Barry Lyndon (1975), του Στάνλεϊ Κιούμπρικ
Όλοι ίσοι τώρα.
Η ιστορία του Redmond Barry στην πορεία του για να γίνει Barry Lyndon στους κοινωνικούς κύκλους της Αγγλίας του 18ου αιώνα, είναι μία ιστορία ρομαντισμού, πολέμων, πατρότητας, προδοσίας, αντιπαραθέσεων, θανάτου, τύχης και…ακινησίας. Σαν να ζούσε μέσα σε έναν κινούμενο πίνακα, ο ήρωας του Κιούμπρικ προσπαθεί να εξελιχθεί και να ευημερήσει σε έναν απόλυτα παγωμένο κόσμο. Όλες του οι ατυχίες, οι περισσότερες από τις οποίες παρουσιάζονται στον θεατή από έναν απόμακρο, ουδέτερο και ειρωνικό αφηγητή, πριν καν ο ίδιος ο Barry τις αντιληφθεί, μοιάζουν να είναι φυσικό αποτέλεσμα αυτού του περιβάλλοντος ακινησίας. Ο μεγάλος σκηνοθέτης αποφασίζει να δώσει έμφαση σε αυτό το χαρακτηριστικό στο τέλος, όταν θα παραδώσει τον ήρωα του στο προαποφασισμένο τέλος του, προσφέροντας ένα και μοναδικό freeze frame, μόνο και μόνο για να επιτρέψει με αυτό τον τρόπο στον Barry να γίνει κι’ αυτός επιτέλους αναπόσπαστο κομμάτι της εποχής του, μιας εποχής που μόλις έχει τελειώσει (στην αξέχαστη τελική σεκάνς του φιλμ, η τελευταία επιταγή που υπογράφει η Λαίδη Lyndon έχει την ημερομηνία της αρχής της Γαλλικής Επανάστασης).
Ο τρίωρος επικήδειος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ είναι υπέροχος από κάθε πλευρά και είναι ένα σπάνιο κινηματογραφικό στολίδι που αιχμαλωτίζει την απόλυτη ουσία της τέχνης του κινηματογράφου, έχοντας όλα τα μαγικά συστατικά μιας επικής ιστορίας. Είναι πραγματικά μεγαλοπρεπείς ο τρόπος που ο σκηνοθέτης αποτυπώνει τη μελαγχολία των φιγούρων κάτω από το φώς των κεριών, στα τραπέζια των τυχερών παιχνιδιών, στις μονομαχίες ή ακόμα και σε μια ρομαντική συνάντηση υπό τον ήχο ενός κλασικού κομματιού γραμμένο για πιάνο ή βιολί. Είναι μια ιστορία για έναν άνθρωπο και μια εποχή που έχει περάσει και έχει ξεχαστεί προ πολλού, ενός πίνακα που αποφάσισε ότι θα έμοιαζε ομορφότερος σε φιλμ και ίσως, με αυτό τον τρόπο, θα του ήταν πιο εύκολο να κρύψει το σκοτεινό και μελαγχολικό χαρακτήρα του. Μόνο και μόνο για να καταλάβει τελικά ότι, σαν τον ίδιο τον Barry, δεν είχε ποτέ καμία επιλογή στα σταυροδρόμια τις ζωής του και δυστυχώς στο τέλος, αργά και προμελετημένα, ξέμεινε από τύχη.