Διατάξεις που αφορούν τόσο το Ευρωπαϊκό όσο και Ελληνικό νομικό πλαίσιο, περιλαμβάνει το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που κατατέθηκε στην Βουλή και ειδικότερα στο πλαίσιό του, ενσωματώνεται Ευρωπαϊκή Οδηγία και θεσπίζεται η καταπολέμηση, μέσω του Ποινικού Δικαίου, της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.
Εξομοιώνεται δηλαδή, η ποινική προστασία της περιουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την προστασία της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου.
Ακόμη, με την ενσωμάτωση άλλης ευρωπαϊκής Οδηγίας θεσπίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών που είναι κατηγορούμενοι ή ύποπτοι σε ποινικές δίκες ή υπόκεινται σε διαδικασία ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, ενώ την ίδια στιγμή με επικύρωση άλλης Οδηγίας τυποποιούνται ως ποινικά αδικήματα η οργάνωση ή με οποιοδήποτε τρόπο διευκόλυνση ταξιδιών με σκοπό την τρομοκρατία και λαμβάνεται ειδική πρόνοια για τα θύματα της τρομοκρατίας.
Παράλληλα, οι δικαστές και εισαγγελείς καθώς και το προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους έχουν λαμβάνειν αναδρομικά με ανεξάρτητες διατάξεις του νομοσχεδίου, ενώ προστίθεται άρθρο στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που προβλέπει και ρυθμίζει την επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα.
Συγκεκριμένα, το περιεχόμενο του νομοσχεδίου κατ΄ άρθρο προβλέπει:
Με τα άρθρα 1 έως 20 ενσωματώνεται η Οδηγία 2016/800. Ειδικότερα, θεσπίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών που είναι κατηγορούμενοι ή ύποπτοι σε ποινικές δίκες, ή υπόκεινται σε διαδικασία ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Με τις εν λόγω ρυθμίσεις εξασφαλίζονται πρόσθετες και αυξημένες δικονομικές εγγυήσεις για τους ανηλίκους, όπως τα αναφαίρετα δικαιώματα της ενημέρωσης τόσο του ίδιου του ανηλίκου όσο του ασκούντος τη γονική μέριμνα αυτού (άρθρα 4 και 5) και της συνδρομής από δικηγόρο (άρθρο 6) ενώ το άρθρο 7 θεσπίζει την ατομική αξιολόγηση των ανηλίκων από την Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής και η σύνταξη έκθεσης αναφορικά με την προσωπικότητα, το οικονομικό, κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον καθώς και τη σωματική και διανοητική κατάσταση του ανηλίκου.
Επιπροσθέτως με το άρθρο 8 του νομοσχεδίου εξασφαλίζεται για τον ανήλικο το δικαίωμα να ζητήσει την άμεση ιατρική εξέταση της σωματικής και πνευματικής του κατάστασης ενώ με το άρθρο 9 για την προστασία των δικαιωμάτων του ανηλίκου θεσπίζεται ηοπτικοακουστική καταγραφή της εξέτασης από τις διωκτικές αρχές του ύποπτου ή κατηγορούμενου ανηλίκου.
Με τα άρθρα 21 έως 28 ενσωματώνεται η Οδηγία 2017/1371. Με την ενσωμάτωση της εν λόγω οδηγίας θεσπίζεται η καταπολέμηση, μέσω του Ποινικού Δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Με τις σχετικές ρυθμίσεις εξομοιώνεται η ποινική προστασία της περιουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την προστασία της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου. Ειδικότερα τυποποιείται ως ποινικό αδίκημα η διασυνοριακή απάτη σχετικά με τον Φ.Π.Α. (άρθρο 23) η οποία τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών.
Με το άρθρο 24 προβλέπονται επικουρικές διατάξεις για την ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις οποίες ποινικοποιούνται πράξεις υποβολής ανακριβών ή ελλιπών δηλώσεων ή παρασιώπησης πληροφοριών, παράνομης λήψης και παρακράτησης επιχορηγήσεων και παροχών, που έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση εσόδων του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με τα άρθρα 29 έως 40 ενσωματώνεται η Οδηγία 2017/541. Οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, στην αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου αλλά και στην τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου. Με την ενσωμάτωση της σχετικής Οδηγίας και ειδικότερα με το άρθρο 32 του νομοσχεδίου τυποποιούνται ως ποινικά αδικήματα η οργάνωση ή με οποιοδήποτε τρόπο διευκόλυνση ταξιδιών με σκοπό την τρομοκρατία. Με τα άρθρα 33 και 34 και 35 τυποποιούνται αντίστοιχα η κλοπή, η εκβίαση και η πλαστογραφία που σχετίζονται με τρομοκρατική δραστηριότητα, που τιμωρούνται με κάθειρξη ως 10 έτη και χρηματική ποινή.
Θεσπίζονται, επίσης, ειδικές προβλέψεις με τα άρθρα 37, 38 και 39 για τη διεθνή συνεργασία και την πρόσβαση, συγκέντρωση και διαβίβαση πληροφοριών σχετικά με την τρομοκρατία. Με το άρθρο 40 του νομοσχεδίου λαμβάνεται ειδική πρόνοια για τα θύματα της τρομοκρατίας, καθώς προβλέπεται η δωρεάν παροχή κατάλληλης ιατρικής περίθαλψης σε αυτά αμέσως μετά την τρομοκρατική επίθεση και για όσο διάστημα είναι απαραίτητο.Στη προαναφερθείσα πρόνοια περιλαμβάνεται τόσο η ψυχολογική στήριξη όσο και συνδρομή κατά την άσκηση αγωγών αναφορικά με την αποζημίωση θυμάτων αδικημάτων τρομοκρατίας .
Με τα άρθρα 41 έως 47 ενσωματώνεται η Οδηγία 2016/1919. Θεμελιώνεται ειδικότερα η δικαστική αρωγή για υπόπτους και κατηγορουμένους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και για καταζητούμενους σε διαδικασίες εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Πιο συγκεκριμένα προβλέπονται με σαφήνεια οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας στο άρθρο 41 (πολίτες χαμηλού εισοδήματος, θύματα με ποινικές και αστικές αξιώσεις, όπως τα θύματα από τρομοκρατική δραστηριότητα κοκ), ενώ στα ακόλουθα άρθρα ορίζονται οι προϋποθέσεις διορισμού δικηγόρου ή συνηγόρου νομικής βοήθειας.
Με το άρθρο 48 συμπληρώνεται η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 173/12.6.2014). Ειδικότερα, επιβάλλονται κυρώσεις και στα νομικά πρόσωπα επ’ ωφελεία των οποίων διαπράχθηκαν πράξεις κατάχρησης αγοράς σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.
Με το άρθρο 54 βελτιώνεται το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης θυμάτων εγκληματικών πράξεων, η οποία λειτουργεί στο υπουργείο Δικαιοσύνης, μετά από αξιολόγηση του έργου της στα δέκα χρόνια από την έναρξη λειτουργίας της. Σκοπός είναι η πρόσβαση στην Αρχή να καθίσταται πιο εύκολη για τους αιτούντες – θύματα εγκληματικών πράξεων που τελούνται από πρόθεση.
Με το άρθρο 55 τα δικαστικά έξοδα που επιδικάζονται υπέρ δικαιούχου νομικής βοήθειας θα αποδίδονται από το Δημόσιο στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. και θα αποτελούν πλέον πόρο του, καθώς εκ του ιδρυτικού του νόμου το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. είναι το νομικό πρόσωπο που υποχρεούται να καλύψει την αποζημίωση των δικηγόρων που προσφέρουν υπηρεσίες νομικής βοήθειας.
Με το άρθρο 56 τίθεται περιορισμός των ομοδίκων (μέχρι 50) στην ακυρωτική δίκη. Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται ο αριθμός διαδίκων που μπορούν με κοινή αίτηση ακύρωσης (και επομένως με περιορισμένα έξοδα) να προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη, καθυστερώντας έτσι την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων. Περαιτέρω, με την εν λόγω διάταξη εναρμονίζεται ο αριθμός των ομοδίκων στις ακυρωτικές δίκες σύμφωνα με τα όσα ισχύουν για τις διοικητικές διαφορές ουσίας.
Με το άρθρο 57 ακυρωτικές διαφορές που αφορούν στην κτήση και απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας, σε πρώτο βαθμό,υπάγονται, πλέον, στην αρμοδιότητα των κατά τόπο αρμόδιων Τριμελών Διοικητικών Εφετείων. Οι διαφορές αυτές υπάγονταν στα διοικητικά εφετεία έως τις 31.12.2019. Με την εν λόγω τροποποίηση διευκολύνονται οι διάδικοι και οι δικηγόροι να εξεύρουν την διαδικασία ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων σε ένα άρθρο και ευνοεί την αποτελεσματικότητα της δικαστικής έννομης προστασίας.
Με το άρθρο 58 καθορίζονται ζητήματα για τα τριμελή συμβούλια για τη συμμόρφωση της διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις. Με την εν λόγω διάταξη επιτυγχάνεται η δίκαιη κατανομή των υποθέσεων μεταξύ των δικαστών, χωρίς να επιβαρύνονται οι συγκεκριμένοι δικαστές που μέχρι σήμερα μετέχουν στα συμβούλια συμμόρφωσης της διοίκησης, οι οποίοι πέραν των λοιπών υποθέσεών τους επιβαρύνονται και με τις υποθέσεις που εισάγονται στα συμβούλια συμμόρφωσης. Ο δικαστής που εκδίδει την απόφαση έχει και την υποχρέωση να γνωρίζει τον τρόπο υλοποίησης της. Το ίδιο, άλλωστε, γίνεται σήμερα και στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Με το άρθρο 59 εξορθολογίζεται η οργάνωση και λειτουργία της Γραμματείας της Γενικής Επιτροπείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων σχετικά με τις μετατάξεις.
Με το άρθρο 60 για λόγους νομοθετικής συνέπειας, όλες οι δημόσιες συμβάσεις υπάγονται πλέον στα Διοικητικά Δικαστήρια, ενόψει της διεύρυνσης της δικαιοδοσίας τους κατόπιν των νόμων 4491/2017 και 4605/2019.
Με το άρθρο 61 επιτυγχάνεται η συμμόρφωση προς την 209/2018 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος (Μισθοδικείο). Με την προτεινόμενη διάταξη αναγνωρίζεται από το Δημόσιο η ως άνω απαίτηση όσων δικαστικών λειτουργών και του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ήταν εν ενεργεία κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2017 μέχρι 31.12.2018. Ορίζεται δε ότι τα προκύπτοντα ποσά θα καταβληθούν εφάπαξ εντός του έτους 2021.
Με το άρθρο 62 αυξάνονται οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών. Από 1ης Απριλίου 2020 γίνεται αύξηση των οργανικών θέσεων των εισαγγελέων εφετών κατά είκοσι τρεις με αντίστοιχη μείωση των οργανικών θέσεων των αντεισαγγελέων εφετών, ώστε να στελεχωθούν οι εισαγγελίες κυρίως των Εφετείων Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης (οι αντεισαγγελείς εφετών θα καλύπτουν κατά βάση τις έδρες των τριμελών και μονομελών εφετείων). Η ανακατανομή των θέσεων των εισαγγελικών λειτουργών του δεύτερου βαθμού αποτέλεσε επανειλημμένο αίτημα της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος (υπ’ αρ. πρωτ. 70/6-12-2019 και 115/26-2-2020 έγγραφα της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης).
Με το άρθρο 63 για την αποσυμφόρηση της δικαστικής ύλης, θεσπίζεται η υπό όρους παύση ποινικής δίωξης για πλημμελήματα με προβλεπόμενη ποινή μέχρι 1 έτος.
Με το άρθρο 64 θεσπίζεται η υπό όρους παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών για πλημμελήματα με φυλάκιση έως 6 μηνών. Από τις ως άνω διατάξεις, εξαιρούνται πλημμελήματα που ανεξαρτήτως της επαπειλούμενης ποινής έχουν ιδιαίτερη σημασία (όπως το άρθρο 285 ΠΚ για την παραβίαση των μέτρων που έχει διατάξει ο νόμος ή η αρμόδια αρχή για να αποτραπεί η εισβολή ή η διάδοση μιας μεταδοτικής ασθένειας, όπως ο κορονοϊός).
Με το άρθρο 65 προς την διευκόλυνση της ομαλής περάτωσης της πτωχευτικής διαδικασίας ισχύει η ήδη προβλεπόμενη μακρότερη προθεσμία της 15ετίας, εφόσον η διαδικασία παραμένει ενεργή και αναμένονται καρποί. Με την εν λόγω διάταξη εναρμονίζεται το το ισχύον πλαίσιο με το πνεύμα σχετικής αποφάσεως του Αρείου Πάγου.
Με το άρθρο 66 καθορίζονται οι αναγκαίες χρονικές προσαρμογές και διαδικασίες, προκειμένου να λειτουργήσουν απρόσκοπτα οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.
Με το άρθρο 67 προστίθεται άρθρο στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που προβλέπει και ρυθμίζει τα σχετικά με την επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα. Εναρμονίζεται, έτσι το θεσμικό πλαίσιο με τη στρατηγική ηλεκτρονικοποίησης της Δικαιοσύνης, ενώ δυνητικά επιτυγχάνεται η μείωση του κόστους των επιδόσεων.
Με το άρθρο 68 επιδιώκεται η επαναφορά της εξαίρεσης από την υποχρέωση για την υποβολή δήλωσης πόθεν και για τις διοικήσεις νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, όπως η μη οικονομική τους εξάρτηση από το Δημόσιο και η μη άμεση ή έμμεση συμμετοχή του Δημοσίου σε αυτά. Με την προκείμενη ρύθμιση διασαφηνίζεται η προκληθείσα σύγχυση στη διάταξη όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 4571/2018 (με αυτή την τροποποίηση δημιουργήθηκε σύγχυση για το αν τα κριτήρια της ρύθμισης αφορούν και τα ΝΠΔΔ).
Με το άρθρο 69 επιτρέπεται η γνωστοποίηση μελλοντικού γάμου (θρησκευτικού και πολιτικού) σε οποιαδήποτε τοπική εφημερίδα και όχι αποκλειστικά ημερήσια. Έτσι, διασφαλίζεται η προϋπόθεση δημοσιότητας και εναρμονίζεται το ισχύον πλαίσιο με τις επικρατούσες συνθήκες στην κοινωνία και τον Τύπο.
Με το άρθρο 70 μειώνεται η προθεσμία που μεσολαβεί από την κοινοποίηση του διορισμού δικαστικού υπαλλήλου μέχρι την ορκωμοσία του διοριζομένου.
Με το άρθρο 71 ενοποιείται σε ένα ενιαίο νομοθετικό κείμενο το πλαίσιο για την απόσπαση δικαστικών λειτουργών στο υπουργείο Δικαιοσύνης.
Με το άρθρο 73 δύναται να παραταθεί για 6 ακόμα μήνες η απόσπαση υπαλλήλων στα Αυτοτελή Γραφεία Προστασίας Ανηλίκων Θυμάτων – «Σπίτι του Παιδιού» η θητεία των οποίων έληξε ή λήγει το επόμενο διάστημα, προκειμένου να μην διακοπεί η παροχή υπηρεσιών προς ανήλικα παιδιά που χρήζουν της συνδρομής των εν λόγω δομών.
Με το άρθρο 72 παρατείνεται η ισχύς του πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού για την πρόσληψη δόκιμων Ειρηνοδικών Δ’ τάξης, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες πρόσληψης νέων Ειρηνοδικών, σε αναπλήρωση όσων συνταξιοδοτούνται ή παραιτούνται, μέχρι το τέλος του 2021.
Με τα άρθρα 74-76 θεσπίζονται διατάξεις για την ΑΔΑΕ, οι οποίες αφορούν κυρίως οργανωτικές αλλαγές. Σκοπό των εν λόγω διατάξεων είναι η ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας της Αρχής. Επιπλέον, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τη θητεία προϊσταμένων, η οποία θα έληγε εν μέσω πανδημίας και θα ήταν αδύνατη η ομαλή επιλογή και συνέχιση της λειτουργίας της Αρχής.
Με τα άρθρα 77-96 για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, το υπουργείο Δικαιοσύνης προβαίνει στην ίδρυση νέας κατεύθυνσης Ειρηνοδικών (με τις οποίες επέρχεται αναβάθμιση του λειτουργήματος των Ειρηνοδικών), ενώ ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες για την παροχή της απαραίτητης εκπαίδευσης στους νεοεισερχόμενους υποψήφιους Ειρηνοδίκες. Παράλληλα, ρυθμίζονται οργανωτικά ζητήματα για την εύρυθμη λειτουργία της Σχολής.