Η μάχη των αρχηγών για την επόμενη ημέρα της ΝΔ.
Του Γιάννη Πολίτη
Αν και οι διαφορές των Καραμανλή – Σαμαρά με τον πρωθυπουργό είναι εμφανείς και οι δύο φροντίζουν να κρατούν απόσταση από τις «κόκκινες γραμμές» που θα πυροδοτούσαν εσωτερικές εντάσεις για την νίκη στις επερχόμενες εκλογές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να ήταν το αουτσάιντερ στην κούρσα για την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας το 2016, αποδείχθηκε ωστόσο ένας τυχερός και ισχυρός αρχηγός. Δεν είχε, όπως άλλοι προκάτοχοι του, εσωκομματική αντιπολίτευση. Κανένας δεν τον αμφισβητεί στη ΝΔ, ακόμα και μετά από σχεδόν τρεισήμισι χρόνια στην εξουσία, καθώς φρόντισε να απενεργοποιήσει εγκαίρως όλους τους «βαρώνους» του κόμματος. Υπάρχουν δύο πρόσωπα, όμως τα οποία δεν μπορεί να τα αγγίξει. Πρόκειται για τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, τον Κώστα Καραμανλή και τον Αντώνη Σαμαρά.
Η προστριβή με τον πρώτο για το θέμα των παρακολουθήσεων κινητών από την ΕΥΠ και μέσω κακόβουλων λογισμικών και η κοινή εμφάνιση με τον δεύτερο στα εγκαίνια της επένδυσης στο Ελληνικό προκάλεσαν εντυπώσεις και συζητήσεις. Ο κ. Μητσοτάκης δεν κάλεσε απλώς τον κ. Σαμαρά να παραστεί στην εκδήλωση αλλά αναγνώρισε δημοσίως και την προσφορά του για να ξεμπλοκαριστεί η επένδυση. Λίγες ημέρες νωρίτερα τον είχε δίπλα του και στα εγκαίνια της γραμμής του μετρό με τερματικό σταθμό τον Πειραιά. Ο συμβολισμός της ενότητας της παράταξης είναι πάντα σημαντικός ακόμα και σε αυτή την άτυπη προεκλογική περίοδο.
Οι πρώην πρωθυπουργοί, συχνά είναι σαν τις κακές πεθερές στα κόμματα. Μια μόνιμη εστία αμφισβήτησης που διευρύνεται όταν η κυβέρνηση βρεθεί σε δυσκολίες. Οι δύο πρώην της ΝΔ δεν λειτούργησαν με αυτόν τον τρόπο. Κανένας τους δεν αμφισβήτησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη μετά την εκλογή του, ο κ. Σαμαράς τον στήριξε κιόλας και ως αρχηγό του κόμματος και ως πρωθυπουργό στη συνέχεια. Τις γκρίνιες τις προκάλεσε ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης. Πάνω στη φούρια να ανεβεί στο άρμα της εξουσίας, ιδίως μετά την κοινωνική αναταραχή που προκάλεσε η Συμφωνία των Πρεσπών και έδωσε ώθηση στην «γαλάζια» παράταξη, λησμονούσε να δείχνει τον προσήκοντα σεβασμό στους πρώην πρωθυπουργούς. Δηλαδή, να τους επισκέπτεται, να τους συμβουλεύεται, να τους κρατά μέσα στο παιχνίδι. Με τη ΝΔ στα πρόθυρα της εξουσίας και οι δύο ήθελαν να είναι και να νιώθουν χρήσιμοι. Τα μηνύματα έφτασαν εγκαίρως στα αυτιά του προέδρου του κόμματος και στις αρχές του 2019 οι συναντήσεις με τους κυρίους Καραμανλή και Σαμαρά έγιναν τακτικές και δημοσιοποιούνταν. Η όποια δυσαρέσκεια εξατμίστηκε μέσα στους πανηγυρισμούς για τη μεγάλη νίκη της ΝΔ τον Ιούλιο του 2019.
Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί δεν έχουν τίποτα κοινό. Ο κ. Καραμανλής, από το 2009 και έπειτα αποτραβήχτηκε από τη δημοσιότητα και έκανε ελάχιστες επιλεκτικές εμφανίσεις. Προτιμούσε να βλέπει τους πολιτικούς φίλους του και όσους ζητούσαν να τον συναντήσουν είτε στο γραφείο του είτε σε βραδινές εξόδους για φαγητό. Στις εσωκομματικές διεργασίες απέφευγε να έχει συμμετοχή, στα συνέδρια του κόμματος και στις συνεδριάσεις της Πολιτικής Επιτροπής ήταν μια σιωπηρή και διακριτική παρουσία, ποτέ δεν προσπάθησε να κινήσει παρασκηνιακά τα νήματα.
Χρήσιμος… από τα δεξιά
Ο κ. Σαμαράς, αντιθέτως, υπερασπίστηκε το έργο της κυβέρνησης του με δημόσιες παρεμβάσεις, αλλά και στα συνέδρια της ΝΔ δίνει πάντα το δικό του στίγμα, το οποίο δεν ταυτίζεται πάντα με την προεδρική «γραμμή». Ο πρώην πρωθυπουργός όχι μόνο δεν έχει αποσυρθεί από την πολιτική, αλλά έχει τακτικές επαφές με το πιο παραδοσιακό κομμάτι της ΝΔ, με αυτό που δεν καλοβλέπει τα ανοίγματα του κ. Μητσοτάκη στην Κεντροαριστερά και την νόθευση του νεοδημοκρατικού φρονήματος με μεταγγίσεις από το εκσυγχρονιστικό σημιτικό ΠΑΣΟΚ. Για τον λόγο αυτό είναι πολύ χρήσιμος στον κ. Μητσοτάκη. Συγκρατεί την δεξιά πτέρυγα του κόμματος μέσα στο μαντρί, σε μια συγκυρία που έξω από αυτό διαμορφώνονται ακροδεξιάς απόκλισης κόμματα και κομματίδια, χωρίς ενιαία έκφραση, τα οποία όμως μπορούν να μετατραπούν σε υποδοχείς δυσαρέσκειας. Όταν το κόμμα δίνει τον νυν υπέρ πάντων αγώνα για την αυτοδυναμία, τυχόν διαρροές προς τα δεξιά πρέπει να κοπούν μαχαίρι.
Ο κ. Σαμαράς κινείται στη λογική «δεν θα χαϊδέψω αυτιά, δεν θα ήμουν χρήσιμος στη χώρα ούτε στην κυβέρνηση ούτε στην παράταξη που υπηρετώ 45 χρόνια». Οι διαφορές του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι και ιδεολογικές. «Κεντροδεξιά χωρίς δεξιά δεν υπάρχει» διαμήνυσε, από το βήμα του συνεδρίου της ΝΔ, την ημέρα που ο πρωθυπουργός τόνιζε, σε συνέντευξη του σε κυριακάτικη εφημερίδα, πως οι εκλογές κερδίζονται στο κέντρο. Αλλά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε στις διαφοροποιήσεις του πρώην πρωθυπουργού με αιχμηρό τρόπο. «Η Νέα Δημοκρατία έφτασε να πάρει 18% για να μπορέσει να επιστρέψει και να φτάσει στο 40%» τόνισε στο συνέδριο του κόμματος. 18.85% ήταν το ποσοστό που έχει πάρει η Νέα Δημοκρατία με αρχηγό τον Αντώνη Σαμαρά στις εκλογές του Μαΐου του 2012.
Η περίπτωση Καραμανλή
Ο Κώστας Καραμανλής είναι άλλη περίπτωση. Η καραμανλική πτέρυγα της ΝΔ ως υλική υπόσταση εντάσσεται τα τελευταία χρόνια στην μυθολογία της παράταξης, καθώς ο ίδιος ουδέποτε μπήκε στα εσωκομματικά της Ν.Δ. Η πραγματικότητα είναι ότι ο κ. Καραμανλής απολάμβανε ένα καθεστώς… ασυλίας από την Κουμουνδούρου τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η ασυλία αυτή έλαβε τέλος με τη Συμφωνία των Πρεσπών, όταν δήλωσε ότι «η κριτική της Νέας Δημοκρατίας για την προκείμενη συμφωνία είναι ισχυρή και πλήρως τεκμηριωμένη». Την επόμενη ημέρα, δέχθηκε σφοδρή επίθεση από τον πρωθυπουργό τότε Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος τον κατηγόρησε για τα υπέρογκα ελλείματα που οδήγησαν στα μνημόνια και για φυγομαχία μέσω των πρόωρων εκλογών.
Αν κάποιοι αυτοαποκαλούμενοι καραμανλικοί προσπαθούν να σπέρνουν ζιζάνια κριτικάροντας συνεχώς τον κ. Μητσοτάκη, ο ίδιος ο κ. Καραμανλής ποτέ δεν υποκίνησε τέτοιες συμπεριφορές. «Δεν είναι του στυλ του», λένε όσοι τον γνωρίζουν καλά. «Ο Καραμανλής δεν θα έκανε ποτέ κακό στην παράταξη του». Πριν από τις εκλογές του 2019, με μια πολυαναμενόμενη τηλεοπτική του δήλωση στήριξε τον κ. Μητσοτάκη ως μελλοντικό πρωθυπουργό. Και το καλοκαίρι του 2021 μετά την απόφαση της κυβέρνησης να «παγώσει» την ψήφιση των μνημονίων με τη Βόρεια Μακεδονία , το Μέγαρο Μαξίμου γνωστοποίησε το δείπνο των ζευγών Μητσοτάκη και Καραμανλή, στην οικία του πρωθυπουργού στον Λυκαβηττό, ως δείγμα καλών σχέσεων και συναντίληψης.
Η ομαλή σχέση του πρώην με τον νυν πρωθυπουργό δοκιμάστηκε μετά τη διαφοροποίηση του Κώστα Καραμανλή στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων με την ομιλία του κ. Καραμανλή στα Ανώγεια, στις 31 Αυγούστου, στην εκδήλωση μνήμης του Γιάννη Κεφαλογιάννη. Ο κ. Καραμανλής χαρακτήρισε παράνομες τις παρακολουθήσεις και τόνισε ότι το απόρρητο υποτάσσεται στην ανάγκη κάθαρσης του δημόσιου βίου. Διαφοροποιήθηκε από τα δύο βασικά επιχειρήματα που είχε χρησιμοποιήσει, ως γραμμή άμυνας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι οι παρακολουθήσεις ήταν νόμιμες, αλλά πολιτικά μη αποδεκτές, και ότι οι λεπτομέρειες τους καλύπτονταν από το απόρρητο. Στο Μέγαρο Μαξίμου αιφνιδιάστηκαν. Η σχέση Μητσοτάκη – Καραμανλή άρχισε να κοχλάζει επικίνδυνα. «Κινήθηκαν ήδη όλες οι διαδικασίες για να δοθούν πλήρεις απαντήσεις, με σεβασμό στις προβλέψεις του νόμου για το απόρρητο», του απάντησαν αμέσως κυβερνητικές πηγές, εγκαταλείποντας την ουδετερότητα που τηρούσαν για τους πρώην πρωθυπουργούς. Και ο πρώην πρωθυπουργός δεν έδωσε συνέχεια στο θέμα, χωρίς όμως να έχει εγκαταλείψει τις απόψεις του, όπως βεβαιώνουν όσοι συνομιλούν μαζί του, επειδή και ο ίδιος είχε πέσει θύμα παρακολουθήσεων.
Σε απόσταση από τις «κόκκινες γραμμές»
Οι ισορροπίες με τους πρώην είναι πάντα λεπτές. Αλλά, οι χειρισμοί είναι ευκολότεροι όταν και εκείνοι, από την πλευρά τους, κινούνται σε ασφαλή απόσταση από τις «κόκκινες γραμμές» που θα μπορούσαν να προκαλέσουν εσωτερικές εντάσεις. Το δείπνο των κ.κ. Καραμανλή και Σαμαρά στη Θεσσαλονίκη, πριν την ομιλία του κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, θα μπορούσε να προκαλέσει πολλά μποφόρ. Δεν σηκώθηκε ούτε αεράκι και φρόντισαν οι δύο πρώην για αυτό.
Η δυσκολία των δύο πρώην με τον νυν πρωθυπουργό, δεν είναι αμιγώς πολιτική, υπάρχει διαφορά στην κοσμοθεωρία τους. Η εικόνα του κ. Μητσοτάκη με το σορτσάκι ποδηλασίας, όταν η πανδημία δείχνει τα δόντια της ή όταν η κυβέρνηση περιτριγυρίζεται από τη σκανδαλολογία, δεν είναι του γούστου τους, όπως δεν είναι του γούστου πολλών συντηρητικών στελεχών της ΝΔ. Αυτή η νοοτροπία τους είναι τόσο ξένη όσο οικεία είναι στον πρωθυπουργό, ο οποίος θεωρεί ότι έχει δικαίωμα στην προσωπική χαλάρωση, όπως την εννοεί ο ίδιος. Όμως, σε ένα τμήμα του κόμματος, κάποια πράγματα που κάνει ο κ. Μητσοτάκης ερμηνεύονται ως προσπάθεια να γοητεύσει την Κεντροαριστερά θεωρώντας δεδομένη τη δεξιά παράταξη. Οι αριθμοί των δημοσκοπήσεων επιβεβαιώνουν τον πρωθυπουργό όμως οι δημοσκοπήσεις δεν έχουν συναίσθημα και η κάλπη δεν κερδίζεται μόνο με την ψυχρή λογική.
Την ώρα που ο κ. Καραμανλής αποτραβήχτηκε από τη δημοσιότητα, και ξεκίνησε για άλλη μια φορά η φιλολογία για το αν θα είναι υποψήφιος στις εκλογές ή αν θα εγκαταλείψει οριστικά την πολιτική, ο κ. Σαμαράς βγήκε στο προεκλογικό μπαλκόνι. Ο… αναχωρητής της Παναγή Κυριακού (η οδός στην οποία βρίσκεται το γραφείο του κ. Καραμανλή) δεν έχει χάσει ούτε το ενδιαφέρον του ούτε το ένστικτο για την πολιτική. Μετά την ομιλία του στα Ανώγεια δέχτηκε πολύ χολή από μέλη της δικής του παράταξης, που έβαλαν στο στόμα τους όλες τις κατηγορίες που του απηύθυναν τόσα χρόνια οι αντίπαλοί του. Δέχτηκε, όμως, και κύμα συμπαράστασης, καθώς πολλοί συμφώνησαν μαζί του. Σε όλες τις συζητήσεις που έκανε προέτρεψε τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος να τα δώσουν όλα για την πρώτη Κυριακή της απλής αναλογικής. Εκεί θα κριθεί ο συσχετισμός δυνάμεων της δεύτερης Κυριακής αλλά θα παιχτεί και το blame game για την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης.
Το ποιος θα πάρει τον «μουτζούρη» είναι ζήτημα καθοριστικής σημασίας και αυτό το αντιλαμβάνονται όλοι στη ΝΔ, από όσους βρίσκονται στο Μέγαρο Μαξίμου μέχρι τον τελευταίο ψηφοφόρο του κόμματος στο πιο απομακρυσμένο σημείο της Ελλάδας. Το πρόβλημα είναι η ενδεχόμενη αποχή, κυρίως από τους κεντρώους ψηφοφόρους. Γι’ αυτό η ΝΔ χρειάζεται τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση, σε αυτόν το στόχο ομονοούν όλα τα πλάτη και τα μήκη της «γαλάζιας» παράταξης.