Γιατί η Γερμανία προστατεύει την Τουρκία: Η «διπλωματία της ομηρίας» & πόσο «τίμια διαμεσολαβητής» είναι η Μέρκελ;

Ως «διπλωματία της ομηρίας», περιγράφεται το ιδιαίτερο καθεστώς «προστασίας» της Τουρκίας από την Γερμανία σε μία πρόσφατη ανάλυση του ινστιτούτου Brookings.

Είναι μια διπλωματία που αποδίδεται στην πολλαπλή εξάρτηση μεταξύ των δύο πλευρών, χαρακτηρίζεται «μοναδική» σε ό,τι αφορά την σχέση της Τουρκίας με οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, και που υπερβαίνει τους – καθοριστικά σημαντικούς, έτσι κι αλλιώς – εμπορικούς και οικονομικούς δεσμούς της Άγκυρας και του Βερολίνου.

Κατά το Brookings, είναι μια σχέση που ξεκινά και βασίζεται στην τεράστια, και ισχυρή, τουρκική κοινότητα της Γερμανίας. Περισσότεροι από 3.000.000 πολίτες τουρκικής καταγωγής ζουν σήμερα στην Γερμανία.

Πρόκειται για την τέταρτη μεγαλύτερη εκλογική περιφέρεια της Τουρκίας: Από τα 3.000.000 της κοινότητας περίπου 1,5 εκατομμύρια Τούρκοι της Γερμανίας έχουν δικαίωμα ψήφου στην χώρα της καταγωγής τους. Και από αυτούς, πάνω από τα δύο τρίτα ψήφισαν υπέρ του Ταγίπ Ερντογάν στις τελευταίες εκλογές.

Ο ρόλος της Ισλαμικής Ένωσης Θρησκευτικών Υποθέσεων

Η κοινότητα αυτή έχει επίσης άρρηκτους δεσμούς με την Τουρκική Ισλαμική Ενωση Θρησκευτικών Υποθέσεων, την DITIB – ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία επιρροής στα χέρια του Ταγίπ Ερντογάν.

Η Ένωση χρηματοδοτείται με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ ετησίως από την γερμανική κυβέρνηση και ελέγχει το μεγαλύτερο τζαμί της Γερμανίας – το τζαμί της Κολωνίας στα εγκαίνια του οποίου το 2018 έδωσε «αυτοκρατορικό» παρών ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Εδώ, ίσως βρίσκεται και μια πρώτη απάντηση στο γιατί η γερμανική καγκελαρία, ανεξαρτήτως της ρητορικής της αλληλεγγύης, δεν συγκινήθηκε ιδιαίτερα από την μετωπική σύγκρουση Μακρόν – Ερντογάν για τα σκίτσα του Μωάμεθ. Όπως και το γιατί δεν ενθουσιάζεται όχι μόνον με το ελληνικό αίτημα για επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας, αλλά και με την αντίστοιχη πίεση από την πλευρά του Παρισιού στο όνομα του γαλλογερμανικού άξονα.

Σε αυτούς τους δεσμούς, η προστιθέμενη αξία έρχεται αφ’ ενός από την συμφωνία για το προσφυγικό – την οποία εξακολουθεί να θεωρεί ζωτικής σημασίας η Άγκελα Μέρκελ –, και από το ευρύ πλέγμα των οικονομικών σχέσεων Άγκυρας και Βερολίνου.

Το εμπόριο και οι εξοπλισμοί

Το 2019 η αξία των διμερών εμπορικών συναλλαγών Τουρκίας και Γερμανίας έφθασε στα 30,4 δις ευρώ. Περισσότερες από 7.500 γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Τουρκία – ανάμεσά τους και η Europipe GmbH, η εταιρία που αποτελεί βασικό προμηθευτή του αγωγού φυσικού αερίου Turkstream.

Το 2015, στην κορύφωση της μεταναστευτικής κρίσης και με τον Ερντογάν να στέλνει σχεδόν ένα εκατομμύριο πρόσφυγες μόνον στην Γερμανία, η Wolkswagen πούλησε περισσότερα από 107.400 οχήματα στην Τουρκία – τα περισσότερα στην ιστορία της μετά το 2002 όταν κέρδισε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τις εκλογές.

Η Mercedes διατηρεί ένα από τα μεγαλύτερα εργοστάσιά της κατασκευής λεωφορείων στην Τουρκία, ενώ παρά τις διαβεβαιώσεις του Βερολίνου για «φειδωλές αμυντικές εξαγωγές», και οι συναλλαγές σε ό,τι αφορά τους εξοπλισμούς αυξάνονται σταθερά τελευταία χρόνια. Πέρσι η Τουρκία εισήγαγε όπλα και οπλικά συστήματα από την Γερμανία αξίας περίπου 300 εκατομμυρίων ευρώ – επίπεδο, που είναι και το υψηλότερο από τότε που ανέλαβε την εξουσία η Άγκελα Μέρκελ το 2005.

Όλα αυτά μάλλον δίνουν και το πλήρες προφίλ του, κατά Τσαβούσογλου, «μοναδικού τίμιου διαμεσολαβητή» της Δύσης. Κατά το Brookings είναι ένα προφίλ χτισμένο σε λάθος βάση: Η Γερμανία, όπως λέει, δεν ακολουθεί ολιστικό και σταθερό δόγμα εξωτερικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία ως γεωπολιτικό και στρατηγικό παράγοντα – έχει, απλώς, προσωποποιήσει και προσαρμόσει  την πολιτική της στην Τουρκία του Ερντογάν.

 

Άγκελα ΜέρκελΓερμανίαΜεβλούτ ΤσαβούσογλουΡετζέπ Ταγίπ ΕρντογάνΤουρκία