Με μεγάλες ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό προσπαθεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία να κάνει το καθήκον της στον Εβρο, όπως προκύπτει από Ερώτηση βουλευτών του ΚΚΕ στον υπουργό Πολιτισμού, για τα σοβαρά προβλήματα στη διαφύλαξη και ανάδειξη μνημείων και αρχαιολογικών χώρων στην ΠΕ Έβρου, λόγω έλλειψης προσωπικού στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Έβρου.
Στην Ερώτηση σημειώνεται ότι η Εφορεία Αρχαιοτήτων Έβρου έχει στην αρμοδιότητα της την περιοχή του ηπειρωτικού Έβρου καθώς και της νήσου Σαμοθράκης, όμως το προσωπικό που υπηρετεί στην υπηρεσία είναι ελάχιστο και δεν επαρκεί ούτε για τις στοιχειώδεις ανάγκες.
“Υπάρχει μόνο μία αρχαιολόγος, μία λογίστρια και μερικοί αρχαιοφύλακες για ολόκληρη την Π.Ε. Έβρου, ενώ ένας διοικητικός υπάλληλος, τρεις εργάτες και μερικοί αρχαιοφύλακες που υπηρετούν στο νησί της Σαμοθράκης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το έκτακτο προσωπικό που υπηρετούσε μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2015, οπότε έληξαν τα έργα ΕΣΠΑ και απολύθηκε, ήταν πολλαπλάσιο του μόνιμου προσωπικού και στην ουσία δεν ήταν καθόλου έκτακτο, αλλά μόνιμες ανάγκες”.
Σημειώνεται ότι “τόσο η ηπειρωτική έκταση του Έβρου όσο και η νήσος Σαμοθράκη έχουν πληθώρα μνημείων και αρχαιολογικών χώρων. Όμως υπάρχουν μόνο τρεις οργανωμένοι και φυλασσόμενοι αρχαιολογικοί χώροι: η Αρχαία Ζώνη κοντά στη Μεσημβρία Αλεξανδρούπολης, ο τύμβος της Μικρής Δοξιπάρας – Ζώνης στο βόρειο Έβρο και το Ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη”.
Επιπλέον, “υπάρχουν πολλοί άλλοι χώροι, για τους οποίους ενώ έχουν δαπανηθεί τεράστια ποσά κατά καιρούς, παραμένουν κλειστοί ή είναι προσβάσιμοι χωρίς συντήρηση και φύλαξη. Τέτοιοι είναι το φρούριο του Πυθίου, που μένει ανολοκλήρωτο, κλειστό και αφύλακτο μετά από δύο Κ.Π.Σ., η Μονή Χριστού στη Σαμοθράκη, το κάστρο στη Χώρα Σαμοθράκης, η Χάνα και τα λουτρά Τραϊανούπολης, το Κάστρο του Διδυμοτείχου και τόσα άλλα.
Η πληθώρα των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων, καθώς και των χώρων που πρέπει να ερευνηθούν, βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τον αριθμό του προσωπικού με αποτέλεσμα την εντατικοποίηση της δουλειάς, αλλά και τη δημιουργία σοβαρών κινδύνων για την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της περιοχής.
Ενδεικτικά να αναφέρουμε τον άμεσο κίνδυνο κατάρρευσης του Πύργου του Φονιά στη Σαμοθράκη, τη συνεχή πτώση τμημάτων του Κάστρου Διδυμοτείχου, τον κίνδυνο κατάρρευσης πύργων και της πύλης του Κάστρου του Άβαντα, τον κίνδυνο κατάρρευσης της οροφής της Χάνας Τραϊανούπολης, τον κίνδυνο κατάρρευσης τμημάτων του Λουτρού του Ορούτς Πασά στο Διδυμότειχο και ο κατάλογος μπορεί να συνεχιστεί για πολύ.
Επιπλέον κίνδυνοι είναι αυτοί της αρχαιοκαπηλίας και των καταστροφών από άροση και άλλες εκσκαφικές εργασίες, οι οποίοι αυξάνουν συνεχώς εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού φύλαξης, ενώ σοβαρό είναι και το θέμα της ασφάλειας των ίδιων κατά την διάρκεια της εργασίας τους. Άλλωστε είναι χαρακτηριστικό ότι στην περιοχή του Έβρου, υπάρχουν εντοπισμένοι περίπου 145 ταφικοί τύμβοι, κυρίως στις καλλιεργούμενες εκτάσεις του βορείου Έβρου. Από αυτούς έχουν ανασκαφεί περίπου οι 25 και όλοι οι υπόλοιποι είναι στο έλεος των αρχαιοκαπήλων και του κινδύνου καταστροφής κάθε χρόνο από τα αγροτικά μηχανήματα”.