Η φύση καλύπτει πάντα τα κενά

Έκαναν λάθος όσοι πίστεψαν, μετά τις εκλογές του 2019, ότι το ΠΑΣΟΚ οδεύει προς το τέλος του εντυπωσιακού πολιτικού του κύκλου. Οι αναλυτές που πόνταραν σε αυτό το σενάριο στηρίχθηκαν σε μια σωστή παραδοχή. Όταν άνοιξαν οι κάλπες, διαπίστωσαν ότι στις ηλικίες 18-25 το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν κοντά στο μηδέν. Όταν εύκολο, λοιπόν, τότε να πεις ότι αυτός ο πολιτικός χώρος γέρασε και βήμα-βήμα θα συρρικνωθεί μέχρι να εξαφανιστεί. Το αποτέλεσμα των εσωκομματικών εκλογών την περασμένη Κυριακή ήταν έκπληξη, γιατί περιείχε μια μεγάλη ανατροπή, από αυτές που συμβαίνουν συχνά στην πολιτική και την κάνουν γοητευτική και ενδιαφέρουσα.

Γράφει ο Γιάννης Πολίτης

Χιλιάδες νέοι άνθρωποι προσήλθαν μαζικά στις κάλπες για να ψηφίσουν τον σαραντάρη Νίκο Ανδρουλάκη. Ένα πρόσωπο άφθαρτο, χωρίς βάρη από το παρελθόν. Μέχρι σήμερα δεν έχει διαχειριστεί δημόσια εξουσία και δεν «λέρωσε» τα χέρια του στα πέτρινα χρόνια των μνημονίων. Ακόμη και αυτό που θεωρούσαν μειονέκτημά του οι αντίπαλοι, ότι δηλαδή δεν είναι μέλος της Βουλής των Ελλήνων αλλά ευρωβουλευτής, έγινε πλεονέκτημα στην κάλπη, καθώς είναι έξω από την καθημερινή φθορά των συγκρούσεων. Είναι προφανές ότι το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε και θα πρωταγωνιστήσει για χρόνια ακόμη στον δημόσιο βίο, είτε ως τρίτο κόμμα με διψήφια ποσοστά που θα είναι ο ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων, είτε ως κόμμα με προοπτική εξουσίας, αν καταφέρει να επαναπατριστεί ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του, κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από την Κεντροδεξιά.

Αυτά, βέβαια, όποτε και αν συμβούν, είναι μακρινά, γιατί πρέπει να κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι για να σπάσει το δίπολο Μητσοτάκη – Τσίπρα. Αυτό που έγινε σαφές, ωστόσο, είναι ότι η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνεται τα κενά και τα καλύπτει σύντομα με απρόβλεπτους τρόπους. Πήγαν στην κάλπη 270.000 άνθρωποι. Παλιοί ψηφοφόροι του λεγόμενου προοδευτικού χώρου, αρκετοί από τους οποίους και το 2012 και το 2015 και το 2019 ψήφισαν άλλα κόμματα. Στο ερώτημα γιατί ανακάλυψαν πάλι έναν χώρο που έχει διασυρθεί και κακοποιηθεί όσο κανένας άλλος στη νεότερη πολιτική ιστορία της χώρας, η απάντηση είναι απλή και έχει τρία σκέλη.

Το πρώτο σκέλος λέει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- απέτυχε να κάνει μια ολοκληρωμένη και πειστική αντιπολίτευση απέναντι στην επί δυόμισι χρόνια παντοκρατορία της Νέας Δημοκρατίας. Το έχω γράψει ξανά. Στις τελευταίες εκλογές, ο Αλέξης Τσίπρας ουσιαστικά δεν ηττήθηκε παρά τη μεγάλη νίκη της Νέας Δημοκρατίας. Πήρε 31,5%, που ήταν ένα μεγάλο ποσοστό αν σκεφτεί κανείς τι είχε προηγηθεί την πενταετία που πέρασε. Και αυτό ήταν μια προσωπική του επιτυχία, καθώς πολλοί έβλεπαν ότι μπορεί να ανασυγκροτήσει την Κεντροαριστερά και να πάρει τη θέση της παλιάς προοδευτικής παράταξης ως το αντίπαλον δέος της Νέας Δημοκρατίας. Αυτή την προίκα μέχρι σήμερα την έχει σπαταλήσει. Κάθε ημέρα που περνά, το κόμμα του, αντί να κερδίζει από τη φθορά της κυβέρνησης, χάνει.

Μέσα στα δύο σκληρά χρόνια της πανδημίας, δεν κατάφερε να καταθέσει μια αξιόπιστη πρόταση που να στριμώξει την κυβέρνηση και να κερδίσει δυσαρεστημένους κεντρογενείς ψηφοφόρους. Άγεται και φέρεται από ομάδες, τάσεις και ιδεολογικά ρεύματα του κόμματός του και αυτό που μένει στο τέλος της ημέρας είναι μια θολή γραμμή. Η θεωρία του «ώριμου φρούτου», την οποία συμμερίζονται πολλοί στην Κουμουνδούρου, ότι δηλαδή κάποια ημέρα εκ των πραγμάτων η κυβέρνηση θα μπει σε κατηφόρα και η αξιωματική αντιπολίτευση θα πάρει τον ανήφορο, έχει λειτουργήσει στο παρελθόν. Όμως, στον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη φορά λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο. Προεξόφλησαν νωρίς ότι το Κίνημα Αλλαγής δεν έχει περιθώρια να ανακάμψει, άρα δεν αποτελεί απειλή.

Ήρθε η κάλπη της περασμένης Κυριακής για να καταδείξει ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ζωντανέψει ξανά, να πάρει ένα διψήφιο ποσοστό στις εκλογές και να στείλει τον ΣΥΡΙΖΑ κάτω από 20%. Η πιθανή εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία είναι το χειρότερο σενάριο για το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Με την εκλογή του Ανδρέα Λοβέρδου, ίσχυε – δεν ίσχυε αυτό, θα είχαν να λένε ότι είναι ένας κεντρογενής πολιτικός που στο μέλλον θα συνεργαστεί με τη Δεξιά. Με την εκλογή του Γιώργου Παπανδρέου, ίσχυε – δεν ίσχυε αυτό, θα είχαν να λένε ότι θα επιχειρήσουν να δημιουργήσουν μαζί του τον μεγάλο αντιδεξιό πόλο. Εάν, όμως, εκλεγεί τελικά πρόεδρος και με μεγάλο ποσοστό ο Νίκος Ανδρουλάκης, φοβούνται ότι θα επανασυσπειρώσει τον χώρο του και θα γίνει στην αντιπολίτευση το αντίπαλον δέος του Αλέξη Τσίπρα. Ο “αντι-Τσίπρας”, όπως λένε κάποιοι στη Χαριλάου Τρικούπη.

Το δεύτερο σκέλος για την αθρόα προσέλευση στις πράσινες κάλπες ήταν ότι οι ψηφοφόροι του μεσαίου χώρου, ακόμη και εκείνοι που ψήφισαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, απαιτούν να υπάρχει και άλλη φωνή στον δημόσιο διάλογο. Είναι το πιο ευμετάβλητο κομμάτι του εκλογικού σώματος και δεν επιθυμεί την παντοδυναμία ενός χώρου, ακόμη κι αν εκτιμά ότι στις βασικές του επιλογές ο πρωθυπουργός τα έχει πάει καλά. Αυτοί οι ψηφοφόροι στις προσεχείς εκλογές θέλουν να έχουν στο τραπέζι περισσότερες από μία επιλογές.

Το τρίτο σκέλος της απάντησης για τη μεγάλη συμμετοχή είναι ότι ο απροσδόκητος χαμός της Φώφης Γεννηματά, που προκάλεσε συγκίνηση στο πανελλήνιο, ενεργοποίησε τα ανακλαστικά των παλιών ψηφοφόρων αυτού του χώρου και υπενθύμισε ότι το κόμμα του Ανδρέα ευθύνεται για πολλά κακά στη χώρα, αλλά πιστώνεται και πολλά θετικά τα οποία είχαν ξεχαστεί, καθώς οι επίγονοί του δεν τα υπερασπίστηκαν σε κομβικές στιγμές με τον τρόπο και την έμφαση που θα έπρεπε.