Ενενήντα έξι χρόνια πέρασαν από την ημέρα που ένας «Αρχάγγελος» έστειλε σ’ αυτή τη γη τον Μίκη Θεοδωράκη ο οποίος έμελλε να σημαδέψει ανεξίτηλα την Ελλάδα προσφέροντας τα μέγιστα τόσο στον πολιτισμό της όσο και στους αγώνες για την ελευθερία της.
Η ετήσια επέτειος των γενεθλίων του δεν αποτελεί, σε καμία περίπτωση, υπενθύμιση μιας προσωπικότητας ή ενός έργου που θυμόμαστε ευκαιριακά. Αποτελεί, ωστόσο, μια πολύ καλή αφορμή να ανατρέξουμε στα μεγάλα έργα της μουσικής και της ποίησης, που σφράγισαν τον εγχώριο πολιτισμό και κυρίως στα πολύτιμα μαθήματα που μάς έχουν προσφέρει η πολυτάραχη ζωή του και ο ασυγκράτητος, ο παθιασμένος, ο πάντα επίκαιρος λόγος του.
Γιατί, επί δεκαετίες ολόκληρες, κάθε κείμενο του Μίκη Θεοδωράκη, κάθε ομιλία του, κάθε συνάντηση μαζί του αποτελεί ένα ανεκτίμητο μάθημα ιστορίας με πολλές προφητικές αναφορές για το μέλλον. Όπως τότε που δήλωνε με νόημα: «Πιστεύω πως ο μοναδικός δρόμος για να κερδίσουμε τη μάχη μπροστά στην ιστορία και στον πολιτισμό, είναι η ενότητα του έθνους. Όχι ενότητα συμβατική, σκόπιμη, τακτική, αλλά ενότητα ουσιαστική. Ενότητα όλων των Ελλήνων!» και παραδεχόταν με περισσή ανιδιοτέλεια: «Σήκωσα τα βάρη του διχασμού. Όμως είμαι έτοιμος να δώσω το χέρι και να ξεχάσω για πάντα τα απάνθρωπα μαρτύρια και τις εξορίες, της αναγέννησης της Πατρίδας»!
Ο λόγος του Μίκη Θεοδωράκη υπήρξε ανέκαθεν χειμαρρώδης ενίοτε και σκληρός, γεγονός που ενοχλούσε κάποιες φορές. Για εκείνον όμως το μέγιστο χρέος του απέναντι στους συμπατριώτες του είναι να τους λέει πάντα αυτό που πιστεύει ανά πάσα στιγμή, την αλήθεια του: «Για να πετύχω την εθνική αφύπνιση, χωρίς να πω ψέματα ούτε να ξεγελάσω κανένα, χρησιμοποιώ τρόπους οξείς, αλήθειες πικρές και μεθόδους καυτερές που πολλές φορές σοκάρουν. Γιατί πιστεύω στη δύναμη της αλήθειας όσο πικρή κι αν είναι. Κι ακόμα πιστεύω πως η ζωή δίνει τη νίκη σ’ αυτούς που την υπηρετούν και την πιστεύουν. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως δεν μπορεί να υπάρξει αληθινή υπηρεσία προς το λαό αν δεν είσαι αγνός σαν την ιδέα, μεστός σαν την ανθρωπιά, δυνατός σαν την ορθή σκέψη» έχει εξηγήσει ο ίδιος.
Έτσι, με οδηγούς την αλήθεια αλλά και την πρόοδο και την ελευθερία πορεύτηκε σε ολόκληρη τη ζωή του χωρίς να κάνει πίσω στα πολλά και δύσκολα εμπόδια που βρέθηκαν στο δρόμο του: «Από πολύ νωρίς, μια από τις μείζονες προτεραιότητες και φιλοδοξίες της ζωής μου υπήρξε η υπερκάλυψη του χαμένου χρόνου -για την πατρίδα μας- με τη δημιουργία σε όλους τους τομείς μιας καινούργιας ελληνικής πραγματικότητας με τη σφραγίδα της γνησιότητας, της αυθεντικότητας, με μια λέξη της ελληνικότητας στην ουσία και στη μορφή, στη θεωρία και στη πράξη. Έτσι διαφοροποιήθηκα ριζικά από την δεσπόζουσα αντίληψη εκείνης της εποχής που μας ήθελε παιδιά ενός κατώτερου θεού, υπανάπτυκτους και μίζερους, καταδικασμένους να ζούμε υπό την σκιάν των πολιτισμένων Ευρωπαίων, με τη σφραγίδα της ψωροκώσταινας στο κούτελό μας».
Η σταθερή και δυναμική στάση του απέναντι στις δυσκολίες και οι μεγάλες νίκες του, σε καλλιτεχνικό και πολιτικό επίπεδο, δεν μπορούν παρά να αποτελούν έναν φωτεινό φάρο, ένα διαχρονικό οδικό χάρτη για κάθε προβληματική εποχή και κάθε κίνδυνο που απειλούν την ελευθερία, την εξέλιξη, την ευημερία, πρώτα την προσωπική κι έπειτα τη συλλογική. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως ο Μίκης αναφέρεται πολύ συχνά στους νέους με συνθήματα ζωής: «Να κάνετε αυτό που δεν μπορείτε…», « Το σύστημα της βιομηχανικής εποχής δημιουργεί ανθρώπους χωρίς σωματική και ψυχική υγεία, δίνει τις λιγότερες ανθρωπομονάδες όπως τις λέω εγώ. Γι’ αυτό βλέπετε την ανάπτυξη της βαρβαρότητας. Να αλλάξουμε λοιπόν. Να κλείσουμε τις βιομηχανίες πολέμου και να φτιάξουμε βιομηχανίες ειρήνης», «Μπορεί οι ξένοι να μάς θεωρούν σκουπίδια. Η ιστορία όμως έχει αποδείξει ότι τα <σκουπίδια> μπορούν να μετατραπούν σε δυναμίτες, σε έκρηξη. Γιατί ο Έλληνας, όταν βρεθεί στον τοίχο είναι ή ραγιάς ή ήρωας», «Κλείστε βαθιά στην καρδιά σας την Ελλάδα. Και μονάχα τότε θα ανοίξουν για σας και τα παιδιά σας διάπλατες οι πόρτες για την Πρόοδο και την Ευτυχία του Λαού μας»…!
Για τους ανθρώπους του συναφιού του, τους καλλιτέχνες, η οικογένεια των οποίων έχει πληγεί βαθιά τους τελευταίους μήνες μετά τις σοκαριστικές αποκαλύψεις για βίαιες, αντιεπαγγελματικές έως και εγκληματικές συμπεριφορές, ο Μίκης έχει χαράξει εδώ και χρόνια το σωστό μονοπάτι υπογραμμίζοντας με νόημα: «Τα όπλα του καλλιτέχνη είναι η ομορφιά που γοητεύει την ψυχή, ώστε ο κάθε άνθρωπος να ψηλώσει μέσα του και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και δύναμη, να μη γονατίσει, να σταθεί όρθιος και να αντιμετωπίσει το τέρας ως ίσος προς ίσον. Για να γίνει τελικά πιο δυνατός από αυτό και να το νικήσει!»
Όσο για πώς αντιμετωπίζει ο ίδιος το χρόνο που περνά; Όπως έχει εξομολογηθεί, τα έχει πλέον βρει μαζί του, δεν τον φοβάται: «Είμαι αυτό που λένε “πλήρης ημερών”. Άσε που είμαι πεισιθάνατος. Αν και μέχρι τώρα συνήθως οι βασανιστές μου ήταν αυτοί που δεν ήθελαν με τίποτα να πεθάνω, γιατί καταλάβαιναν πως νεκρός θα ήμουν πολύ πιο επικίνδυνος. Πάντως, τώρα, στα 92 μου προκαλώ τον Χάρο να έρθει να δούμε ποιος θα αντέξει περισσότερο στο χορό και το τραγούδι. Το τραγούδι που έγραφα όταν ήμουν ακόμη γυμνασιόπαιδο και κάθε βράδυ στο τραπέζι το τραγουδάγαμε όλοι μαζί. Και αν ήταν βαλσάκι, ο πατέρας μου το χόρευε με τη μητέρα μου. Αυτές τις μνήμες θέλω να ξαναβρώ… Όπως καταλαβαίνετε, ό,τι και να γίνει, εγώ τον έχω νικήσει τον Χάρο, ας μπει και τώρα από την πόρτα!» είχε εξομολογηθεί πριν τέσσερα χρόνια, σε μια συνάντηση με τους δημοσιογράφους, στο σπίτι του, στις παρυφές της Ακρόπολης.