Νευρικότητα και «μπλόφες» μετά την ελληνική επιστολή στον ΟΗΕ – Η Αθήνα δίνει συνέχεια στην ενημέρωση για την τουρκική προκλητικότητα ενώ η Άγκυρα στρέφεται στη Συρία για ένα «success story»
Παροπλισμένη από την επιλογή της Αθήνας να διεθνοποιήσει την πλήρη έκταση της τουρκικής προκλητικότητας εμφανίζεται η Άγκυρα, καθώς αποδυναμώνονται τα επιχειρήματά της, σε επίπεδο πολυμερούς διπλωματίας. Κινούμενη στο πλαίσιο της διεθνούς οργάνωσης, η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει σταθερά τη θεσμικΠή οδό, αποδομώντας και γραπτώς, με επιστολή της στον ΟΗΕ χθες, τις έωλες τουρκικές αιτιάσεις. Η έκθεση των ελληνικών θέσεων, όπως και η τεκμηρίωσή τους με όρους Διεθνούς Δικαίου προκάλεσαν έντονο εκνευρισμό στη γειτονική χώρα, που επιστράτευσε στη συνέχεια την προβολή ως μηχανισμό άμυνας, κατηγορώντας δηλαδή την Αθήνα για προκλητικές ενέργειες στο Αιγαίο.
Συγκεκριμένα, στο ανακοινωθέν της χθεσινής συνεδρίασης του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας υπό την Προεδρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η Ελλάδα εγκαλείται για πρόκληση εντάσεων στο Αιγαίο, μολονότι η Άγκυρα επιδίδεται τα τελευταία εικοσιτετράωρα σε ένα μπαράζ υπερπτήσεων και παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, αυξάνοντας παράλληλα τις μεταναστευτικές ροές στο αρχιπέλαγος.
Επιστρέφοντας από το Ισραήλ, με το οποίο η Άγκυρα επιχειρεί επανεκκίνηση των διπλωματικών τους σχέσεων, ο Τούρκος ΥΠΕΞ ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν μπλοφάρουμε. Εάν η Αθήνα δεν συμμορφωθεί, θα πάμε τα πράγματα μπροστά», επαναφέροντας το αφήγημα περί «αποστρατικοποίησης των νησιών» του Αιγαίου.
Χωρίς να κρύβει την ενόχλησή του για τα αποτελέσματα της επίσκεψης του κ. Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών ανέφερε, σύμφωνα με τη Hurriyet, πως «έχουμε πει ανοιχτά στις ΗΠΑ: Έχουν μια πολιτική ισορροπίας τόσο στην Κύπρο όσο και στην Τουρκία και την Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου… Βλέπουμε μια απόκλιση από αυτή την ισορροπία, το είπαμε στον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, κάναμε προειδοποίηση στις ΗΠΑ. Αν και ο κόσμος είπε ότι οι βάσεις σε μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ δεν αποτελούν απειλή για μια άλλη χώρα του ΝΑΤΟ, αυτή η αύξηση δεν διέφυγε της προσοχής μας, φυσικά».
«Εφευρίσκοντας» το Διεθνές Δίκαιο
Στην ίδια κατεύθυνση, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου επιχείρησε να δώσει νομική βάση στα επιχειρήματα της γειτονικής χώρας, λέγοντας πως «από την άλλη πλευρά, είναι αντίθετο με το διεθνές δίκαιο να ακυρώσει η Ελλάδα το καθεστώς των νησιών που της δόθηκαν υπό όρους στο πλαίσιο των Ειρηνευτικών Συμφωνιών της Λωζάννης του 1923 και του 1947 των Παρισίων. Όποιον λόγο και να βρει η Ελλάδα, η δικαίωσή της δεν ισχύει. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις, ότι δεν θα οπλίσει αυτά τα νησιά; Η Ελλάδα τα έχει οπλίσει από το 1960 και είπαμε ότι αν δεν υποχωρήσει, θα ξεκινήσει η συζήτηση για την κυριαρχία, είναι ξεκάθαρο».
«Απειλή για την Τουρκία»
«Είμαστε εξαιρετικά σοβαροί, δεν μπλοφάρουμε γιατί είναι νησιά υπό όρους. Εάν η Ελλάδα, που μιλάει για το διεθνές δίκαιο σε κάθε ομιλία της, δεν συμμορφωθεί με αυτό, θα προχωρήσουμε περαιτέρω» επισήμανε ακόμη ο Τούρκος ΥΠΕΞ, καταλήγοντας πως «τα βήματα που κάνει η Ελλάδα στοχεύουν να αποτελέσουν απειλή για την Τουρκία».
Η απόπειρα της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας να υποδείξει την Αθήνα σε ρόλο θύτη, ανακαλύπτοντας «απειλή» εναντίον της, αποτυπώνει την αγωνία της Άγκυρας να μετακυλήσει τις ευθύνες της για την πρόκληση έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο, σε μια περίοδο παγκόσμιας ρευστότητας, με τη διεθνή κοινότητα να επιχειρεί να κλείσει επιμέρους πληγές. Στην προσπάθεια «θυματοποίησης» της Άγκυρας φαίνεται να επέδρασε τόσο η διεθνής εκστρατεία ενημέρωσης από πλευράς της Αθήνας για τις εντεινόμενες προκλήσεις της γειτονικής χώρας, όσο και η επιστολή της ελληνικής κυβέρνησης προς τον ΟΗΕ, καθώς η Τουρκία εμφανίζεται ως παράγοντας αποσταθεροποίησης της περιφερειακής ειρήνης και σταθερότητας.
Αντεπίθεση μέσω επιστολής
Ειδικότερα, στην ελληνική επιστολή, την οποία επέδωσε στο Γ.Γραμματέα του ΟΗΕ η Μόνιμη Αντιπρόσωπος της Ελλάδας Μαρία Θεοφίλη κατόπιν οδηγιών του Υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, απαντώνται αναλυτικά τα επιχειρήματα που είχε καταθέσει η τουρκική πλευρά στον Οργανισμό, με επιστολή της, στις 30 Σεπτεμβρίου 2021.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η επιστολή αποτελεί προϊόν πολύμηνης ενδελεχούς συνεργασίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών, με την οποία απορρίπτονται στο σύνολό τους οι τουρκικοί ισχυρισμοί, ως αβάσιμοι νομικά, ιστορικά και επί των πραγματικών γεγονότων. Στο κείμενό της, η ελληνική πλευρά καταρρίπτει την τουρκική επιχειρηματολογία περί «διασύνδεσης» της ελληνικής κυριαρχίας των νησιών και των παρακείμενων νήσων του Αιγαίου με την δήθεν υποχρέωση αποστρατικοποίησης των νησιών αυτών.
Αντίθετα, υπογραμμίζεται ότι η διασύνδεση αυτή αποτελεί καθαρή αθέτηση τόσο του γράμματος όσο και του πνεύματος της συνθήκης της Λωζάννης του 1923 και της συνθήκης των Παρισίων του 1947 (σ.σ. τις οποίες επικαλέστηκε στις δηλώσεις του ο Τούρκος ΥΠΕΞ), που ορίζουν μόνιμα σύνορα και εδαφικά δικαιώματα στις χώρες που αναφέρονται, χωρίς να υπάρχει κανένας άλλος όρος ή υποχρέωση.
Επιπλέον, τονίζεται ότι σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, όταν τα κράτη συνομολογούν μια συνθήκη που ορίζει σύνορα ή εδαφική κυριαρχία, ο βασικός σκοπός τους είναι να επιτύχουν σταθερότητα και τελικό καθεστώς (finality). Για τον λόγο αυτό, όταν μια συνθήκη ορίζει ένα σύνορο ή μια οριστική εδαφική διευθέτηση, αυτή η διευθέτηση αποτελεί ένα πραγματικό γεγονός από μόνο του, το οποίο δεν εξαρτάται πλέον από την συνθήκη.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο ορισμός ενός συνόρου αποτελεί μια αυτόνομη πραγματικότητα και δημιουργεί μονιμότητα. Αντιθέτως, στην επιστολή της Ελληνίδας Μονίμου Αντιπροσώπου υποδεικνύεται ότι οι τουρκικές μονομερείς αιτιάσεις υπονομεύουν αναφανδόν την περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια. Παράλληλα, τονίζεται ότι τα νησιά αυτά, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (άρθρο 121 (2), έχουν δικαιώματα σε χωρικά ύδατα, αποκλειστική οικονομική ζώνη και υφαλοκρηπίδα.
Ακόμη, η επιστολή απορρίπτει στο σύνολό τους τις τουρκικές αιτιάσεις σχετικά με την αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, υπογραμμίζοντας ότι οι αιτιάσεις αυτές, οι οποίες δεν στέκουν νομικά, αλλά έχουν καθαρά πολιτικά κίνητρα, τροφοδοτούν έτι περαιτέρω την αστάθεια που προκαλεί η Τουρκία με τις ενέργειές της. Σαφής αναφορά γίνεται και στην κλιμάκωση της επιθετικότητας της Τουρκίας, με την επίκληση του casus belli, καθώς και την στάθμευση έναντι των νησιών του Αιγαίου, μεγάλου αριθμού στρατιωτικών δυνάμεων, καθώς επισημαίνεται η παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας με ιδιαίτερα απειλητικές ενέργειες, τόσο με τις υπερπτήσεις ελληνικού εδάφους, όσο και με την παρενόχληση πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού και ερευνητικών σκαφών.
Η επιστολή καταλήγει λέγοντας ότι η Ελλάδα καλεί την Τουρκία να σταματήσει να αμφισβητεί την κυριαρχία επί των νησιών του Αιγαίου, να απέχει από την απειλή χρήσης βίας, παραβιάζοντας έτσι το άρθρο 2(4) του Χάρτη ου ΟΗΕ, και να σταματήσει να πραγματοποιεί παράνομες ενέργειες, οι οποίες παραβιάζουν την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τέλος, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα παραμένει πεπεισμένη ότι οι δύο χώρες μπορούν να επιλύσουν την μοναδική τους διαφορά, ήτοι τον ορισμό της Υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, στο πλαίσιο των σχέσεων καλής γειτονίας και πάντα στη βάση του Διεθνούς Δίκαιο.
Συνέχεια στην ενημέρωση
Παράλληλα με την νομική τεκμηρίωση του σημερινού status quo, όπως αυτή απορρέει από το Διεθνές Δίκαιο, η Αθήνα δίνει συνέχεια στην ενημέρωση για την τουρκική προκλητικότητα, περιλαμβάνοντας τις παραβατικές ενέργειες της Τουρκίας στην ατζέντα όλων των διμερών επαφών του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως συνέβη χθες με την επίσκεψη του Πρωθυπουργού της Βαυαρίας, Μάρκους Σέντερ, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Στη διάρκεια της συνάντησης, ο κ. Μητσοτάκης έθεσε προς τον κ. Σέντερ το ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας, τονίζοντας ότι η ΕΕ έχει στρατηγικό συμφέρον στη διατήρηση ενός σταθερού και ασφαλούς περιβάλλοντος στην περιοχή της Μεσογείου, ιδίως σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Στο ίδιο πλαίσιο, αναφορά έγινε και στο μεταναστευτικό, αλλά και στην ανάγκη αποτελεσματικής προστασίας των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και επίδειξης αλληλεγγύης προς τις χώρες της πρώτης γραμμής, στη σκιά της απότομης αύξησης των μεταναστευτικών ροών τις τελευταίες ημέρες.
«Δεν νομίζω ότι παίρνει τους Τούρκους για θερμό επεισόδιο», εκτίμησε από πλευράς της χθες η πρώην Υπουργός, Ντόρα Μπακογιάννη, υποστηρίζοντας παράλληλα πως «η Δύση θέλει να κρατήσει την Τουρκία κοντά της, αλλά το ερώτημα πόσο αξιόπιστη είναι έχει ενισχυθεί στους ευρωπαϊκούς κύκλους». «Η Τουρκία εμφανίζεται αναξιόπιστη, ενώ η Ελλάδα ως πόλος ηρεμίας, σταθερότητας, σιγουριάς, ανάπτυξης σε μία περιοχή υπεύθυνη για την ασφάλεια της νοτιοανατολικής πτέρυγας», παρατήρησε η πρώην Υπουργός και προέβλεψε για το πεδίο του μεταναστευτικού ότι «η πίεση που ασκείται στο εσωτερικό της Τουρκίας στους πρόσφυγες είναι μεγάλη». «Η αύξηση της ανεργίας είναι τεράστια και φοβάμαι πως αυτά θα αυξήσουν την πίεση των ροών στην Ελλάδα», κατέληξε η κ. Μπακογιάννη.
Εκβάλλοντας στη Συρία
Την ίδια ώρα, η τεράστια κοινωνική πίεση που έχει συσσωρευθεί στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας εξαιτίας της έκρηξης του πληθωρισμού και μαζί του κόστους ζωής, εντείνει την νευρικότητα στην αυλή του Τούρκου Προέδρου και σε μια εξόχως προεκλογική χρονιά, αναζητώντας βαλβίδα εξαέρωσης. Εκτός από την «ενεργή απειλή» προς την Ελλάδα, αλλά και το βέτο στην ενταξιακή πορεία της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, στη Συρία στρέφεται τώρα η Άγκυρα για ένα «success story», προετοιμάζοντας νέα στρατιωτική επιχείρηση στα νότια σύνορά της.
Το σύνθημα έδωσε χθες το τουρκικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, που συνεδρίασε υπό τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ανακοινώνοντας στρατιωτικές επιχειρήσεις στα νότια σύνορα της χώρας του εναντίον «τρομοκρατικών οργανώσεων», μεταξύ των οποίων το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), όπως είπε. Ακόμη ο Τούρκος Πρόεδρος ισχυρίστηκε ότι οι επιχειρήσεις που διεξάγονται ήδη και εκείνες που θα ξεκινήσουν για να εξαλείψουν την «τρομοκρατική απειλή» στα νότια σύνορα της Τουρκίας «δεν στοχεύουν σε καμία περίπτωση την εδαφική ακεραιότητα των γειτονικών χωρών» και απορρέουν από τις ανάγκες για την εθνική ασφάλεια, μολονότι στόχος της Άγκυρας είναι η δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» 30 χιλιομέτρων στα νότια σύνορά της, επεκτείνοντας το ζωτικό της χώρο.