«Η ελπίδα ριζώνει στη μοναδική κλήση του ανθρώπου, την αγάπη», τονίζει στο χριστουγεννιάτικο μήνυμά του ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος.
Το χριστουγεννιάτικο μήνυμα του:
«Ἀδελφοί μου καί τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, ‘Μέγα καὶ παράδοξον θαῦμα τετέλεσται σήμερον! […] Ἦλθε γὰρ ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν’. Ὁ ἱερός ὑμνωδός τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας μᾶς παροτρύνει νά ψάλλουμε ὅτι μέγα καί παράδοξο γεγονός συντελεῖται σήμερα, καθώς ἦλθε στόν κόσμο ἡ ἐλπίδα κι ἡ ἀπαντοχή τῆς οἰκουμένης.
Τό θαῦμα ἔγκειται στό γεγονός τοῦ ἐρχομοῦ, τῆς συνάντησης μέ τό πρόσωπο τοῦ Δημιουργοῦ. Ἡ σωτηρία δοκιμάστηκε ἀπό τά ἔθνη μέ ποικίλους τρόπους. Δέν εὐοδώθηκε ὅμως οὔτε ἀπό ὀξυδερκεῖς ἡγέτες, οὔτε ἀπό φωτισμένους δασκάλους, οὔτε ἀπό τή δυναμική τῶν ἀνθρώπινων ἐπιτευγμάτων.
Ἐγκαινιάστηκε ἀπό τή θυσιαστική ἀγάπη τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού σμίκρυνε ἑκουσίως τήν παντοδυναμία Του γεννώμενος ὡς ἀνυπεράσπιστο βρέφος.
Ἡ προσδοκία μιᾶς καινούργιας ζωῆς ὑπῆρχε χωρίς νά εἶναι ἐφικτή ἡ πραγματοποίησή της. Οἱ βεβαιότητες καί οἱ κατακτήσεις τοῦ κόσμου προσέδιδαν κῦρος, ἐξουσία, δόξα. Ἡ ἐλπίδα ὅμως σέ αὐτές ἦταν ἀνυπόστατη, καθώς δέν ρίζωνε στή μοναδική κλήση τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἔρχεται λοιπόν τό πλήρωμα τῆς ἀγάπης ὁ Χριστός, γιά νά ἀποκαταστήσει τόν βαθύτερο πόθο τοῦ ἀνθρώπου πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τήν ἐλευθερία τῆς ἀγάπης. ‘Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ σήμερον ἡνώθησαν’. Πανηγυρίζουμε σήμερα τή γέννηση τῆς ἐλπίδας.
Ἡ προσδοκία μας δέν εἶναι πιά μία ἄσαρκη-μεταφυσική ἀναμονή, οὔτε περιορίζεται σέ μία ψυχολογική αἰσιοδοξία. Εἶναι γεγονός! Ἔχει τήν ἀρχή του στήν ἱστορία ἀλλά ἡ προοπτική του διασχίζει τήν αἰωνιότητα. Συντελέστηκε στό παρελθόν ἀλλά ἡ οἰκείωσή του πραγματοποιεῖται στό παρόν ὡς πρόγευση τοῦ μέλλοντος. Ἡ ἀπόσταση μεταξύ γῆς καί οὐρανοῦ ἦταν ἡ κακότεχνη ἐφεύρεση τοῦ ἀνθρώπου.
Στό ἀγεφύρωτο αὐτό χάσμα ἔβρισκαν χῶρο οἱ αὐταπάτες τῶν προσωπείων τῆς ἐλευθερίας. Γιά τό λόγο αὐτό οἱ μόνοι πού ἀντιλήφθηκαν τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ ἦταν οἱ καταφρονεμένοι βοσκοί καί οἱ ἀλλοεθνεῖς μάγοι. Ἡ κοσμική καταξίωση καί ἡ ἀλαζονική βεβαιότητα ἦταν καί θά εἶναι τά κατεξοχήν προσωπεῖα, τά εἴδωλα τοῦ ἀγέρωχου ἑαυτοῦ πού θά σκιάζουν πάντοτε τήν ἀλήθεια.
Ἡ ἁπλότητα τῶν βοσκῶν καί ἡ ἀναζήτηση τῶν μάγων κατέλιπαν αἰώνια παρακαταθήκη γνήσιου πόθου λευτεριᾶς. Διότι γιά νά ὑπάρχει κάποιος ἐλεύθερος εἶναι ἀνάγκη νά εἶναι ταπεινός· δηλαδή νά εἶναι ξένος ὡς πρός τίς ἰδιοτελεῖς συμβάσεις τῆς ἐποχῆς του καί ἐπίσης ξένος ὡς πρός τήν ἀσφάλεια τῶν πεποιθήσεών του.
Ὁ πρῶτος μεγάλος ξενιτεμένος τῆς ἱστορίας ἄλλωστε εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. «Ἐγκατέλειψε» τούς Πατρικούς κόλπους καί ἀνέλαβε τήν ἀνθρώπινη τραγωδία ἕως θανάτου. Καί ὡς ἄνθρωπος ὅμως ἀναγκάστηκε νά πάρει τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς βαδίζοντας ἑκούσια τόν σταυρωμένο δρόμο τῆς ἀγάπης. Σέ αὐτόν τόν δρόμο πορεύεται καί ὁποιοσδήποτε ζητᾶ νά λευτερωθεῖ.
Στέκεται στό πλάι ἐκείνων πού ἔχουν ἐξοριστεῖ, πού ἔχουν ἀπορριφθεῖ, γιατί πρῶτος ἀπορριμένος ἐξόριστος γιά χάρη ὅλων ἦταν ὁ Χριστός.
Αὐτά τά Χριστούγεννα ἄς ἑορτάσουμε τήν ξενιτειά μας ἀπό τίς συμβάσεις καί τήν κατασφάλιση πού πνίγουν τήν ἐλευθερία. Ἄς ἐπαναπατριστοῦμε στό πρόσωπο καί τήν καρδιά τοῦ ἀναγκεμένου συνανθρώπου. Ἐκεῖ σπαργανοῦται ἀθόρυβα καί μυστικά ὁ Κτίστης, ἐκεῖ μποροῦμε νά ξαναβροῦμε τόν πρόσφυγα ἑαυτό μας.
Ευλογημένα Χριστούγεννα»