Τηλεφωνική επικοινωνία με τον Tούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είχε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, το μεσημέρι της Παρασκευής, στον απόηχο των τουρκικών προκλήσεων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, οι δύο ηγέτες συζήτησαν για τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού και τις προσπάθειες αντιμετώπισής τους, καθώς και για ζητήματα που συνδέονται με το άνοιγμα των συνόρων και την αποκατάσταση των τουριστικών ροών.
«Η Ελλάδα δεν είναι καταρχήν αντίθετη στη συμπερίληψη της Τουρκίας όπως και των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην πρώτη ομάδα των τρίτων χωρών με τις οποίες η ΕΕ θα άρει τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς», τονίζεται από την ελληνική πλευρά.
Παράλληλα, όπως αναφέρεται, Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συμφώνησαν να διατηρήσουν ανοικτούς τους διμερείς διαύλους επικοινωνίας.
Η τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη-Ερντογάν κλείστηκε, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, μετά από επικοινωνία της διευθύντριας του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, πρέσβειρα Ελένη Σουρανή με τον εκπρόσωπο της τουρκικής Προεδρίας, Ιμπραχίμ Καλίν. Κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας ήρθαν σε επαφή κι έγιναν συνομιλίες με Τούρκους διπλωμάτες και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε το τηλεφώνημα.
Η ιδέα της επικοινωνίας ήταν να «σπάσει ο πάγος» καθώς ήταν η πρώτη μετά από πολλούς μήνες, αναφέρουν οι ίδιες πηγές, ενώ προσθέτουν ότι αν και οι δύο ηγέτες δεν μπήκαν σε θέματα υψηλής πολιτικής η συζήτηση είχε έναν κοινό τόπο: Ότι υπάρχει μια ένταση που έχει φτάσει σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα και χρειάζεται μια αποκατάσταση των διαύλων επικοινωνίας που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει αποκλιμάκωση.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η Αθήνα επιδιώκει να κρατήσει ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας. Υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο διάστημα, παρά τις συνεχείς προκλήσεις, ο Τούρκος ΥΠΕΞ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, σε δημόσιες παρεμβάσεις του είχε προχωρήσει σε “ανοίγματα” προς την ελληνική πλευρά για διάλογο.
Η επικοινωνία των δύο ανδρών έρχεται σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η Άγκυρα προχωρά σε συντονισμένες ενέργειες που στοχεύουν στη συντήρηση της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Εμμένοντας στην αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, η Άγκυρα επιχειρεί να δικαιολογήσει την παραβατική συμπεριφορά της στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Παράλληλα, κλιμακώνει την εμπρηστική ρητορική κατά της χώρας μας -καταδεικνύοντας την ενόχληση και τον εκνευρισμό από την επίσκεψη Μπορέλ στην Ελλάδα που έστειλε ηχηρό μήνυμα προάσπισης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων- με τον δήθεν διάλογο που επεδίωκε να παραχωρεί τη θέση του εκ νέου στις απειλές.
Στον απόηχο της κλιμάκωσης των τουρκικών απειλών σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και της όξυνσης των σχέσεων Άγκυρας – Παρισιού, με φόντο όσα λαμβάνουν χώρα στη Λιβύη, τις τελευταίες ώρες παρατηρείται έντονη διπλωματική κινητικότητα στην Αθήνα, με αποκορύφωμα την τηλεφωνική επικοινωνία Κυριάκου Μητσοτάκη – Εμανουέλ Μακρόν την Πέμπτη. Αθήνα και Παρίσι συμμερίζονται την ίδια ανησυχία για την τουρκική επεκτατική πολιτική, με τρανταχτό παράδειγμα το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, το οποίο είναι ανυπόστατο και για τις δυο χώρες. Οι δύο πλευρές φαίνεται πως συντονίζουν όλο και πιο εντατικά τις κινήσεις τους για την στάση που θα κρατήσουν στο επερχόμενο Συμβούλιο Κορυφής, στις 17 και 18 Ιουλίου.
Στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής που έγινε μέσω τηλεδιάσκεψης, ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε αφήσει αιχμές για τη στάση των χωρών-μελών, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «είναι παράδοξο να συζητάμε για κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας για την Ουκρανία και να μη συζητάμε για την παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ελλάδας και της Κύπρου».