Δεν κατάφεραν να βρουν κοινό βηματισμό για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης οι Ευρωπαίοι ηγέτες στη Σύνοδο στη Γρανάδα, κυρίως εξαιτίας της σκληρής γραμμής Ουγγαρίας και Πολωνίας, παρά τον συναγερμό που σήμαναν Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία για την αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Την πρόταση για αύξηση των πόρων για το μεταναστευτικό επανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επισημαίνοντας την ανάγκη συνεργασίας της Τουρκίας. Υπέρ της διεύρυνσης, αλλά χωρίς να θέσουν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, τάχθηκαν οι ηγέτες.
Οι λαϊκιστές ηγέτες Πολωνίας και Ουγγαρίας αντιτάχθηκαν με σφοδρότητα στη μεταρρύθμιση του μεταναστευτικού συστήματος, την οποία ωστόσο δεν μπορούν να μπλοκάρουν, δύο ημέρες μετά τη συμφωνία των Βρυξελλών, σε επίπεδο Μονίμων Αντιπροσώπων, για τη διαχείριση κρίσεων στο μεταναστευτικό. Ωστόσο, εκδήλωσαν τη διαφωνία τους εμποδίζοντας την υιοθέτηση μιας κοινής διακήρυξης για το μεταναστευτικό στην άτυπη σύνοδο. Η κίνηση αυτή ήταν κυρίως συμβολική, αλλά αφήνει να αναδίδεται ένα άρωμα διχόνοιας.
Ο Βίκτορ Όρμπαν έκανε λόγο για νομικό βιασμό ενώ ο Ματέους Μοραβιέτσκι ξεκαθαρίζει και εν όψει των πολωνικών εκλογών ότι η Βαρσοβία δε δέχεται διαταγές. «Αν λοιπόν έχεις υποστεί νομικό βιασμό, αν έχεις εξαναγκαστεί να δεχτείς κάτι που δεν σου αρέσει, τότε πώς μπορεί να φτάσεις σε συμβιβασμό και συμφωνία; Είναι αδύνατον» τόνισε ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν.
«Υπό τις διαταγές του Βερολίνου, οι Βρυξέλλες άρχισαν πάλι να εφαρμόζουν το σχέδιό τους [με την υποστήριξη του κόμματος του Ντ. Τουσκ, που συνίσταται στην υποδοχή παράνομων μεταναστών και στην επιβολή δρακόντειων ποινών για τις χώρες που δε θέλουν να τους δεχτούν. Η Πολωνία το απορρίπτει αυτό κατηγορηματικά πρώτα απ’ όλα για λόγους ασφάλειας της χώρας μας» σημείωσε ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Ματέους Μοραβιέτσκι.
Μάλιστα, ο Πολωνός πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι δήλωσε σήμερα ότι η Βαρσοβία απέρριψε ένα κοινό ανακοινωθέν για τη μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ κατά την ολοκλήρωση της συνόδου κορυφής της ΕΕ στη Γρανάδα. Μετά την εξέλιξη αυτή η κοινή ανακοίνωση αφορά μόνο το άλλο αντικείμενο των συνομιλιών της συνόδου, τη διεύρυνση της ΕΕ. «Ως ένας υπεύθυνος πολιτικός, απορρίπτω ολόκληρη την παράγραφο των συμπερασμάτων της συνόδου κορυφής σχετικά με τη μετανάστευση», έγραψε ο Μοραβιέτσκι στο X.
«Η Ιταλία ψήφισε υπέρ του Συμφώνου Μετανάστευσης και Ασύλου διότι, πολύ απλά, οι νέοι κανόνες είναι καλύτεροι από τους προηγούμενους. Αλλά η προτεραιότητά μας δεν είναι αυτή. Όσο μιλάμε για το πώς πρέπει να ανακατανεμηθούν οι άνθρωποι αυτοί στο εσωτερικό της ΕΕ προκαλούμε αύξηση των ροών. Κυρίως όμως εμείς πιστεύουμε ότι κανείς δεν μπορεί να θεωρεί ότι θα λύσει το πρόβλημα που έχει σπίτι του, φορτώνοντάς το σε κάποιον άλλον. Η αρνητική στάση της Πολωνίας και της Ουγγαρίας ως προς το Σύμφωνο, θεωρώ ότι οφείλεται στη διαφορετική γεωγραφική θέση των χωρών αυτών, όχι στην ιταλική στρατηγική. Και οι χώρες αυτές συμφωνούν στο ότι πρέπει να σταματήσουμε την παράνομη μετανάστευση. Κατανοώ τη θέση τους και δεν πιστεύω ότι ζημιώνει τη δουλειά που κάνουμε» δήλωσε η επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης, Τζόρτζια Μελόνι.
Την ελληνική πρόταση για αύξηση των πόρων για το μεταναστευτικό επανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας για την ανάγκη υποστήριξης των χωρών στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επισημαίνοντας την ανάγκη συνεργασίας της Τουρκίας για την ανάσχεση των ροών, στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η Ελλάδα για μία νέα ευρω-συμφωνία με την Άγκυρα.
“Η πρόοδος που επιτεύχθηκε στο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου είναι σίγουρα σε θετική κατεύθυνση… Αλλά από μόνο του το σύμφωνο αυτό δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα της μετανάστευσης, χρειάζεται μία πολύ πιο σημαντική προσέγγιση και μία μεγαλύτερη ενεργοποίηση όλης της Eυρωπαϊκής Ένωσης” τόνισε ο Έλληνας πρωθυπουργός και πρόσθεσε: “Για αυτό ακριβώς η Ελλάδα θα επιχειρηματολογεί υπέρ της αύξησης του προϋπολογισμού στην αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού προγράμματος έτσι ώστε να μπορούμε να έχουμε περισσότερους πόρους στη διάθεσή μας για να μπορούμε να στηρίζουμε εκείνες τις χώρες υπό την προϋπόθεση ότι αυτές συνεργάζονται με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την ανάσχεση των μεταναστευτικών ροών“.
Μιλώντας στην εκπομπή Prime του ERTNEWS, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς επισημαίνει τη σπουδαιότητα μιας συνολικής λύσης για το μεταναστευτικό, η οποία εξάλλου δεν απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία των 27: «Η συμφωνία δε χρειάζεται την ομόφωνη γνώμη των 27. Σύμφωνα με τις συνθήκες, με την πλειοψηφία- και έχουμε μια ενισχυμένη πλειοψηφία πια στα χέρια μας- μπορούμε να προχωρήσουμε».
Την ώρα που Ιταλία και Ισπανία στέλνουν μαζί με τη Αθήνα, σήμα συναγερμού για την αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς τις ακτές τους, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν τονίζει την ανάγκη συμφωνιών με τις χώρες προέλευσης: «Επικεντρώνουμε τις προσπάθειές μας στην πρόληψη διότι ουσιαστικά όταν οι γυναίκες και οι άνδρες μετανάστες φτάνουν στο ευρωπαϊκό έδαφος είναι ήδη πολύ αργά. Και οι δυσκολίες που έχουμε, με τις χώρες που μέχρι τώρα δεν έχουν επιδείξει αλληλεγγύη, είναι η κατανομή του βάρους. Η Πολωνία είναι μία από αυτές τις χώρες».
Η διεύρυνση μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση
Στην ατζέντα του άτυπου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στη Γρανάδα βρέθηκε και το ζήτημα της διεύρυνσης, με τους Ευρωπαίους ηγέτες να τάσσονται υπέρ της προσθήκης νέων μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά χωρίς να θέσουν κάποιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Ωστόσο, προειδοποίησαν τις υποψήφιες χώρες, όπως είναι η Ουκρανία, ότι δεν θα υπάρξουν «παρακαμπτήριες οδοί».
Οι «27» διακήρυξαν ότι η διεύρυνση της ΕΕ είναι μια «επένδυση στην ειρήνη, την ασφάλεια, τη σταθερότητα και την ευημερία». Ταυτόχρονα όμως είπαν ότι τόσο η ΕΕ όσο και τα επίδοξα μέλη (Ουκρανία, Μολδαβία και χώρες των Δυτικών Βαλκανίων) θα χρειαστεί να κάνουν μεγάλες αλλαγές ώστε να προετοιμαστούν για μια διευρυμένη Ένωση. «Τα επίδοξα μέλη πρέπει να εντείνουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειές τους, ιδίως σε ό,τι αφορά το κράτος δικαίου» αναφέρεται στο ανακοινωθέν.
Οι χώρες θα πρέπει να πληρούν ορισμένα νομικά, οικονομικά και δημοκρατικά κριτήρια ώστε να ενταχθούν στην ΕΕ και η διαδικασία μπορεί να κρατήσει χρόνια. Η ΕΕ θα πρέπει επίσης να αναθεωρήσει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και τους δημοσιονομικούς κανόνες ώστε να υποδεχθεί νέα μέλη.
Ο Σαρλ Μισέλ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, είχε προτείνει η Ένωση να είναι έτοιμη για διεύρυνση μέχρι το 2030, εκτιμώντας ότι ο καθορισμός αυτού του χρονοδιαγράμματος θα ενθαρρύνει τόσο την ΕΕ όσο και τις υποψήφιες χώρες να εντείνουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειές τους. «Το σημαντικό είναι να σταματήσουμε να χρονοτριβούμε», είπε σήμερα, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με τη λήξη της συνόδου.
Άλλοι ηγέτες όμως δεν αντιμετωπίζουν με ενθουσιασμό αυτήν την ιδέα, επιμένοντας ότι οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να πληρούν τα κριτήρια που θέτει η ΕΕ. «Η διαδικασία είναι αξιοκρατική», σχολίασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Υπάρχουν σαφείς κανόνες, ορόσημα που πρέπει να επιτευχθούν», πρόσθεσε.
Ο Γερμανός Καγκελάριος τόνισε ότι ήρθε ο καιρός να ολοκληρωθεί η διαδικασία ένταξης των χωρών των δυτικών Βαλκανίων: «Είναι γνωστό ότι είναι πρόθεσή μας να αποδεχτούμε επιτέλους τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ έπειτα από 20 χρόνια υποσχέσεων. Έχουμε επίσης αντίστοιχα σχέδια με τη Μολδαβία και την Ουκρανία και εν καιρώ και με τη Γεωργία».
Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι θέλει «να προχωρήσει γρηγορότερα» η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διευκρινίζοντας όμως ότι οι συζητήσεις μεταξύ των «27» ξεκινούν μόλις τώρα και καμία απόφαση δεν έχει ληφθεί σε αυτό το στάδιο. «Έχουμε την πεποίθηση ότι πρέπει να προχωρήσουμε πιο γρήγορα» στο θέμα αυτό, είπε ο Γάλλος πρόεδρος στους δημοσιογράφους μετά τη λήξη της άτυπης συνόδου της ΕΕ στη Γρανάδα. «Προς το παρόν, είναι ακόμη πολύ νωρίς, δεν ελήφθη απόφαση», πρόσθεσε.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόκειται να παρουσιάσει αυτό το φθινόπωρο τις συστάσεις της για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία και τη Μολδαβία, οι οποίες έλαβαν καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας τον Ιούνιο του 2022. Το ίδιο καθεστώς ισχύει και για πέντε χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Ο Μακρόν είπε ότι οι ηγέτες συμφωνούν πως «βρισκόμαστε απέναντι σε μια πραγματική μεταμόρφωση (…) του γεωπολιτικού οράματός μας για την Ευρώπη μας».