Ανάλυση DW: Γιατί ο Ερντογάν χρειάζεται την Ελλάδα - Η παραδοχή του Τούρκου προέδρου για τον Μητσοτάκη

Η βελτίωση του πολιτικού κλίματος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μόνο ως “ριζοσπαστική” μπορεί να χαρακτηριστεί.

Ενόψει της συνάντησης κορυφής της Πέμπτης, δεν περνά σχεδόν μέρα χωρίς δηλώσεις από κορυφαίους πολιτικούς των δύο πλευρών που να τονίζουν τη νέα ποιότητα των σχέσεων. Ενώ πριν από λίγο καιρό κυριαρχούσαν στη ρητορική αμοιβαίες κατηγορίες, ακόμη και ανοιχτή εχθρότητα, τώρα γινόμαστε μάρτυρες ενός ειρηνικού κλίματος, στο οποίο η κοινή γνώμη πρέπει ακόμη να συνηθίσει. Σημασία έχει ότι δεν βιώνουμε απλώς μια νέα πολιτική ορολογία. Πιο σημαντική πολιτικά είναι η νέα ηρεμία στον εναέριο χώρο του Αιγαίου, η οποία αποτελεί απτή απόδειξη ότι η Άγκυρα έχει προσαρμόσει την στρατηγική της.

Ευνοϊκοί οιωνοί, αλλά ποτέ δεν ξέρει κανείς με τον Ερντογάν

Επομένως, υφίστανται οι προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη συνάντηση κορυφής στην Αθήνα. Οι ειδικοί αναμένουν με ενδιαφέρον τις λεπτομέρειες των διμερών συμφωνιών που σκοπεύουν να υπογράψουν οι υπουργοί των δύο χωρών με κοινή επιδίωξη έναν κοινό στόχο: την προώθηση των σχέσεων μεταξύ των γειτονικών χωρών. Προκαλεί ωστόσο αίσθηση ότι η ελληνική κυβέρνηση δημιουργεί εκ των προτέρων την εντύπωση ότι οι προσδοκίες της είναι χαμηλές. Αυτό μπορεί να οφείλεται και στο γεγονός ότι ο επισκέπτης από την Άγκυρα έχει αποδείξει ουκ ολίγες φορές ότι είναι απρόβλεπτος, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν δυσάρεστες εκπλήξεις με τονΤαγίπ Ερντογάν. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο η πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στο Βερολίνο προσέλκυσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην Ελλάδα. Οι δηλώσεις του Ερντογάν για το Ισραήλ και τη Χαμάς, απαράδεκτες για πολλούς στη Δύση, ιδίως στη Γερμανία, κυριάρχησαν στα πρωτοσέλιδα των μέσων ενημέρωσης. Επί της ουσίας, όμως, ο Γερμανός καγκελάριος και ο Τούρκος πρόεδρος – πίσω από κλειστές πόρτες – κατέληξαν σε πολιτικά σημαντικές συμφωνίες σε θέματα, όπως η θρησκευτική εκπαίδευση της τουρκικής κοινότητας και το μεταναστευτικό ζήτημα, το οποίο γίνεται όλο και περισσότερο κυρίαρχο θέμα.

Το δίδαγμα για την Αθήνα από τις συνομιλίες του Ερντογάν με τον Σολτς είναι ότι πολλά δείχνουν ότι ο Τούρκος ηγέτης ενδιαφέρεται αυτή την περίοδο για τη βελτίωση των σχέσεων με τη Δύση. Αποτελεί μεγάλη επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ότι η ηρεμία στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει η Άγκυρα προκειμένου να σημειώσει πρόοδο στις σχέσεις της με την Ευρώπη. Αυτήν την πολιτικά σημαντική σύνδεση μεταξύ των τουρκικών σχέσεων με την ΕΕ και των ελληνοτουρκικών σχέσεων τόνισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μόλις πρόσφατα στην έκθεσή της για τις σχέσεις με την Τουρκία. “Η απερίφραστη δέσμευση στις σχέσεις καλής γειτονίας, στις διεθνείς συμφωνίες και στην αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και η παραίτηση από μονομερή μέτρα που αντιβαίνουν στα συμφέροντα της ΕΕ και παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών της ΕΕ, παραμένει βασική προϋπόθεση για τη διασφάλιση αμοιβαία επωφελών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας”, γράφει η Επιτροπή στην έκθεσή της, η οποία θα συζητηθεί από τους αρχηγούς κυβερνήσεων στα μέσα του μήνα.

Ο Ερντογάν βλέπει την Ελλάδα ως εκπρόσωπο της ΕΕ

Μια πιο ξεκάθαρη τοποθέτηση της ΕΕ υπέρ των θέσεων της Ελλάδας δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς. Η στάση αυτή των Βρυξελλών αποτελεί αγκάθι για την Άγκυρα. Εξηγεί γιατί ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα απαιτήσει τα ελληνοτουρκικά ζητήματα να επιλυθούν διμερώς και χωρίς την παρέμβαση τρίτων. Όμως ο Ερντογάν γνωρίζει φυσικά πολύ καλά ότι αυτή είναι μια μάλλον μη ρεαλιστική θέση. Πολλά από τα θέματα που θα διαπραγματευτεί ο Τούρκος πρόεδρος με τον Μητσοτάκη έχουν επιπτώσεις που εκτείνονται πέρα από τα σύνορα των δύο χωρών. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, για το μεταναστευτικό, το οποίο θα αποτελέσει βασικό θέμα στην Αθήνα. “Θα συζητήσουμε τόσο τις διμερείς μας σχέσεις όσο και τις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ” με τον Έλληνα πρωθυπουργό, δήλωσε ο Ερντογάν κατά την πτήση επιστροφής του από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αυτές τις ημέρες. Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη παραδοχή ότι ο Ερντογάν θεωρεί τον Έλληνα πρωθυπουργό ως εκπρόσωπο ολόκληρης της ΕΕ. Η δήλωση αυτή, η οποία έτυχε ελάχιστης δημόσιας προσοχής, είναι μια ακόμη απόδειξη της πολιτικής αναβάθμισης της Ελλάδας.

Οι δυτικές κυβερνήσεις χαιρετίζουν την ελληνοτουρκική προσέγγιση χωρίς εξαίρεση. Ιδιαίτερη ικανοποίηση εξέφρασε το Βερολίνο: “Το βλέπουμε αυτό με ιδιαίτερο ενθουσιασμό”, σημείωσε ο Γερμανός πρέσβης στην Αθήνα. Πριν από ένα χρόνο, το Βερολίνο με στοχευμένη διπλωματική διαμεσολάβηση επανέφερε την Ελλάδα και την Τουρκία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετά από μια περίοδο μεγάλης έντασης. Η σταθεροποίηση της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο αποτελεί ένα βασικό στόχο της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι συνθήκες για ουσιαστική πρόοδο στις σχέσεις αυτές δεν ήταν τόσο ευνοϊκές όσο είναι σήμερα. Αυτό συνιστά ένα σημάδι ελπίδας σε μια περιοχή που απειλεί να βυθιστεί στο χάος.

* Ο Δρ Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ

Πηγή: DW – Ρόναλντ Μαϊνάρντους

EρντογάνΕΛΛΑΔΑΚόσμοςΜητσοτάκηςπολιτικήΤουρκία