Μεγάλη μελέτη στη Σουηδία έδειξε ότι όσο αυξάνεται ο Δείκτης Μάζας Σώματος της γυναίκας τόσο αυξάνονται και οι πιθανότητες θανάτου του παιδιού που θα φέρει στον κόσμο το πρώτο έτος της ζωής του
της Θεοδώρας Τσώλη
Τα παιδιά των υπέρβαρων μητέρων αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου κατά το πρώτο έτος της ζωής τους, σύμφωνα με νέα μελέτη ειδικών του Ινστιτούτου Καρολίνσκα στη Στοκχόλμη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «British Medical Journal».
Παράγοντας κινδύνου τα περιττά κιλά των εγκύων
Στον προηγμένο κόσμο τα ποσοστά βρεφικής θνησιμότητας είναι της τάξεως των 3 θανάτων βρεφών ανά 1.000 ζωντανές γεννήσεις. Ενας από τους παράγοντες κινδύνου βρεφικής θνησιμότητας που μπορούν να προληφθούν είναι τα περιττά κιλά των εγκύων.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι ο κίνδυνος για τα παιδιά αυξάνεται καθώς αυξάνεται και το βάρος των γυναικών που τα κυοφορούν. Για μια γυναίκα, ανεξαρτήτως του βάρους της, ο κίνδυνος θανάτου του παιδιού της είναι πολύ μικρός. Σε κάθε περίπτωση όμως τα αποτελέσματά μας είναι σημαντικά σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό, αφού τα επιπλέον κιλά αποτελούν κοινό φαινόμενο στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας» ανέφερε ο Στέφαν Γιόχανσον από το Παιδιατρικό Νοσοκομείο Sachs’ στη Στοκχόλμη, που είναι παράλληλα ερευνητής στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα.
Η μελέτη
Η μελέτη βασίστηκε σε στοιχεία που ελήφθησαν από το Σουηδικό Μητρώο Γεννήσεων και περιελάμβαναν περισσότερες από 1 εκατομμύριο γυναίκες καθώς και τα 1,8 εκατομμύρια παιδιά που έφεραν στον κόσμο μεταξύ του 1992 και του 2010. Στο πλαίσιο της ανάλυσης αυτού του τεράστιου όγκου δεδομένων οι επιστήμονες διερεύνησαν μεταξύ άλλων αν ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ – προκύπτει μετά από διαίρεση του βάρους σε κιλά με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα) της γυναίκας στην αρχή της εγκυμοσύνης της ήταν πιθανόν να συνδέεται με τον κίνδυνο βρεφικού θανάτου. Από το σύνολο των γυναικών της μελέτης το 24% ήταν υπέρβαρες (ΔΜΣ 25-29,9) και το 9% παχύσαρκες (ΔΜΣ 30 και άνω).
Οπως φάνηκε, όσο πιο υψηλός ήταν ο ΔΜΣ της γυναίκας τόσο αυξανόταν ο κίνδυνος βρεφικής θνησιμότητας: από 2,4 περιπτώσεις ανά 1.000 γυναίκες φυσιολογικού βάρους (ΔΜΣ 18,5-24,9) σε 5,8 περιπτώσεις ανά 1.000 γυναίκες με νοσογόνο παχυσαρκία (ΔΜΣ 40 και άνω). Ο κίνδυνος ήταν μέτριος για τα παιδιά των υπέρβαρων γυναικών ή εκείνων με «ήπια» παχυσαρκία (ΔΜΣ 30-34,9) – φάνηκε αυξημένος κατά 25% και 37% αντιστοίχως. Στις γυναίκες με πιο… προχωρημένη παχυσαρκία (ΔΜΣ 35 και άνω) ο κίνδυνος θνησιμότητας του τέκνου ήταν διπλάσιος.
Προωρότητα, υποξία, συγγενείς διαταραχές, νόσοι
Σε δύο προηγούμενες μελέτες η ίδια ερευνητική ομάδα είχε ανακαλύψει ότι η αύξηση του ΔΜΣ στις γυναίκες αυξάνει και τον κίνδυνο να φέρουν αυτές οι γυναίκες στον κόσμο πρόωρα παιδιά, καθώς και παιδιά που εμφανίζουν υποξία (κατάσταση κατά την οποία ολόκληρος ο οργανισμός δεν οξυγονώνεται επαρκώς) – και οι δύο αυτές επιπλοκές μπορούν να οδηγήσουν στον θάνατο του βρέφους.
«Ωστόσο, όταν μελετήσαμε τα αίτια βρεφικών θανάτων, συνειδητοποιήσαμε ότι υπήρχαν πολλά διαφορετικά υποβόσκοντα προβλήματα. Στα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας, εκτός από την υποξία και την πρόωρη γέννηση, συνέβαλαν οι συγγενείς διαταραχές αλλά και νόσοι που εμφανίζονταν στη νεογνική ζωή» ανέφερε ο δρ Γιόχανσον.
Το μήνυμα
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους δεν θα ανησυχήσουν χωρίς λόγο τις γυναίκες με υψηλό ΔΜΣ. Τονίζουν ότι το μεγαλύτερο μήνυμα της μελέτης τους είναι ότι απαιτούνται καλά σχεδιασμένες στρατηγικές για την προαγωγή της δημόσιας υγείας. Μια υγιέστερη κοινωνία με τον πληθυσμό να έχει πιο φυσιολογικό βάρος θα ήταν μια κοινωνία ωφέλιμη και για την υγεία των νεογέννητων, είπε ο δρ Γιόχανσον. Κατέληξε αναφέροντας ότι «ένα άλλο μήνυμα που προκύπτει από τη μελέτη μας συνδέεται με τη φροντίδα αμέσως μετά τη γέννηση και κατά τη νεογνική ζωή. Οι τοκετοί υπέρβαρων γυναικών και κυρίως όσων έχουν πολύ υψηλό ΔΜΣ θα πρέπει να θεωρούνται υψηλού κινδύνου. Ετσι γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικοί σε αυτές τις περιπτώσεις ώστε να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους τόσο για τις γυναίκες όσο και για τα βρέφη τους».
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ