Μια σημαντική αναδρομική έκθεση για τη βιομηχανική κληρονομιά της Ελλάδας και μια άλλη, αφιερωματική στη ΔΕΗ και την ιστορία της, μέσα από τον αρχειακό πλούτο της Επιχείρησης, περιμένουν το ευρύ κοινό να τις ανακαλύψει.
Συνδιοργανώνονται από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Ιστορικό Αρχείο της ΔΕΗ και φιλοξενούνται έως το τέλος Μαΐου στο εμβληματικό κτίριο του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού Νέου Φαλήρου.
Η έκθεση «Βιομηχανική Κληρονομιά στην Ελλάδα» αναδεικνύει ορόσημα με τα οποία η χώρα και οι Έλληνες σημάδεψαν την ιστορική τους διαδρομή. Κτίρια, μηχανές, εργαλεία, μεγάλες και μικρές εγκαταστάσεις παραγωγής στις πόλεις και στην ύπαιθρο, κατάλοιπα της βιομηχανικής δραστηριότητας που άλλοτε τα ίχνη της χάνονται μέσα στη γη σε ορυχεία εξόρυξης λιγνίτη, μαρτυρούν μιαν εποχή «που στην Ελλάδα άρχισε γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα και ολοκλήρωσε έναν μεγάλο κύκλο με την αποβιομηχάνιση του τέλους του 20ού αιώνα. Αυτός ο μνημειακός πλούτος, αποκαλύφθηκε και συνεχίζει να αποκαλύπτεται, ερευνήθηκε και συνεχίζει να ερευνάται, μέρη του διασώθηκαν, ενώ άλλα χάθηκαν», τονίζουν οι επιμελητές της έκθεσης Νίκος Μπελαβίλας, αναπληρωτής καθηγητής αρχιτεκτονικής ΕΜΠ και η ιστορικός-βιομηχανική αρχαιολόγος Μαρία Μαυροειδή.
Ο υπότιτιλος της έκθεσης «1980-2015.Διάσωση – Έρευνα – Εκπαίδευση» συνοψίζει τις έρευνες και τις δράσεις πρωτοπόρων από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, οι οποίες εμπλουτίστηκαν, πλαισιώθηκαν και επεκτάθηκαν χάρη στην επίμονη εργασία εκατοντάδων -κυρίως εθελοντών- επιστημόνων από τοπικές πρωτοβουλίες και επιστημονικά ιδρύματα.
Γιατί χαρακτηρίζονται μνημεία αυτά τα βιομηχανικά κτίρια;
Επειδή «μόνο μέσα σε τέτοια κτίρια που αναπτύχθηκε ο τεχνικός πολιτισμός και τον οποίο δεν λάμβαναν υπόψη πριν τριάντα χρόνια αλλά σήμερα τον θεωρούμε σημαντικό κομμάτι του μεγάλου πολιτισμού, μπορούμε να συναντήσουμε την οικονομική και κοινωνική ιστορία της εργασίας. Αποτελούν αναπόφευκτα κομμάτια της μνήμης των πόλεων μας και ιδιαίτερα των βιομηχανικών πόλεων όπως του Πειραιά, της Ελευσίνας, του Λαυρίου, της Ερμούπολης, του Βόλου, της Θεσσαλονίκης» εξηγεί ο Νίκος Μπελαβίλας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.