Απολογείται η Πισπιρίγκου - Πώς περιέγραψε τις δραματικές στιγμές με την Τζωρτζίνα στο Καραμανδάνειο
Συνεχίζεται σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο η απολογία της Ρούλας Πισπιρίγκου για την υπόθεση θανάτου της πρωτότοκης κόρης της Τζωρτζίνας. «Σας έδωσα ένα πλάνο την προηγούμενη φορά για το πώς ήταν το παιδί μου σε διάφορες στιγμές της ζωής του. Θέλω να πω για τα γεγονότα του Καραμανδανείου» είπε η κατηγορούμενη μητέρα εξιστορώντας στη συνέχεια τα όσα έγιναν την παραμονή της εισαγωγής του παιδιού στο νοσοκομείο αλλά και κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του.
«Πριν την εισαγωγή της Τζωρτζίνας στο Καραμανδάνειο υπήρχε ένας τσακωμός με τον εν διαστάσει σύζυγο μου και εγώ είχα πάει στο σπίτι της μητέρας μου μετά από ένα επεισόδιο που είχε γίνει. Ήταν και η Τζωρτζίνα μαζί μου. Το βράδυ παραγγείλαμε απ έξω και περίπου στις 11 καθίσαμε στο καναπέ και είχαμε μια κουβέντα για τη 4η εγκυμοσύνη μου. Μόλις της ανακοίνωσα ότι θα έχει αδελφάκι πάλι μου έκανε μια σφιχτή αγκαλιά. Ήταν πολύ χαρούμενη. (…).Η Τζωρτζίνα πήρε το τάμπλετ και κοιμήθηκε. …Γύρω στις 6:30 – μπορεί να μη θυμάμαι καλά τις ώρες – την ένιωσα δίπλα μου. Τινάχτηκε στο κρεβάτι. Σηκώθηκα τη ξύπνησα, πετάχτηκε και της είπα «τι έπαθες;» έτρεμες. Μου είπε όλα καλά. Γύρισε πλευρό και κοιμήθηκε. Σηκώθηκα εγώ να πιω νερό και η αδελφή μου είχε ακούσει. Μου είπε τι έγινε; Της είπα το παιδί κάποιο όνειρο είδε. Ξαναπήγα δίπλα της και τη μετακίνησα προς τα πάνω μου για να τη βλέπω. Εγώ έβλεπα τηλεόραση. Πετάχτηκε. Άνοιξε τα μάτια της και μου λέει τρέμω. Άνοιξα το φως την είδα τρομαγμένη, στο πάνω χείλος μόνο ήταν κόκκινη. Της λέω τι συμβαίνει; Μου είπε ότι είδε ένα όνειρο. Το ακούει η αδελφή μου και την ρώτησε τι όνειρο είδε. Απάντησε ότι είδε το μπαμπά να φωνάζει στη μαμά. Μας είπε ότι πονάει η κοιλιά της και ότι πονάει πολύ και η πλάτη της. Η Τζωρτζίνα δεν ήθελε τους γιατρούς. Δεν πήγαινε ευχάριστα. Η Μαλένα το έκανε αυτό. Εκείνη την ημέρα μας έκανε μεγάλη εντύπωση που μας ζήτησε γιατρό. Μας έλεγε να πάμε στο νοσοκομείο» είπε η 34χρονη μητέρα από την Πάτρα για να συνεχίσει:
«Ξύπνησε και η μητέρα μου. Προσπαθούσαμε να καταλάβουμε αν είναι σοβαρό αυτό που συμβαίνει ή κάποιο άγχος. Επέμεινε ότι ήθελε να πάει στο γιατρό. (….) Μας βόλευε το Καραμανδάνειο, πήγαμε με ένα κολάν και μια μπλούζα, το παιδί ήταν με τις πιτζάμες και τις παντόφλες. Δεν πιστεύαμε ότι θα μείναμε. Όταν έχεις χάσει δυο παιδιά οτιδήποτε και αν γίνονταν με τη Τζωρτζίνα ήταν ο απόλυτος φόβος. Μην τρέξει, μη χτυπήσει, ήθελα να την έχω προστατευμένη. Πίστεψα ότι όλο αυτό δημιουργήθηκε από το όνειρο που είδε. Ντύθηκε ο πατριός μου και μπήκαμε στο αμάξι. …Φτάσαμε, πήγαμε στα εξωτερικά ιατρεία και μας είπαν να περιμένουμε πέντε λεπτά για να δεχτούν το περιστατικό. Τους εξήγησα το περιστατικό όπως το είπα σε εσάς. Εγώ δε μπορώ να γνωρίζω τι είναι σπασμοί, και τι είναι τονοκλικοί σπασμοί, τώρα το πώς το εξέλαβαν εκείνοι το πως το πώς το έγραψαν στο ιατρικό ιστορικό είναι δικό τους θέμα. Ενημερώθηκε ο πατέρας της και περιμέναμε έξω. …Αλλάζαμε εγώ με την αδελφή μου μέσα έξω. Βγήκα να ενημερώσω κάποια στιγμή το Μάνο. Μπήκε εκείνος στο δωμάτιο, η Τζωρτζίνα δεν το ήθελε. Βγήκε έξω και μου είπε «τι συμβαίνει το παιδί δεν με θέλει». Μπήκα μέσα και μου λέει η αδελφή μου ότι εσένα θέλει και λέει ότι δεν θέλει τον μπαμπά της.
Εγώ είχα στο μυαλό να μας πουν τι συμβαίνει, δεν ήθελα να ρωτήσω τη Τζωρτζίνα. Ο Μάνος δεν ήθελε να δεχτεί την άρνηση του παιδιού…. Η Τζωρτζίνα τελικά έκανε εισαγωγή γιατί μας είπανε ότι υπάρχει ένας είδος επιληψίας και πρέπει να το ερευνήσουν. Ήξεραν και τη κατάσταση των δυο μικρότερων παιδιών ότι τα είχαμε χάσει. Θεώρησαν ότι το παιδί πρέπει να νοσηλευτεί. Εγώ έφυγαν με τον πατριό μου για να φέρω πράγματα του παιδιού και δικά μου.
Πήρα και το λαπτοπ μήπως ήθελε να μπει στο μάθημα. Πήρα τα πράγματα του παιδιού και δικά μου και γύρισα πίσω. Το παιδί ήταν με την αδελφή μου. Μετά από καιρό που μίλησα με την αδελφή μου, μου είπε ότι η Τζωρτζίνα δεν της είπε τίποτα για το όνειρο, ούτε για την εισαγωγή της στο νοσοκομείο. Κάναμε μαγνητική και εγκεφαλογράφημα δε θυμάμαι με ποια σειρά. Πήγαμε με ασθενοφόρο σε μια γιατρό, δεν θυμάμαι ονόματα, δεν συγκρατώ. Μπήκε το παιδί εγώ έμεινα έξω λόγω εγκυμοσύνης. Στο μεταξύ είχα επικοινωνήσει με το Μάνο και μου είπε ότι η μαγνητική ήταν καθημερινή. Ο κ. Κατερέλος μου είπε για επιληψία των 8 ετών, που εμφανίζεται σε παιδιά γύρω στα 8 έτη.
Μου είπε ότι θα έκανε και δεύτερο εγκεφαλογράφημα. Να τη κρατήσω ξύπνια στις 4 το πρωί για να κάνω και δεύτερο. Κάποια στιγμή ανέβασε κάποιες σφίξεις. Ρώτησα τους γιατρούς και μου είπαν μέχρι 120 μη σας προβληματίζει καθόλου. Της είχαν βάλει μόνιτορ και έδειχνε τους παλμούς. Σε αυτό το μονιτορ είδα να ανεβαίνουν οι σφίξεις και τους είχα φωνάξει. Κάναμε το εγκεφαλογράφημα. Την ξύπνησα στις 4. Ήρθε και η νοσοκόμα. Δεν είχε κοιμηθεί, ήταν πολύ ταλαιπωρημένη. Μετά από λίγη ώρα περνάνε επίσκεψη οι γιατροί. Αφαίρεσαν το μόνιτορ και μου είπαν ότι θεωρούσαν ότι το παιδί έχει κάτι ψυχολογικό. Δυστυχώς είχε ζήσει άσχημα πράγματα και δεν εκφράστηκε. Πίστεψα και εγώ ότι το σωματοποιήσει όλο αυτό. Που δεν έκλαψε, δεν είπε κάτι (…). Μας είπαν ότι το παιδί δεν είχε κάποιο πρόβλημα, η παιδοψυχολόγος του σχολείου μας είπε ότι μιλούσε συνέχεια και έλεγε ότι ήθελε αδελφάκι».
Συνεχίζοντας να μιλάει για την Τζωρτζίνα είπε: «Εκεί που είπαμε φεύγουμε και άρχισα να μαζεύω τα πράγματα ακούω το παιδί να κάνει ένα τεράστιο βήχα». Στο σημείο, ωστόσο, αυτό προέκυψε πρόβλημα με την ηχογράφηση της απολογίας της κατηγορούμενης και η διαδικασία διεκόπη για λίγο.
Λίγο νωρίτερα μάλιστα η Ρούλα Πισπιρίγκου είχε αναφερθεί και στην απώλεια της Ίριδας για να πει: «Η Ίριδα δεν ήρθε για να αναπληρώσει το κενό της Μαλένας στη ψυχή μου, ήταν όμως η χαρά πάλι της ζωής. Όταν το σπίτι είχε όλο αυτό το πένθος… Και είχαμε πει να τη βαφτίσουμε Ίριδα από τα χρώματα του ουράνιου τόξου, τα χρώματα της ιριδας ήρθαν πάλι στο σπίτι για να φέρουν χαρά. Μετά όμως έσβησαν τα χρώματα της Ίριδας. Όμως υπήρχαν δυο ιατροδικαστικές δεν υπήρχε υποψία κατηγορίας ούτε προς το προς το πρόσωπο μου ούτε για κανένα άλλον».