Είχε έναν ασύλληπτο σωματότυπο για τους ρόλους που υποδύετο και ένα σπουδαίο δραματικό κύτταρο, που καθιστούσαν τις ερμηνείες του υποδειγματικές, προξενώντας αισθήματα ηθικής έξαρσης στους θεατές και για τούτο αγαπήθηκε όσο λίγοι δευτεραγωνιστές μας. Και η υποκριτική του δεινότητα ήταν το ίδιο συναρπαστική τόσο στο παλκοσένικο, όσο και στην μεγάλη οθόνη.
Ψηλός, ξερακιανός, με σμικτά φρύδια, γωνιώδες πρόσωπο, πυκνό μαύρο σπαστό μαλλί και μαύρο έντονο μυωπικό σκελετό, και με μια υψηλή θεατρική παιδεία στην καλλιτεχνική αρματωσιά του από το Εθνικό, έδινε απίστευτα δραματικούς τόνους στους ρόλους του και μας καθήλωνε. Αυτός ο αξεπέραστος ανακριτικός υπάλληλος – και άλλες φορές άτεγκτος εισαγγελέας, ή αρχηγός της ελληνικής αντικατασκοπείας σε πολεμικές μας ταινίες – του «υπουργείου εμπορικής ναυτιλίας», στην επική ταινία του ασπρόμαυρου «Ορατότης μηδέν», με τον Νίκο Κούρκουλο, τον Μάνο Κατράκη και όλους τους άλλους ημίθεους της καλλιτεχνικής μας δημιουργίας.
Ο μοναδικός Ζώρας (Ζωγράφος) Τσαπέλης, που και μόνο η εμφάνισή του, σηματοδοτούσε στην καρδιά μας ένα βαθύ αίσθημα αυστηρότητας, ενίοτε και ηθικής σκληράδας, αλλά και που αίφνης αντικαθίστατο, από μια ιδιότυπη ευφορία, για την δραματική του δεινότητα. Ο σπουδαίος καρατερίστας μας είδε το φως της ζωής στην Σαλαμίνα το 1921.
Μετά τις εγκύκλιες γυμνασιακές του σπουδές σπούδασε στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στη οποία δίδασκαν τότε τα ιερά τέρατα της ελληνικής δραματουργίας, ήτοι Μινωτής, Παξινού, Ροντήρης, Βεάκης κ.α. Πρόβα τζενεράλε στο θεατρικό σανίδι θα κάνει το 1945, σε έναν δεύτερο ρόλο του «Λιουλιούκοφ», στην παράσταση «Επιθεωρητής» του Γκόγκολ και σε σκηνοθεσία Σωκράτη Καραντινού.
Έκτοτε θα ακολουθήσει μια μακρά και επιτυχημένη θεατρική διαδρομή, με συνεργασίες, με όλους τους κορυφαίους του θεατρικού μας πεδίου. Συνεργάζεται με τα σχήματα: Λαμπέτη – Παππά – Χόρν, Κατερίνας, Κωνσταντάρα, Κυβέλης, Λαμπέτη, Μουσούρη, αλλά και το «Λαϊκό Θέατρο» του δάσκαλου της υποκριτικής Μάνου Κατράκη.
Το 1958 είναι μια χρονιά ορόσημο στην θεατρική σταδιοδρομία του Ζώρα Τσαπέλη, δοθέντος ότι συστήνει τον δικό του θίασο με τους Τίτο Βανδή και Ελένη Χατζηαργύρη. Θα ανεβάσουν μάλιστα με μεγάλη επιτυχία την παράσταση «Μάγδα» του γερμανού θεατρικού συγγραφέα Χέρμαν Ζούντερμαν.
Όμως το 1966 πραγματοποιεί στροφή στην σταδιοδρομία του, φεύγοντας από το ελεύθερο θέατρο και προσλαμβανόμενος στο «Εθνικό Θέατρο», στο οποίο και θα μείνει μέχρι και το 1982. Μια πολύπλαγκτη θεατρική συγκομιδή, την οποία την κατευόδωνε πάντα η επιδοκιμασία και η αγάπη του κόσμου.
Αλλά παράλληλα με τα θεατρικά του βήματα, ο Ζώρας Τσαπέλης, αναπτύσσει και την κινηματογραφική παρουσία του, όπου και αναγορεύεται με την έξοχη υποκριτική του δεινότητα, σε κυρίαρχη φυσιογνωμία του ασπρόμαυρου, επενδύοντας αισθητικά με την ανείπωτη «αυστηρότητά», το άτεγκτο ήθος του και τον κοινωνικό του συντηρητισμό τα διαμάντια του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας, με αποκορύφωμα το «Ορατότης μηδέν» όπως προαναφέραμε.
Την παρθενική του εμφάνιση ο Σαλαμινιώτης ηθοποιός θα κάνει το 1946, στην αντιστασιακού χαρακτήρα ταινία «Αδούλωτοι σκλάβοι» της οποίας την σκηνοθεσία ξεκίνησε ο αείμνηστος διανοούμενος και θεατρικός μας συγγραφέας Μάριος Πλωρίτης, αλλά τελικά αποπεράτωσε ο Βίων Παπαμιχάλης. Για να ακολουθήσει μια επιτυχημένη αλυσίδα ταινιών – περί τις 30 – στις οποίες ο έξοχος Ζώρας Τσαπέλης, ξεδίπλωσε όλο το ακένωτο δραματικό του κύτταρο. Χαρακτηριστικότερες εξ αυτών είναι οι : «Όταν η πόλις πεθαίνει», «Κονσέρτο για πολυβόλα», «Ορατότης μηδέν». «Λεωφόρος της προδοσίας», «Αυτοί που ξέχασαν τον όρκο τους», «Εν ονόματι του νόμου» κ.α.
Ως άνθρωπος ο Ζώρας Τσαπέλης, υπήρξε ευγενής, μετριοπαθής και με υψηλή κοινωνική αξιοπρέπεια και έτσι τον θυμούνταν και οι συνάδελφοί του. Ο Ζώρας Τσαπέλης στις 11 Ιανουαρίου 2002 εκδήμησε από το εξαίσιο θαύμα της ζωής και ενώ είχε προσβληθεί από αλλεπάλληλα εγκεφαλικά επεισόδια, που τον ταλαιπώρησαν βαθιά, τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Πόσο ωραίος ήταν αυτός ο «άτεγκτος εισαγγελέας», με το ξερακιανό, αδρό πρόσωπο και τα σμικτά φρύδια και πόσες αξέχαστες στιγμές μας χάρισε, με τα διαμάντια του ασπρόμαυρου τις δίσεκτες μεταπολεμικές μας δεκαετίες; Θα μείνει για πάντα ζωντανός στην μνήμη και την καρδιά μας !
Θέατρο :
Ο βροχοποιός (1956)
Φιλμογραφία :
Υ.Γ. Ο πολιτισμός στις οδυνηρές οικονομικά μέρες μας, είναι τελείως περιθωριοποιημένος από την πολιτεία και υποχρηματοδοτημένος, με τις κεντρικές του δομές να αργοσβήνουν μία, μία. Πέρα από τον ελάχιστο παραπάνω οφειλόμενο φόρο τιμής, στους μεγάλους έλληνες κωμικούς μας, που διαμόρφωσαν το σύγχρονο πνευματικό ήθος του ελληνικού λαού και τον στήριξαν ηθικά στις δίσεκτες μεταπολεμικές μας δεκαετίες, που τις σκίαζαν οι οικονομικές στρεβλώσεις και οι κοινωνικές δυσπλασίες, οφείλουμε σήμερα ως πολιτεία με σοβαρότητα και ευθύνη, να καταστρώσουμε ένα κεντρικό Master Plan για τον πολιτισμό, που συνυφαίνοντας αρμονικά, τις αρχαιότητες, την πολιτισμική κληρονομιά και το πολύτιμο ανθρώπινο
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.com