Σκότωσε την μητέρα του αλλά μπορεί να εισπράττει την σύνταξή της - Απόφαση του Ελεγκτικου Συνεδρίου

Ο  17χρονος ανήλικος μητροκτόνος, μαθητής της Γ’ Λυκείου, δικαιούται να λάβει τη σύνταξη της 51χρονης δασκάλας μητέρας του ή όχι αφού ο ίδιος αφαίρεσε το 2013 για ασήμαντη αφορμή τη ζωή της συγκλονίζοντας όχι μόνο την κοινωνία της Δυτικής Ελλάδας, αλλά όλο το πανελλήνιο;

Το ερώτημα αυτό πλανήθηκε για μεγάλο διάστημα και απασχόλησε τόσο το Ελληνικό Δημόσιο όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Σύμφωνα με το protothema.gr, τα γεγονότα έχουν ως εξής: τον Μάιο του 2013 ο 17χρονος ήταν στο σαλόνι του σπιτιού του και παρακολουθούσε μια ταινία στην τηλεόραση. Περίπου δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα η μητέρα του πήγε και του ζήτησε να την κλείσει και να πάει για ύπνο καθώς την επόμενη μέρα έδινε Πανελλήνιες. Εκείνος αρνήθηκε να υπακούσει και όταν η μητέρα του επέμεινε, ο 17χρονος της επιτέθηκε με ένα κουζινομάχαιρο και της επέφερε αλλεπάλληλες μαχαιριές στο σώμα από τις οποίες επήλθε τελικά ο θάνατός της.

Ο επίσης δάσκαλος σύζυγος της άτυχης εκπαιδευτικού και πατέρας του 17χρονου την ώρα που εξελίσσονταν οι τραγικές αυτές στιγμές κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο και ξύπνησε από τη φασαρία. Οταν λοιπόν σηκώθηκε, αντίκρισε τη γυναίκα του πεσμένη στο χολ και τον γιο του να βρίσκεται δίπλα της. Προσπάθησε να τη συνεφέρει, αλλά όταν διαπίστωσε ότι ήταν σοβαρά τραυματισμένη κάλεσε αμέσως σε βοήθεια. Η 51χρονη μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου οι γιατροί διαπίστωσαν απλώς τον θάνατό της.

Δίχασε

Η περίπτωση του 17χρονου δίχασε τους δικαστές τόσο όσον αφορά την προφυλάκισή του όσο και την ψυχική του κατάσταση. Διατάχθηκε δύο φορές η διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης και σύμφωνα με τους ειδικούς, έπασχε από σοβαρή ψυχική ασθένεια. Αρχικά μεταφέρθηκε στις Φυλακές Ανηλίκων Αυλώνα και στη συνέχεια νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρικό κατάστημα.

Αρκετά αργότερα -όταν ήταν πλέον σε ηλικία 20 ετών-, κρίθηκε ότι όταν τέλεσε την ειδεχθή πράξη του ήταν σε κατάσταση μη αντίληψης του άδικου χαρακτήρα της και αθωώθηκε λόγω ακαταλόγιστου εξαιτίας της ψυχικής νόσου (ηβηματική σχιζοφρένεια) από την οποία έχει διαγνωστεί ότι πάσχει.

Διεκδίκησε την σύνταξη

Παρ’ όλα αυτά, μετά την τραγική πράξη του διεκδίκησε, ως ανήλικος, να λάβει τη σύνταξη της μητέρας του όπως προβλέπεται σε αυτές περιπτώσεις, δηλαδή να του μεταβιβαστούν τα 7/10 αυτής.

Ωστόσο, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, επικαλούμενο το Σύνταγμα και το άρθρο 5 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, απέρριψε το αίτημα του 17χρόνου ως απαράδεκτο, υποστηρίζοντας ότι η θέσπιση της νομοθετικής πρόβλεψης για τη συνταξιοδότηση των ορφανών παιδιών βρίσκει έρεισμα στο άρθρο 21 του Συντάγματος περί προστασίας από το κράτος της οικογένειας, της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας. Κατά συνέπεια, οι νομοθετικές αυτές προβλέψεις αποσκοπούν «στην προστασία της υφιστάμενης κατά τον χρόνο θανάτου της δημοσίου υπαλλήλου οικογένειάς της». Ως εκ τούτου, «δεν εμπίπτει στον προστατευτικό σκοπό της συνταξιοδοτικής ρύθμισης η περίπτωση του καταλειφθέντος ανηλίκου παιδιού, το οποίο προέβη στην αφαίρεση της ζωής της μητέρας του, εν ενεργεία κατά τον χρόνο του συμβάντος εκπαιδευτικού».

Επομένως, δεν δικαιούται να λάβει τη σύνταξη της μητέρας του, καθώς αφαίρεσε τη ζωή της, με συνέπεια να μην εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο του Συνταξιοδοτικού Κώδικα και του άρθρου 21 του Συντάγματος.

Στο Ελεγκτικό Συνέδριο

Στη συνέχεια ο ανήλικος προσέφυγε στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ζητώντας να ακυρωθεί η αρνητική απάντηση χορήγησης της σύνταξης.

Τελικά το ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο τον δικαίωσε κρίνοντας ότι «η πλήρης στέρηση της σύνταξης σε ανήλικο παιδί, κάτι που συνδέεται άμεσα με την υγειονομική περίθαλψή του, διαταράσσει τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ του σκοπού της επέμβασης και του δικαιώματος του ανηλίκου στην οικογενειακή ζωή», που προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τη διεθνή σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού και το Σύνταγμα. Επισημαίνει, ακόμη, το Ελεγκτικό Συνέδριο ότι «ο Συνταξιοδοτικός Κώδικας δεν προβλέπει απώλεια συνταξιοδοτικού δικαιώματος ανηλίκου τέκνου θανόντος δημοσίου υπαλλήλου στην περίπτωση που το τέκνο έχει προκαλέσει τον θάνατο του γονέα του, από τον οποίο έλκει το συνταξιοδοτικό δικαίωμα». Εξάλλου, όπως σημειώνουν οι δικαστές, το κράτος «δεν απαλλάσσεται από το βάρος απονομής της σύνταξης σε περίπτωση παθολογικής εξέλιξης των οικογενειακών σχέσεων ή τέλεσης αδικημάτων».