Η πολιορκία του ΠΑΣΟΚ από τον ΣΥΡΙΖΑ

Η πανδημία έδιωξε από την επικαιρότητα τις συγκρούσεις και τις διεργασίες στο εσωτερικό των κομμάτων, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι τάσεις και οι φατρίες βρίσκονται σε ύπνωση. Το πιο ήσυχο κόμμα εκ των πραγμάτων είναι η Ν.Δ., καθώς η δημοσκοπική υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη και η αποδοχή της κυβέρνησης στην κοινή γνώμη δεν αφήνουν περιθώρια για γκρίνιες και αμφισβήτηση της ηγεσίας. Αντίθετα, οι ζυμώσεις του παρασκηνίου έχουν ανάψει σε ΣΥΡΙΖΑ και Κίνημα Αλλαγής.

Το κόμμα της Κουμουνδούρου έχει χάσει την περπατησιά του εδώ και πολύ καιρό. Γιατί είναι κοινή πεποίθηση ότι έχασε μεν τις εκλογές το 2019, αλλά η πραγματική του ήττα ήρθε το 2020. Κατρακύλησε από το 31,5%, που εξασφάλισε στην κάλπη τον Ιούλιο του 2019, στο 20% έως 22% που έχει σήμερα. Και παρότι η Ν.Δ. άρχισε να χάνει από τη δύναμή της την περίοδο του δεύτερου κύματος του κορωνοϊού, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να… επαναπατρίσει παλιούς ψηφοφόρους του.

Έτσι, ο Αλέξης Τσίπρας σχεδιάζει να περάσει στην αντεπίθεση τους προσεχείς μήνες, σε μια προσπάθεια να επιβάλει τη δική του ατζέντα στον δημόσιο διάλογο, κάτι που δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα. Η ανάγκη για ισχυρή δημόσια παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται επιτακτική, καθώς τα σενάρια για πρόωρες εκλογές τον Μάιο ή τον Σεπτέμβριο δίνουν και παίρνουν. Είναι πλέον κοινό μυστικό, ακόμα και αν δεν το παραδεχθούν ποτέ δημόσια τα στελέχη του κόμματος, ότι το όνειρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι να καταλάβει το σύνολο της Κεντροαριστεράς και να γίνει ο μόνος μεγάλος αντιδεξιός πόλος, με προοπτική, σύντομα, να επιστρέψουν στην εξουσία. Με άλλα λόγια, να καταλάβει όλο τον ζωτικό χώρο του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε, το μεγαλύτερο κομμάτι, πάνω από 20%, του κόμματος που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ. Για τον Αλέξη Τσίπρα, όμως, και τους λεγόμενους «προεδρικούς», αυτό δεν είναι αρκετό. Θέλουν στη δεξαμενή τους το «όλον ΠΑΣΟΚ», όπως θα έλεγε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Έτσι, τον τελευταίο μήνα εκπέμπονται διαρκώς από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ μηνύματα αγάπης και φιλίας για συνεννόηση και κοινή πορεία των κομμάτων του λεγόμενου «προοδευτικού χώρου».

Εδώ, όμως, αρχίζουν τα δύσκολα. Να δούμε πρώτα τι συμβαίνει στο Κίνημα Αλλαγής. Πολλά μεσαία στελέχη, που επιθυμούν να ξαναβρεθούν σύντομα σε κόμμα εξουσίας, βλέπουν θετικά μια τέτοια προοπτική. Η μεγάλη πλειοψηφία, όμως, (κάποιοι μιλούν για ποσοστό 80% της εκλογικής βάσης του Κινήματος Αλλαγής), είναι αντιΣΥΡΙΖΑ. Άρα, ακόμη κι αν αύριο το πρωί η Φώφη Γεννηματά -κάτι που δεν θα συμβεί- αποφάσιζε να δώσει τη σφραγίδα στον Αλέξη Τσίπρα, ουσιαστικά θα του παρέδιδε ένα άδειο κέλυφος.

Πρακτικά, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν μπορεί να συμβεί πριν από το Συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής τον Νοέμβριο του 2021. Εκεί θα διεκδικήσουν την ηγεσία του κόμματος τρία πρόσωπα: η σημερινή πρόεδρος, ο Ανδρέας Λοβέρδος και ο Νίκος Ανδρουλάκης. Και οι τρεις είναι διαφορετικών αποχρώσεων πολιτικοί, αλλά όλοι από το βήμα του Συνεδρίου θα αναλάβουν την ίδια δέσμευση, ότι το κόμμα, δηλαδή, θα συνεχίσει την αυτόνομη πορεία του, με στόχο να ξεπεράσει στις επόμενες εκλογές το 10%, ώστε να αποτελέσει τον ρυθμιστή του πολιτικού συστήματος.

Στην Κουμουνδούρου, όσο κι αν το παλεύουν σήμερα, ξέρουν ότι δεν θα καταφέρουν στο ορατό μέλλον να συνενώσουν τους δύο πολιτικούς χώρους. Επιθυμούν, όμως, να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για κυβερνητική συνεργασία εάν πετύχουν στα κρίσιμα θέματα μια κοινή αντιπολιτευτική στάση απέναντι στις πολιτικές της Ν.Δ. Και θεωρούν ότι για ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα υπάρξει «πεδίον δόξης λαμπρόν», καθώς οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της πανδημίας θα είναι μεγάλες και μοιραία η αντιπολίτευση θα συναντηθεί στα ίδια μετερίζια της υπεράσπισης των μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων που θα έχουν πληγεί.

Στην Κουμουνδούρου ευελπιστούν το πρόσωπο που θα ηγηθεί στο Κίνημα Αλλαγής τα επόμενα χρόνια, είτε είναι η Φ. Γεννηματά είτε είναι κάποιος άλλος, να έχει αντιδεξιό προφίλ, ώστε να είναι πιο εύκολη η συνεννόηση μαζί του, στην περίπτωση που στις επόμενες εκλογές δεν προκύψουν αυτοδυναμίες. Οι πολύ αισιόδοξοι της συνένωσης του «προοδευτικού μετώπου» πιστεύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να επανέλθει στην εξουσία σε συνεργασία με το Κίνημα Αλλαγής, ακόμα κι αν δεν είναι το πρώτο κόμμα, αφού υπάρχει αυτή η δυνατότητα με την απλή αναλογική.

Οσο δύσκολα είναι τα πράγματα στη Χαριλάου Τρικούπη για μια πιθανή συνεργασία με την Κουμουνδούρου, άλλο τόσο δύσκολα είναι τα πράγματα στη ριζοσπαστική Αριστερά, που αποτελεί και τον σκληρό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί υπάρχουν οι «σκληροί», που δεν θέλουν να ακούν κουβέντα για το ΠΑΣΟΚ. Συνεχίζουν να το αποκαλούν «παλιό και φθαρμένο κόμμα» και προτιμούν τη θέση της αντιπολίτευσης παρά να βρεθούν στην ίδια κυβέρνηση μαζί του. Αυτοί προτιμούν το κόμμα τους να επιστρέψει στις παλιές αριστερές ρίζες του και να φέρει στην πρώτη γραμμή φιλολαϊκές προτάσεις, τις οποίες θα έχει ανάγκη, όπως πιστεύουν, η κοινωνία μετά τη λήξη της πανδημίας, όπου τα λουκέτα θα διαδέχονται το ένα το άλλο και οι άνεργοι θα συνωστίζονται στον ΟΑΕΔ.

Συμπέρασμα: στις επόμενες εκλογές, είτε γίνουν πρόωρα είτε γίνουν κανονικά, τα κόμματα θα προσέλθουν όπως τα ξέρουμε. Και αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης πετύχει την αυτοδυναμία, οπότε θα φύγει από τη μέση ο νόμος της απλής αναλογικής, οι συνεργασίες που ονειρεύονται στην Κουμουνδούρου θα πάνε οριστικά στο ράφι. Αν τα πράγματα εξελιχθούν, όμως, διαφορετικά και η χώρα χρειαστεί να κυβερνηθεί με απλή αναλογική, όλα τα σενάρια θα είναι πάνω στο τραπέζι.