«Έβαλα το μωρό στη σακούλα και είπα στην μητέρα μου πέτα το» -Η απολογία της φρίκης από την 19χρονη παιδοκτόνο της Πετρούπολης

«Δεν μπορώ να κοιτάξω κανέναν στα μάτια. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη, αλλά ξέρω ότι τίποτα δεν μπορεί να φέρει το μωρό πίσω», ισχυρίστηκε η 19χρονη, η οποία κατηγορείται για τη δολοφονία του μωρού της μόλις λίγων ωρών,  στην Πετρούπολη,απολογούμενη  ενώπιον δικαστών και ενόρκων του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας , που θα κρίνουν την ίδια αλλά  και τη μητέρα της με την οποία μοιράζονται στο εδώλιο.Το κορμάκι του παιδιού είχε βρεθεί λίγο αργότερα σε κάδο απορριμμάτων.  

Η νεαρή γυναίκα,  εν μέσω λυγμών προχώρησε σε συγκλονιστικές περιγραφές για το πώς γέννησε μέσα στην μπανιέρα του σπιτιού της τον Φεβρουάριο του 2018

Μιλώντας για την ημέρα που έφερε στον κόσμο το παιδί της, ανέφερε ότι το γέννησε μόνη της μέσα στο μπάνιο. Όπως είπε σηκώθηκε να πιει νερό και ένιωσε έναν ξαφνικό πόνο. Τότε, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, κατάλαβε ότι ήρθε η ώρα του τοκετού και αποφάσισε να ακολουθήσει τις συμβουλές που είχε δει στο διαδίκτυο…

«Έκανα ό,τι είχα δει στο ιντερνετ»

Η 19χρονη στην απολογία της αναφέρει: «Έπεσα κάτω και έκανα ό,τι είχα δει στο διαδίκτυο… Η μητέρα μου χτύπαγε την πόρτα αλλά δεν της άνοιγα. Δεν καταλάβαινα τι γινόταν… Το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει. Όλα ήταν μαύρα… Μετά έκοψα τον λώρο και ακούμπησα το μωρό λίγο πιο εκεί…».

Μιλώντας για την μητέρα της, η κατηγορουμένη υποστήριξε ότι δεν έκοψε εκείνη το λώρο του παιδιού αλλά η ίδια. Ακόμη, υποστήριξε πως μόνη της έβαλε χαρτί στο στόμα του μωρού της και στη συνέχεια ζήτησε από τη μητέρα της να της δώσει μια σακούλα.

«Έβαλα το μωρό μέσα, της έδωσα τη σακούλα και της είπα πέτα την», ανέφερε η 19χρονη.

Ακόμη, υποστήριξε πως αντιλήφθηκε μόλις δυο μήνες πριν γεννήσει ότι ήταν έγκυος. «Κατάλαβα, όταν ξάπλωσα μια ημέρα, κάτι να κουνιέται… Δεν πήγα όμως στο γιατρό γιατί ντρεπόμουν. Φοβόμουν ότι θα με διώξουν από το σπίτι, δεν ήθελα να ντροπιάσω κανέναν από την οικογένειά μου», ανέφερε χαρακτηριστικά και μιλώντας για το μέλλον της είπε:  «Όλη η οικογένεια μου να ενωθεί και να ανοίξουμε ένα νέο κεφάλαιο πια.. Προσπαθώ μόνη μου, με βιβλία, να ξεχάσω ό,τι έγινε… Ήμουν η κόρη της Αλβανίδας που δεν ήξερε να μιλάει ελληνικά… Με έχουν πει και μπάσταρδο επειδή οι γονείς μου παντρεύτηκαν αργότερα… Βγαίνω έξω και φοβάμαι.. .Ντρεπόμουν να ζητήσω βοήθεια, ήμουν η χοντρή του σχολείου… Θέλω να τελειώσω το σχολειό, να βρω μια δουλειά, έστω και καθαρίστρια, και να κάνω μια καινούργια αρχή…».