Χωρίς νερό το Μεσολόγγι, «αποκλεισμένα» χωριά από την πτώση της γέφυρας στον Εύηνο

Οι καταστροφές που προκάλεσε η έντονη βροχόπτωση το περασμένο Σαββατοκύριακο στις δύο γέφυρες (την οδική και την παλαιά σιδηροδρομική) στον Εύηνο, έξω από το Μεσολόγγι, έχουν οδηγήσει τους κατοίκους της Ιεράς Πόλης, αλλά και χωριών που συνδέονταν με την πρωτεύουσα της Αιτωλοακαρνανίας μέσω αυτού του οδικού άξονα σε απόγνωση.

Οι μεν κάτοικοι του Μεσολογγίου ζουν επιστροφή στον προηγούμενο αιώνα, καθώς η υδροδότηση της πόλης έχει τρομακτικά προβλήματα, αφενός γιατί έχει μειωθεί η ροή, αφετέρου διότι το νερό δεν είναι ακόμα πόσιμο.

Το πρώτο πρόβλημα προέκυψε επειδή από τη γέφυρα του Ευήνου περνούσε αγωγός, που μετέφερε νερό από γεωτρήσεις που είχαν γίνει ανατολικά του ποταμού. Το δεύτερο επειδή «ύστερα από τις έντονες βροχοπτώσεις στην περιοχή παρατηρήθηκε θολότητα του νερού των γεωτρήσεων που υδροδοτούν την ζώνη του Μεσολογγίου» όπως ανακοίνωσε η εταιρία Ύδρευσης. Μέχρι και το βράδυ της Δευτέρας από πολλές βρύσες των σπιτιών έβγαινε νερό σε… καφετί χρώμα, αναγκάζοντας τους κατοίκους να καταφεύγουν στο εμφιαλωμένο.

«Μέχρις ότου ολοκληρωθεί η υγειονομική αναγνώριση και επιθεώρηση των εγκαταστάσεων μας στον Εύηνο ποταμό καλούνται οι κάτοικοι των περιοχών Μεσολογγίου, Άγ. Θωμά, Αγριλιάς, Ρετσίνων, Μουσούρων και Ελληνικών να μην χρησιμοποιούν το νερό για πόση ή μαγείρεμα» αναφερόταν χαρακτηριστικά στην ίδια ανακοίνωση.

 

 

Κι αν με το νερό κάποια στιγμή, μπορεί να βρεθεί λύση, το πρόβλημα στις μετακινήσεις λόγω των ζημιών στην οδική γέφυρα είναι τεράστιο για τους κατοίκους της περιοχής καθώς η γέφυρα του Εύηνου είναι ακατάλληλη για τη διέλευση των οχημάτων.

Κατ’ αρχάς να επισημανθεί ότι εάν δεν υπήρχε ο νέος δρόμος, η Ιόνια Οδός, όλη η δυτική Ελλάδα από το συγκεκριμένο πέρασμα του Ευήνου, θα ήταν αποκλεισμένη. Ενδεχομένως, θα επισημάνει κάποιος καλοπροαίρετος, εάν δεν υπήρχε ο νέος δρόμος, κάποιοι (οι επιφορτισμένοι με την ευθύνη αυτή, δηλαδή) θα πρόσεχαν περισσότερο τη γέφυρα και θα φρόντιζαν να γίνουν οι δέουσες συντηρήσεις και να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα, ώστε να μην χωρίζεται η Ελλάδα στη μέση στον 21ο αιώνα.

Ουσιαστικά τώρα, εάν θέλει κανείς από τη πλευρά ανατολικά της κατεστραμμένης γέφυρας, δηλαδή από τις κοινότητες Γαλατά και Περιθώρι, να μεταβεί στο Μεσολόγγι (εμπορικό και όχι μόνο, κέντρο της ευρύτερης περιοχής), το Ευηνοχώρι ή άλλο σημείο δυτικά του ποταμού, προκειμένου για την εργασία του ή για άλλους λόγους, πρέπει να κατευθυνθεί προς τη Ναύπακτο ώστε μετά από περίπου 8χλμ να μπει στην Ιόνια Οδό με δυτική κατεύθυνση, κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο για να καταφέρει να φτάσει στον προορισμό του. Και βέβαια η διαδρομή ισχύει και αντιστρόφως για όσους θέλουν από τα δυτικά να κατευθυνθούν ανατολικά. Μία απόσταση που κανονικά ήταν 10-12 χιλιόμετρα, τώρα γίνεται σχεδόν 30! Ακόμα χειρότερα: άνθρωποι για να μετακινηθούν σε διπλανά χωρια (πχ. Από το Γαλατά στο Ευηνοχώρι και αντίστροφα) είναι αναγκασμένοι να γίνουν κάτι σαν Φιλέας Φογκ και να κάνουν το γύρο της επαρχίας – του κόσμου θα τον έκαναν πιο εύκολα πλέον.

 

«Χρειάζεται να αποκατασταθεί σύντομα η συγκοινωνία, διότι το πρόβλημα επηρεάζει αρνητικά την κοινωνική και οικονομική ζωή της περιοχής» δηλώνει ο πρώην υπουργός και επί σειρά ετών βουλευτής του νομού Χρίστος Βερελής, επί των ημερών του οποίου στο ΥΠΕΧΩΔΕ έγιναν εκτεταμένα έργα συντήρησης στις δύο γέφυρες.

 

Μία αναμενόμενη καταστροφή

Η καταστροφή που προκάλεσε ξημερώματα της περασμένης Κυριακής η νεροποντή ήταν τεράστια και ως ένα βαθμό ανεπανόρθωτη, εκθέτοντας κάθε αρμόδιο. Είναι επιβεβλημένο να δοθούν απαντήσεις τόσο από την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, όσο πιθανόν και από την ΕΥΔΑΠ, που έχει την ευθύνη για το Φράγμα του Μόρνου, όπου η διαχείριση της έκτακτης κατάστασης με την τεράστια βροχόπτωση γεννά ερωτηματικά.

Κατ’ αρχάς η καταστροφή ήταν διπλή. Η οδική γέφυρα υπέστη τεράστιες ζημιές, είναι εκτός λειτουργίας και μία ολική αποκατάστασή της θα πάρει μήνες. Γι’ αυτό και συζητείται να εγκατασταθεί με τη βοήθεια του στρατού μία γέφυρα Μπέιλι (ή Μπέλεϋ). Πρόκειται για ένα είδος μεταφερόμενης, προκατασκευασμένης γέφυρας, που χρησιμοποιείται για στρατιωτικούς σκοπούς και ίσως μπορεί να δώσει μία λύση για ένα μεσοδιάστημα, έως ότου γνώρισε εκτεταμένη χρήση από το Σώμα Μηχανικού τόσο του Βρετανικού όσο και του Αμερικάνικου στρατού.

 

Επίσης χάθηκε η απίστευτης ομορφιάς πέτρινη σιδηροδρομική γέφυρα, κόσμημα για την περιοχή, η οποία χρησιμοποιούνταν έως το 1967 και για τη διέλευση οχημάτων. Η γέφυρα αυτή είναι ακριβώς δίπλα στην οδική και είχε επίσης εγκαταλειφθεί στη μοίρα της, παρότι στόλιζε τις μνήμες γενεών και γενεών με ανεξίτηλες στιγμές, ειδικά εφηβικής ξεγνοιασιάς.

Ο εντοπισμός των ευθυνών καθίσταται αναγκαίος, αφού σχεδόν οι μεγάλες καταστροφές προκαλούνται όταν η ασυγκράτητη μανία των ακραίων φυσικών φαινομένων συναντά την παροιμιώδη αδιαφορία και την εγκληματική ανικανότητα των ανθρώπων και των φορέων που επιφορτισμένοι με την προστασία. Και οι οποίοι υποκαθιστούν αυτή την υποχρέωση και το καθήκον με γυαλιστερές κούφιες επικοινωνιακές εκδηλώσεις αμεριμνησίας και ωραιοποίησης.

Εν προκειμένω, έχουν να γίνουν σοβαρά έργα συντήρησης στις δύο γέφυρες πάνω από είκοσι χρόνια. Επί σειρά ετών πραγματοποιούνται αμμοληψίες και άλλα έργα στο ποτάμι και τις όχθες του, ενώ και η υποσκαφή που προκαλούν τα νερά, είναι δεδομένα που απαιτούν διαρκή προσοχή και συχνό έλεγχο. Πρόκειται, όπως λένε παράγοντες της περιοχής, με επιστημονική κατάρτιση επί των θεμάτων αυτών, για συνθήκες που μικραίνουν την κοίτη και οδηγούν στο να γίνονται τα νερά πιο ορμητικά, με ό,τι συνεπάγεται κάτι τέτοιο όταν η ποσότητα του νερού αυξηθεί δραματικά όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση. Σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες απαιτούνται ενδεχομένως και κάθε δεκαετία έργα συντήρησης, για παράδειγμα στα πέδιλα της γέφυρας για αποτρέπονται ζημιές αυτού του μεγέθους – νερό έχει πέσει και άλλοτε, αλλά δεν ήταν ποτέ τόσο αφημένες στη μοίρα τους οι δύο γέφυρες, όσο την τελευταία 20ετία, σημειώνουν.

 

Η ιστορία της γέφυρας

Σημειωτέον ότι η οδική γέφυρα του Ευήνου βρίσκεται επί της Εθνικής οδού Αντιρρίου – Μεσολογγίου. Έχει συνολικό μήκος 240 μέτρα (6 ανοίγματα των 40 μέτρων έκαστο) και πλάτος 10 μέτρα. Η έναρξη της κατασκευής της έγινε το καλοκαίρι του 1965 και η παράδοσή της στην κυκλοφορία στις αρχές του 1967. Η δαπάνη κατασκευής ανήλθε στο ποσό των 13,75 εκ. δραχμών (με τιμές της εποχής εκείνης φυσικά) και απαιτήθηκαν 55 τόνοι σκληρού χάλυβα προέντασης και 225 τόνοι σιδηρού οπλισμού. Για τα βάθρα και το κατάστρωμα απαιτήθηκαν 8.400 κυβικά μέτρα σκυροδέματος. Το έργο μελετήθηκε και κατασκευάστηκε από Έλληνες τεχνικούς. Την τεχνική μελέτη εκπόνησε το Γραφείο Δοξιάδη και την κατασκευή ανέλαβε η Ανώνυμη Τεχνική Εταιρία “ΔΟΜΙΚΗ”. Επιβλέπουσα Αρχή ήταν η 2η Ε.Υ.Ε.Ο. (2η Ειδική Υπηρεσία Εθνικών Οδών) του Υπουργείου Δημοσίων Έργων. Πριν την κατασκευή της γέφυρας, τα οχήματα χρησιμοποιούσαν τη σιδηροδρομική γέφυρα.

Κατολισθήσεις και εκκενώσεις σε Άνω Κεράσοβο και Μεσάριστα

Στο μεταξύ η Αιτωλοακαρνανία δοκιμάζεται και από κατολισθήσεις – πάλι καλά που δεν υπάρχει ηφαίστειο στο νομό! Εκκενώθηκε δε, τμήμα στο Άνω Κεράσοβο για προληπτικούς λόγους, αλλά και τέσσερα σπίτια στη Μεσάριστα, ενώ διακόπηκε η κυκλοφορία από Άνω Άγιο Ανδρέα έως τη Μεσάριστα. Η πρόσβαση γίνεται μέσω Λιθοβουνίου.

 

Σύμφωνα με τοπικά μέσα (agriniovoice.gr) στο Αγρίνιο βρέθηκε ο Ευθύμιος Λέκκας, Καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών για να ενημερωθεί και εκτιμήσει τις ζημιές που προκλήθηκαν σε σπίτια και υποδομές του Δήμου, μετά την εκδήλωση πλημμυρικών φαινομένων και κατολισθήσεων.

Κλιμάκια μηχανικών της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αγρινίου κάνουν αυτοψίες σε όλες τις Δημοτικές Ενότητες, προκειμένου να καταγραφούν οι ζημιές αυτές. Υπάρχει και ειδική υπηρεσία για τους πληγέντες, οι οποίοι μπορούν ν’ απευθύνονται σε αυτή για την παροχή των προβλεπομένων.