Της Ελένης Πετροπούλου
Καλύτερη υγεία φαίνεται ότι έχουν οι Έλληνες σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, παρά την «αντισυμβατική» συμπεριφορά που καταδεικνύουν σε θέματα όπως κάπνισμα, πολυφαρμακία και κατάχρηση απεικονιστικών μηχανημάτων. Η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις αναφορικά με τους θανάτους από καρδιαγγειακές παθήσεις (115 θανάτους ανά 100.000, όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι 350 ανά 100.000 κατοίκους) και καρκίνους (με 200 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους έναντι 300).
Παράλληλα, η Ελλάδα είναι η χώρα με τους περισσότερους καπνιστές (40% του πληθυσμού έναντι 20% στις άλλες χώρες). Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες καταναλώνουν φάρμακα και αντιβιοτικά σαν «καραμέλες», ενώ εμφανίζουν και τα υψηλότερα ποσοστά έκθεσης σε αξονικές και μαγνητικές τομογραφίες στην Ευρώπη.
Το «προφίλ» των Ευρωπαίων, περιλαμβάνεται στην κοινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΟΟΣΑ «Η Υγεία με μια ματιά: Ευρώπη 2014», που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Όπως προκύπτει από την έκθεση, το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. αυξήθηκε κατά περισσότερο από 5 χρόνια μεταξύ του 1990 και του 2012 φτάνοντας τα 79,2 έτη, με τις γυναίκες ωστόσο να ζουν έξι χρόνια περισσότερα από τους άνδρες. Αλλά και στην ηλικία των 65 ετών αυξήθηκε σημαντικά, 20,4 χρόνια για τις γυναίκες και 16,8 έτη για τους άνδρες.
Από… καρδιάς
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις ευθύνονται για περίπου το 18% όλων των θανάτων στην Ε.Ε. Υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας εμφανίζουν η Λιθουανία, η Λετονία, η Σλοβακική Δημοκρατία, η Ουγγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία και η Εσθονία με περισσότερους από 350 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους. Αντίστοιχα, χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας καταγράφονται σε Γαλλία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ελλάδα και Ιταλία με κάτω από 115 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους.
Υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας (κατά 70%) εμφανίζουν οι άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες σε όλες τις χώρες. Η διαφορά, το 2011, ήταν μεγαλύτερη σε Γαλλία, Ελλάδα, Ισπανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και Λουξεμβούργο, με το ποσοστό για τους άνδρες να είναι πάνω από δύο φορές υψηλότερο.
Αντίστοιχα, τα ποσοστά εμφάνισης καρκίνου είναι υψηλότερα σε βόρειες και δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, με τη Δανία, Γαλλία, Βέλγιο και Νορβηγία να είναι πάνω από 300 τα νέα κρούσματα καρκίνου ανά 100.000 κατοίκους το 2012. Τα χαμηλότερα ποσοστά αναφέρθηκαν σε ορισμένες χώρες της Μεσογείου, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος και η Τουρκία (περί τις 200 νέες περιπτώσεις ανά 100.000 κατοίκους).
Στον γυναικείο πληθυσμού την πρώτη θέση κατέχει ο καρκίνος του μαστού (30% κατά μέσο όρο), με υψηλότερα ποσοστά εμφάνισης στη Δυτική Ευρώπη (Βέλγιο, Γαλλία, Κάτω Χώρες και Γερμανία), τη Δανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία (25% ή περισσότερο από το μέσο όρο της Ε.Ε.). Η Ελλάδα είχε το χαμηλότερο ποσοστό και ακολουθούν χώρες της Βαλτικής (Λιθουανία, Εσθονία και Λετονία), η Ρουμανία και η Πολωνία.
Στους άνδρες, στη πρώτη θέση βρίσκεται ο καρκίνος του προστάτη σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. και αντιπροσωπεύει το 25% όλων των νέων διαγνώσεων καρκίνου το 2012. Ακολουθούν ο καρκίνος του πνεύμονα (15%), του παχέος εντέρου (13%) και του καρκίνου της ουροδόχου κύστης (7%). Υψηλότερα ποσοστά εμφανίζουν χώρες στη δυτική Ευρώπη, όπως η Γαλλία, η Ιρλανδία και η Ελβετία καθώς και στις σκανδιναβικές χώρες (Σουηδία, Νορβηγία, Ισλανδία και Φινλανδία). Η Ελλάδα είχε τα χαμηλότερα ποσοστά και ακολουθούν χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία και Ουγγαρία).
Κάπνισμα. Το ένα τρίτο των χωρών της Ε.Ε. είχαν λιγότερο από το 20% του ενήλικου πληθυσμού να καπνίζουν σε ημερήσια βάση το 2012. Τα ποσοστά ήταν χαμηλότερα στις βόρειες χώρες (Σουηδία, Δανία, Φινλανδία, καθώς και στην Ισλανδία και τη Νορβηγία), το Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες και την Πορτογαλία.
Ελλάδα, Κροατία και Βουλγαρία εμφανίζουν το υψηλότερο ποσοστό καπνιστών το 2012, με το 30% – 40% των ενηλίκων να καπνίζουν σε ημερήσια βάση.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Γερμανία, Ουγγαρία και Πολωνία), τα άτομα με χαμηλό εισόδημα έχουν μεγαλύτερη συχνότητα καπνίσματος. Αλλά το αντίστροφο ισχύει σε άλλες χώρες (Βουλγαρία, Κύπρος, Ελλάδα και Ρουμανία), όπου οι άνθρωποι σε ομάδες υψηλού εισοδήματος είναι πιο πιθανό να καπνίζουν.
Αλκοόλ. Η περιφέρεια της Ε.Ε. έχει τη μεγαλύτερη κατανάλωση αλκοόλ σε όλο τον κόσμο, με πάνω από 10 λίτρα καθαρής αλκοόλης ανά ενήλικα κατά μέσο όρο το 2012). Λιθουανία, Εσθονία και Αυστρία ανέφεραν την υψηλότερη κατανάλωση αλκοόλ, με ή μεγαλύτερη από 12 λίτρα ανά ενήλικα. Στο άλλο άκρο της κλίμακας, οι χώρες της νότιας Ευρώπης (Ιταλία, Μάλτα, Ελλάδα, Κύπρος), μαζί με τις σκανδιναβικές χώρες (Νορβηγία, Ισλανδία και Σουηδία) με 6 έως 8 λίτρα καθαρής αλκοόλης ανά ενήλικα.
Δαπάνες υγείας
Οι δαπάνες στον τομέα της υγείας μειώθηκαν ή επιβραδύνθηκαν μετά την οικονομική κρίση. Ειδικότερα, μεταξύ 2009 και 2012, οι δαπάνες για την υγεία σε πραγματικούς όρους (προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό) μειώθηκαν στις μισές χώρες της Ε.Ε. και επιβραδύνθηκαν σημαντικά στις υπόλοιπες. Κατά μέσο όρο, μειώθηκαν κατά 0,6 % ετησίως, σε σύγκριση με την ετήσια αύξηση 4,7 % μεταξύ 2000 και 2009.
Σύμφωνα με την έκθεση, αυτό οφείλεται σε περικοπές στους μισθούς και στο εργατικό δυναμικό του τομέα της υγείας, σε μειώσεις των αμοιβών που καταβάλλονται σε παρόχους υπηρεσιών υγείας, στις χαμηλότερες τιμές των φαρμακευτικών προϊόντων και στην αυξημένη συμμετοχή του ασφαλισμένου.
Έτσι, σε περισσότερα από 4.500 ευρώ ανά άτομο ανήλθαν οι δαπάνες υγείας σε Νορβηγία και Ελβετία το 2012. Ακολουθούν η Ολλανδία (3.829 ευρώ), η Αυστρία (3.676 ευρώ) και η Γερμανία (3.613 ευρώ), όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. ανέρχεται σε 2.193 ευρώ. Στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται η Ρουμανία (753 ευρώ) και η Βουλγαρία (900 ευρώ).
Στην Ελλάδα, λόγω της οικονομικής κρίσης, οι δαπάνες υγείας μειώνονται κατά 9% κάθε χρόνο από το 2009, μετά την ετήσια αύξηση άνω του 5% μεταξύ του 2000 και του 2009.
Υγειονομική περίθαλψη
Κατά μέσο όρο στις χώρες της Ε.Ε., ο αριθμός των ιατρών ανά κάτοικο αυξήθηκε από 2,9 ιατρούς ανά 1.000 κατοίκους το 2000 σε 3,4 το 2012.
Το 2012, η Ελλάδα είχε, κατά πολύ, το υψηλότερο αριθμό, με 6,2 ιατρούς ανά 1.000 κατοίκους! Ακολουθεί η Αυστρία (με 4,9 γιατρούς ανά 1 000 κατοίκους), η Λιθουανία και η Πορτογαλία. Χαμηλότερο αριθμό εμφανίζουν η Πολωνία, η Ρουμανία και η Σλοβενία.
Αντίστοιχα, κατά μέσο όρο στις χώρες της Ε.Ε., υπήρχαν περίπου οκτώ νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους το 2012. Ο αριθμός των νοσηλευτών ανά κάτοικο ήταν υψηλότερη σε Ελβετία, Νορβηγία, Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο και Κάτω Χώρες. Η Ελλάδα είχε το μικρότερο αριθμό των νοσηλευτών μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Ακολουθούν η Βουλγαρία και η Κύπρος.
Το 2012, σε κάθε γιατρό αντιστοιχούσαν περισσότεροι από 4 νοσηλευτές σε Δανία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο και Ιρλανδία, ενώ στην Ελλάδα μόλις ένας νοσηλευτής ανά γιατρό. Ο μέσος όρος στα κράτη μέλη της Ε.Ε ήταν περίπου δυόμισι νοσηλευτές ανά γιατρό.
Απεικονιστικά μηχανήματα. Ιταλία, Ελλάδα (23,4 ανά 1.000 κατοίκους όταν ο μ.ο. στην Ε.Ε. είναι 10,5), Φινλανδία και Κύπρος έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό μαγνητικών τομογράφων ανά κάτοικο. Επίσης, Ελλάδα (34,8 ανά 1.000 κατοίκους όταν ο μ.ο. είναι 20), Ιταλία, Λετονία και Κύπρος έχουν τον υψηλότερο αριθμό σε αξονικούς τομογράφους ανά κάτοικο. Αντίστοιχα ο αριθμός απεικονιστικών εξετάσεων ανά κάτοικο ήταν μεγαλύτερος σε Γαλλία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο και Ελλάδα.
Πηγή: http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27201&subid=2&pubid=113409341