, να εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις τους για την τιμωρία των τρομοκρατών».