Άκρως ανησυχητικά συμπεράσματα για την εμπέδωση από την ελληνική κοινωνία και την εφαρμογή της Αρχής της ίσης μεταχείρισης και των ίσων ευκαιριών προκύπτουν από την ειδική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη, που κρούει κώδωνα κινδύνου.

Στην ενδιαφέρουσα αυτή έκθεση παρουσιάζονται υποθέσεις προσώπων που έχουν πέσει θύματα άνισης μεταχείρισης και έχουν αντιμετωπίσει εμπόδια ή προβλήματα στην καθημερινότητά τους, ιδίως στο πεδίο της εργασίας και της απασχόλησης, αλλά και στις εν γένει συναλλαγές τους με δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, λόγω του φύλου τους, της αναπηρίας ή χρόνιας πάθησής τους, της ηλικίας τους, του σεξουαλικού τους προσανατολισμού κτλ.

Παράλληλα, αναδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίο ο Συνήγορος έχει συνδράμει τα πρόσωπα αυτά απέναντι σε υπηρεσίες του δημόσιου τομέα και απέναντι σε ιδιώτες, δείχνοντας με απτό και κατανοητό τρόπο οι ενδεδειγμένες ενέργειες στις οποίες μπορούν να προβούν τα θύματα διακρίσεων.

Διακρίσεις λόγω φύλου

Στο στόχαστρο οι γυναίκες και η μητρότητα

Ποσοστό άνω του ήμισυ (57%) των 899 κατατεθειμένων αναφορών το 2018 στον Συνήγορο του Πολίτη αφορά θέματα διακρίσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών, ιδίως στην απασχόληση και την εργασία.

Στις αναφορές κυριαρχούν οι απολύσεις εγκύων στον ιδιωτικό τομέα ή οι βλαπτικές μεταβολές μετά την επιστροφή από την άδεια μητρότητας.

Τα παραδείγματα είναι πολλά.

Γυμνάστρια εργαζόταν σε αθλητικό κέντρο. Έμεινε έγκυος και έλαβε τις σχετικές άδειες. Όσο η ίδια λάμβανε την εξάμηνη άδεια του ΟΑΕΔ, διαπίστωσε ότι ο εργοδότης της τροποποίησε τη σύμβαση εργασίας της και πλέον η 28ωρη απασχόλησή της ανά εβδομάδα έγινε 12ωρη. Μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας, ο εργοδότης
τής ζήτησε να υπογράψει έγγραφο ότι η ίδια επιθυμεί να αποχωρήσει από την εργασία της. Της προτάθηκε ακόμα να τη «δανείσουν» σε άλλον εργοδότη.

Υπάλληλος γραφείου εργαζόταν σε εμπορική εταιρεία επί 13 χρόνια. Μόλις επέστρεψε στην εργασία της έπειτα από άδεια μητρότητας, η επιχείρηση απαίτησε να παραιτηθεί με την αιτιολογία ότι η εταιρεία βρισκόταν σε αδράνεια. Η εργαζόμενη διαπίστωσε ωστόσο ότι στις ίδιες εγκαταστάσεις λειτουργούσε εταιρεία με άλλη επωνυμία με το ίδιο αντικείμενο εργασιών, καθώς και ότι συνάδελφοί της προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στη νέα αυτή εταιρεία.

Ανεστραμμένη περίπτωση διάκρισης σε βάρος των ανδρών συχνά συνδέεται με δυσχέρειες στην ισότιμη χορήγηση αδειών ανατροφής τέκνου και με την αντίληψη ότι η φροντίδα ανατροφής των παιδιών αφορά μόνο τη μητέρα.

Μία από τις αναφορές που υποβλήθηκαν ήταν οδηγού λεωφορείου στις Οδικές Συγκοινωνίες, ο οποίος ζήτησε από την εταιρεία άδεια ανατροφής τέκνου με αποδοχές διάρκειας εννιά μηνών, όταν η σύζυγός του απεβίωσε, αμέσως μετά τον τοκετό του δεύτερου τέκνου του, αλλά η εταιρεία αποδέχτηκε μόνο τη χορήγηση άδειας φροντίδας τέκνου διάρκειας τριών μηνών.

Διακρίσεις λόγω εθνικής-εθνοτικής καταγωγής

Αλλοδαπός, ιρανικής καταγωγής, προσελήφθη σε πολυεθνική στο πλαίσιο εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, προκειμένου μέσω της εργασίας να ενταχθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο. Άλλαξε διάφορες θέσεις μέσα στην εταιρεία, μέχρι που, μερικούς μήνες μετά την πρόσληψή του, κλήθηκε σε σύσκεψη με αρμόδιους της εταιρείας και,
αφού υπέγραψε ένα έγγραφο, του ανακοινώθηκε ότι πρόκειται για την απόλυσή του.

Ο εργαζόμενος δήλωσε στην Επιθεώρηση Εργασίας ότι η καταγγελία της σύμβασής του ήταν στην ελληνική γλώσσα και ο ίδιος δεν διαβάζει ούτε κατανοεί τα
ελληνικά, γεγονός που ήταν γνωστό στην εταιρεία κατά την πρόσληψή του.

Διακρίσεις λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης

Στις αναφορές του 2018 ακολουθούν τα ζητήματα διακρίσεων λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης (14%), όπως η περίπτωση εργαζόμενης που πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας και η οποία απολύθηκε από εταιρεία με τον ισχυρισμό ότι δεν ανταποκρινόταν με επάρκεια στην άσκηση των καθηκόντων της.

Σε άλλη περίπτωση, εταιρεία προσέλαβε υπάλληλο ως περιοδεύοντα πωλητή. Μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής του, ο εργοδότης τού ζήτησε αντίγραφο του πτυχίου του για να ενημερώσει τα εταιρικά αρχεία. Ο εργαζόμενος προσκόμισε το πτυχίο του, από το οποίο προέκυπτε ότι είχε εισαχθεί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με ειδική μοριοδότηση ατόμων που πάσχουν από ορισμένες αναπηρίες ή χρόνιες παθήσεις.

Κατόπιν σχετικής ερώτησης, αποκάλυψε ότι πάσχει από νεανικό διαβήτη. Έκτοτε, το εργασιακό κλίμα έγινε ιδιαίτερα δυσμενές με αποκορύφωμα την απόλυση του εργαζομένου έπειτα από περίπου δύο μήνες.

Διανομέας σε επιχείρηση εστίασης ενημέρωσε τον εργοδότη του ότι θα καθυστερούσε να προσέλθει για εργασία, επειδή επρόκειτο να υποβληθεί σε εξετάσεις οροθετικότητας. Ο εργοδότης τον απέλυσε την επόμενη ημέρα. Ο εργαζόμενος, ο οποίος εν τω μεταξύ ανακάλυψε ότι είναι φορέας του HIV, άσκησε αγωγή κατά του εργοδότη του, ζητώντας την ακύρωση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του και διεκδικώντας τόσο δεδουλευμένες αποδοχές όσο και αποζημίωση.

Πολλαπλές διακρίσεις

Διακρίσεις διαπιστώθηκαν, εξάλλου, λόγω οικογενειακής κατάστασης (8%), εθνικής καταγωγής (7%), ηλικίας (5%), φυλετικής καταγωγής (3%), θρησκευτικών πεποιθήσεων (3%) και ακολουθούν με ποσοστό 1% οι διακρίσεις λόγω κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή χαρακτηριστικών φύλου.

Χαρακτηριστική περίπτωση έγγαμος με ένα παιδί που θέλησε να προσληφθεί σε θέση Μουσειοπαιδαγωγού, αλλά η σχετική προκήρυξη του μουσείου είχε την προϋπόθεση οι υποψήφιοι να μην έχουν οικογενειακές υποχρεώσεις.

Θύμα διάκρισης λόγω της κοινωνικής κατάστασής του έπεσε άνεργος που είχε τη ατυχία να μείνει και άστεγος: υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο Ανέργων,
αλλά ο ΟΑΕΔ δεν τη δέχθηκε, επειδή δεν είχε διεύθυνση κατοικίας. Χωρίς όμως την εγγραφή στο μητρώο, ο άνεργος δεν μπορούσε να λάβει κάρτα ανεργίας, να έχει πρόσβαση στις παροχές του ΟΑΕΔ ή να λάβει μέρος σε προγράμματα απασχόλησης.

Το 70% των αναφορών που υποβλήθηκαν ήταν κατά φορέων και υπηρεσιών του Δημοσίου, με το 45% των αναφορών να στρέφονται κατά του υπουργείου Παιδείας, το 20% κατά της τοπικής αυτοδιοίκησης, το 18% κατά ασφαλιστικών ταμείων και άλλων οργανισμών του υπουργείου Εργασίας και το 8% κατά νοσοκομείων και κατά του υπουργείου Εσωτερικών.

Το 30% το αναφορών ήταν κατά ιδιωτών με τη συντριπτική πλειοψηφία (76%) να αφορούν διακρίσεις λόγω φύλου, το 7% λόγω ηλικίας, το 6% λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης και το 4% λόγω εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής.