Λευτέρης Ξανθόπουλος: «Αυτά που θέλω να κάνω είναι τόσα πολλά, που χρειάζομαι πέντε ζωές»

Ο ποιητής και σκηνοθέτης Λευτέρης Ξανθόπουλος μας μιλά για τα ταξίδια του, για την «απώλεια» που του προσφέρει η ποίηση, την αγάπη του στα ντοκιμαντέρ, για τον χρόνο που δεν του φθάνει, για τα φαντάσματα που έχει μέσα του. Συνέντευξη στο politisonline και τον Κλέαρχο Παπαγεωργίου.

Μπήκατε στη Νομική χωρίς να την τελειώσετε και πήγατε στο εξωτερικό για σπουδές κινηματογράφου. Πώς πήρατε αυτή την απόφαση;

Έφυγα για να φύγω. Δεν ήξερα που θα πάω. Ξεκίνησα από Ιταλία, μετά Γερμανία, Γαλλία και κατέληξα στο Λονδίνο. Εδώ θα σπουδάσω, είπα. Μου πήγαινε η όλη ατμόσφαιρα του αγγλοσαξωνικού συστήματος.

Ζήσατε στο εξωτερικό για αρκετά χρόνια. Γιατί γυρίσατε πίσω; Το μετανιώσατε;

Γιατί έκανα λάθος. Ναι, το έχω μετανιώσει. Ζούσα έξω 10 χρόνια. Δεν μπορώ να πω ότι εγκλιματίστηκα ποτέ. Η ζωή μου όλη ήταν συνδεδεμένη με έρωτες. Όποτε τελείωνε ένας έρωτας, επειδή ήμουν πολύ συναισθηματικός – κακώς ίσως – κάθε γυναίκα ήταν συνδεδεμένη μαζί μου. Όταν χώρισα από έναν μεγάλο έρωτα, αισθανόμουν ότι δεν είχα χώρα, πατρίδα, τίποτα. Τότε τα παράτησα όλα και γύρισα στην Ελλάδα. Δύο χρόνια έκανα να προσαρμοστώ. Δεν ήταν η χώρα που ήξερα. Ξένος αισθανόμουν και έξω, ξένος αισθάνθηκα και στην ίδια μου την πατρίδα. Αυτή η ιδιότητα του ξένου με ακολουθεί. Επέστρεψα στην Ελλάδα οριστικά το ’81. Είχα φύγει το ’71.

Έχετε αδυναμία στην ποίηση. Κάνατε ταινίες για τον Σαχτούρη, τον Κατσαρό, τον Εγγονόπουλο. Τι σας αρέσει στην ποίηση;

Είμαι μόνο ποιητής. Από εκεί εκπορεύονται όλα. Ήμουν ποιητής προτού καν σπουδάσω κινηματογράφο. Το πρώτο μου βιβλίο το έβγαλα πριν φύγω. Μου αρέσει η απώλεια στην ποίηση. Μέσα από ένα ποίημα χάνεσαι, παύεις να είσαι εσύ, ο εαυτός σου. Η ποίηση χτίζει έναν κόσμο που σε προσκαλεί μέσα του και ξεχνάς τον παρόντα χρόνο και τα προβλήματα που έχει. Είναι μία αλήθεια που δεν μπορώ να βρω στην καθημερινή μου ζωή.

Για να γράψετε ποιήματα, εμπνέεστε από κάπου; Μιλήστε μας για την τελευταία ποιητική συλλογή σας «Οι εχθροί και οι φίλοι μου».

Εμπνέομαι από τα πάντα. Από αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Δεν το ξέρω και ευτυχώς που δεν το ξέρω. Ένα τυχαίο γεγονός μπορεί να εγγραφεί μέσα μου και να μεταλλαγεί σε ποίημα κάποια στιγμή στο μέλλον. Η νέα μου ποιητική συλλογή ξεκινάει από το ’94 και σταματάει το 2006. Εκδίδω πολύ αραιά. Θέλω να δοκιμαστεί το ποίημα στο χρόνο. Κάποια δεν έχουν αντοχή. Ποτέ δε βιαζόμουν να τελειώσω ένα βιβλίο.

Σαν άνθρωπος πώς είστε; Είστε μοναχικός τύπος;

Είμαι πολύ μοναχικός, όσο δεν πάει, και αυτό είναι πολύ κουραστικό για τους άλλους. Μέσα από τη μοναξιά όμως βγαίνουν όλα. Πάντα από εκεί βγαίνει το έργο. Είμαι άνθρωπος κατά της ιδιοκτησίας. Ποτέ δεν είχα αμάξι. Δεν έχω οδηγήσει ποτέ. Είμαι άνθρωπος που μου αρκούν τα ελάχιστα. Η μόνη μου περιουσία είναι τα βιβλία μου.

Είστε δάσκαλος σε δραματικές σχολές. Τι μαθαίνετε στα παιδιά;

Ήμουν στη σχολή τέχνης Μέλισσα της Έλντας Πανοπούλου κι έχω περάσει από διάφορες ιδιωτικές σχολές. Τώρα είμαι στη σχολή του Εθνικού. Μαθαίνω στα παιδιά αυτό που μου μαθαίνουν τα ίδια τα παιδιά. Ό,τι δίνω, πρέπει αντίστοιχα να το κερδίζω. Αυτό που κερδίζω είναι ανεκτίμητο. Οι δρόμοι που μου ανοίγουν τα παιδιά, για μένα είναι κάτι πολύτιμο.

Χρήματα βγάλατε από τη δουλειά σας;

Έχω τραβήξει μεγάλο κουπί. Από το σινεμά δεν έχω βγάλει χρήματα. Έβγαλα από τις διαφορετικές δουλειές που έκανα παράλληλα. Υπήρξα για πολλά χρόνια μάνατζερ σε ιδιωτικά κανάλια, στην ΕΡΤ, διευθυντής προγράμματος, που τότε είχε καλά λεφτά. Από εκεί ζούσα.

Το σινεμά σήμερα σε τι κατάσταση βρίσκεται;

Είναι σε καλή κατάσταση. Κάθε φορά είναι αλλιώς. Αλλάζει συνέχεια ο κινηματογράφος. Πάντα πουλάει ένα παραμύθι. Η διαφορά είναι αν θα το πουλήσει με την τεχνική του 1950 ή με την τεχνική του 2015. Οι άνθρωποι θέλουν ν’ ακούνε παραμύθια, κατασκευασμένες ιστορίες.

Ποιο είδος κινηματογράφου αγαπάτε περισσότερο;

Εγώ είμαι ντοκυμαντερίστας. Στη διπλωματική εργασία που είχα δώσει, στην καλύτερη σχολή κινηματογράφου της Ευρώπης τότε, το London Film School, όλοι οι συμμαθητές μου γύριζαν ταινίες fiction. Εγώ ήμουν ο μόνος που έγραψα σενάριο για ντοκιμαντέρ. Ήταν το σενάριο για το ντοκιμαντέρ «Ελληνική Κοινότητα Χαιδελμβέργης» το ’76. Μου αρέσει αυτή η πραγματικότητα που με περιτριγυρίζει και την οποία απωθώ, να τη βλέπω με διαφορετικό μάτι κάθε φορά. Στα ντοκιμαντέρ μου αρέσουν πολύ τα πορτραίτα. Αν ήμουν ζωγράφος, θα ήμουν ένας πορτραιτίστας.

Αν γυρίζατε μία ταινία για τη ζωή σας, τι τίτλο θα της βάζατε;

«Το τραγούδι μου» που λέει: Είμαι ένας άνθρωπος απλός, ούτε καλός ούτε κακός.

Νιώθετε χορτάτος από τη ζωή; Τι δεν έχετε κάνει ακόμη και θα θέλατε να κάνετε;

Ναι, αυτό το έχω κατακτήσει. Είμαι χορτάτος από εμπειρίες, βιώματα, φιλίες, έρωτες. Όχι από υλικά. Δεν μ’ ενδιαφέρουν. Έχω ταξιδέψει πολύ. Για πολλά χρόνια ζούσα μ’ ένα σακίδιο στην πλάτη. Σε κάθε σπίτι που έμενα στην Ευρώπη, είχα κάποια ρούχα σε μια γωνιά. Τι ωραίο που ήταν αυτό! Το μόνο πράγμα που θέλω είναι χρόνος. Αυτά που θέλω να κάνω είναι τόσα πολλά, που χρειάζομαι πέντε ζωές. Γι’ αυτό δουλεύω ακατάπαυστα. Δεν κάνω τίποτε άλλο, δεν πάω πουθενά. Τα τρία τελευταία χρόνια γράφω συνέχεια.

Ετοιμάζετε κάτι τώρα;

Στο σινεμά έχω δύο – τρία πρότζεκτ που δουλεύω παράλληλα και θέλω να δω ποιο είναι το καλύτερο για ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους. Όλα τα χρόνια δούλευα για την ΕΡΤ. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου – στα 35 χρόνια που κάνω σινεμά – που έχουν περάσει 2-3 χρόνια και δεν έχω δουλέψει. Κοντεύω να τρελαθώ. Δεν υπάρχει άλλο κανάλι που να προωθεί τις ταινίες – ντοκιμαντέρ. Μου αρέσουν πολύ τα συνεργεία, οι άνθρωποι, ο χαμός. Μέσα από το σινεμά, επειδή είναι μία ομαδική δουλειά, κοινωνικοποιούμαι. Όλα αυτά μου λείπουν.

Υπάρχει κάποια συνεργασία με ηθοποιούς που δεν θα ξεχάσετε;

Οι πιο πολλοί απ’ όλους αυτούς ζουν μέσα μου. Είναι σαν φαντάσματα που δεν μπορώ ν’ απαλλαγώ από αυτά. Κυρίως για τις παλιότερες ταινίες μου, οι πιο πολλοί δεν ζουν πια. Αυτό με πληγώνει. Δεν μπορώ να καταφύγω σαν μνήμη σε κάποιον από αυτούς. Η πιο δυνατή στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν στην Ουγγαρία, όπου έζησα για ένα χρόνο και έκανα αυτή την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία «Καλή πατρίδα σύντροφε – Beloiannisz» για τους πρόσφυγες και η οποία ψηφίστηκε από το κοινό ανάμεσα στις 20 καλύτερες ταινίες για τα 100 χρόνια ελληνικού κινηματογράφου 1914-2014. Και οι πολιτικοί πρόσφυγες ήταν για μένα μία μεγάλη σχέση. Αυτοί οι παππούδες με τους οποίους ήρθα σε επαφή.

Ξανθόπουλοςποίηση