Ευθεία απάντηση στη λεκτική επίθεση Ερντογάν κατά των κ. Μητσοτάκη και Μακρόν, έδωσε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό Alpha 989: «Εκείνος ο οποίος θα πληρώσει άμεσα, εάν συνεχίσει αυτήν την εχθροπαθή ρητορεία είναι αποκλειστικά και μόνον η Τουρκία», τόνισε και υπογράμμισε: «Η απάντηση του πρωθυπουργού είναι μία απάντηση σύνεσης, σωφροσύνης αλλά και αποφασιστικότητας».
Ο κ. Γεραπετρίτης, Εξήγησε τον εκνευρισμό του Προέδρου της Τουρκίας λέγοντας πως εκείνος, ο Ρ. Τ. Ερντογάν δηλαδή, χρεώνει τη διεθνή απομόνωσή του αποκλειστικά και μόνον στον Έλληνα πρωθυπουργό.
Μιλώντας για το θέμα των μέτρων στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, ο κ. Γεραπετρίτης προανήγγειλε ότι για το ζήτημα αυτό θα προβεί σε ανακοινώσεις ο πρωθυπουργός σύντομα, από τη Βουλή, από όπου θα δώσει το πλάνο για την επόμενη μέρα της πανδημίας, και από τη Θεσσαλονίκη εν συνεχεία.
Η συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας ξεκίνησε από την ανάλυση του status περιφερειακής δύναμης που έχει η Τουρκία, γεγονός όμως που συνεπάγεται, όπως διευκρίνισε, ότι «η οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια απηχεί σε μια διάρρηξη της εύθραυστης ισορροπίας στο μουσουλμανικό κόσμο».
Την ίδια στιγμή έρχεται στο προσκήνιο και το «πόσο σημαντική αποδεικνύεται η πολυμερής διπλωματία που έχει αναπτύξει η Ελλάδα, διότι χώρες με τις οποίες δεν είχαμε παραδοσιακά τις καλύτερες σχέσεις, σήμερα είναι ένθερμοι υποστηρικτές των ελληνικών συμφερόντων», επισήμανε, για να προσθέσει: «προσπαθούμε να έχουμε πάντα μια εμπροσθοβαρή ανάγνωση της διπλωματίας, δεν ήταν τυχαία η τριμερής με το Ισραήλ και την Κύπρο, δεν ήταν τυχαία, όπως αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων, η προσέγγιση με την Αίγυπτο».
Ο υπουργός Επικρατείας συνέχισε την ανάλυσή του για τη θέση της γείτονος, λέγοντας πως το γεγονός ότι η Τουρκία βρίσκεται σε μια σχετική διπλωματική απομόνωση, έχοντας χάσει τα όποια ερείσματα διέθετε και προς ανατολάς και προς δυσμάς, σε συνδυασμό με την οικονομική κατάσταση -έκανε, συγκεκριμένα, λόγο για «σημαντική οικονομική υποβάθμιση»- δημιουργεί ένα αίσθημα ασφυξίας.
Αυτό -συμπλήρωσε- «δεν είναι πάντοτε καλό υπό την έννοια ότι ιστορικά μεγάλες δυνάμεις, αλλά όχι πάντοτε δυνάμεις του ορθού λόγου, οποτεδήποτε βρίσκονται σε καθεστώς μεγάλης πίεσης, διπλωματικής και οικονομικής, συνήθως προσπαθούν με τεχνητά μέσα να αναδείξουν τα εθνικά στα οποία προκαλείται μεγαλύτερη συσπείρωση στο εσωτερικό».
Κληθείς να σχολιάσει την τελευταία δήλωση της Α. Μέρκελ, είπε: «εμείς δεν είμαστε μαξιμαλιστές, η παρούσα διακυβέρνηση έχει αποδείξει ότι έχει την εχεφροσύνη να στέκεται σε πολύ σταθερές βάσεις.
Όταν, λοιπόν, η καγκελάριος αναφέρεται στα δίκαια, αναφέρεται σε εκείνο που και εμείς διατρανώνουμε: Θα είμαστε πιστοί στο Διεθνές Δίκαιο, δεν διεκδικούμε παραπάνω από εκείνα που μας αναλογούν από τη διεθνή νομιμότητα. Δεν έχουμε καμία επιθετική διάθεση απέναντι σε κανέναν γείτονα, από την άλλη πλευρά από τα δίκαια τα οποία αναγνωρίζονται, παραχωρήσεις δεν πρόκειται να γίνουν, είναι αυτονόητο».
Με τον υπουργό Επικρατείας να προσθέτει: «Συντασσόμαστε με τη δήλωση Μέρκελ. Η Ελλάδα είναι η χώρα που έχει υπογράψει και κυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, η Τουρκία δεν το έχει πράξει. Τεχνητά, νομικά, αποδεικνύεται ποιος είναι εκείνος που σέβεται τη διεθνή νομιμότητα και ποιος την περιφρονεί».
Ερωτηθείς για τις δηλώσεις Ερντογάν εις βάρος των ηγεσιών Ελλάδας και Γαλλίας, ειδικότερα για την αντίδραση του Κ. Μητσοτάκη, ο Γ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε: «Η απάντηση του πρωθυπουργού είναι μία απάντηση σύνεσης, σωφροσύνης αλλά και αποφασιστικότητας. Εμείς δεν είμαστε άνθρωποι των λόγων, αλλά άνθρωποι των έργων». Και συνέχισε: «είναι προφανές ότι εκείνος ο οποίος θα πληρώσει άμεσα, εάν συνεχίσει αυτήν την εχθροπαθή ρητορεία, είναι αποκλειστικά και μόνον η Τουρκία. Ήδη με το μενού των κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και οι οποίες ανακοινώθηκαν, θα δημιουργηθεί μια πολύ μεγαλύτερη περαιτέρω πίεση».
Εξάλλου, συμπλήρωσε ο κ. Γεραπετρίτης, «ο Τούρκος Πρόεδρος αισθάνεται ότι έχει υποστεί μια πολύ μεγάλη διπλωματική ταπείνωση εκ του γεγονότος ότι δεν υφίσταται κανένας απολύτως από τη διπλωματική σκακιέρα που να τον υποστηρίζει. Αυτό το χρεώνει αποκλειστικά και μόνο στον Έλληνα πρωθυπουργό».
Και συνέχισε: «Αισθάνομαι ότι ο κ. Ερντογάν περίμενε τα πράγματα διαφορετικά και δεν συγχωρεί -είναι προσωπική εκτίμηση αυτό- τον τρόπο με τον οποίο διαχειριστήκαμε τον Έβρο. Το ζήτημα του Έβρου ήταν μια νίκη της ελληνικής διπλωματίας και των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, η οποία άλλαξε απολύτως τις ισορροπίες στην ουσία της πολιτικής».
Κλείνοντας την αναφορά του στα ελληνο-τουρκικά ο Γ. Γεραπετρίτης εκτίμησε ότι «πάντοτε ο κ. Ερντογάν είχε ως τελευταίο καταφύγιο το ότι “εμείς στο πεδίο είμαστε ασυναγώνιστοι”, (αλλά) η λογική του ασυναγώνιστου στο πεδίο κατερρίφθη με τον πιο εμφατικό τρόπο και μάλιστα με έναν τρόπο διττό: και επιχειρησιακά αλλά και διπλωματικά», όταν εμφανίσθηκαν οι επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών στον Έβρο.
Η συνέντευξη έκλεισε για τα επιπλέον μέτρα στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, με τον υπουργό Επικρατείας να δηλώνει εμφατικά: «θα στηρίξουμε απολύτως την αγορά -και με αυτό εννοούμε και τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους.
Θα υπάρξει ένα καινούριο μενού μέτρων, το επεξεργαζόμαστε, είναι στην τελική φάση της ανάπτυξής του. Θα τα ακούσετε και στη Βουλή, στην οποία θα παρευρεθεί σύντομα ο πρωθυπουργός για να δώσει το πλάνο για την επόμενη μέρα της πανδημίας, αλλά θα τα ακούσετε και στη Θεσσαλονίκη από τον ίδιο τον πρωθυπουργό που θα πάει να τιμήσει την πόλη, έστω και παρά την απουσία της Έκθεσης».